Δεν αποκλείονται τα ελληνικά ομόλογα από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αλλά σε χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα θα ισχύουν πρόσθετα κριτήρια.
Αυτό προκύπτει από τις πρώτες δηλώσεις του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου.
Το πρόγραμμα της ΕΚΤ, θα αρχίσει να εφαρμόζεται τον Μάρτιο. Όσον αφορά την Ελλάδα, τον Ιούλιο και αφού αποπληρώσει τα ομόλογα που λήγουν τότε και βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ (SMPs) θα μπορούσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αρχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα, σύμφωνα με τους κανόνες του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.
Αυτό απάντησε ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι σε σχετική ερώτηση.
Ο ίδιος συμπλήρωσε ότι και για την Ελλάδα θα ισχύουν οι γενικοί κανόνες που ισχύουν για όλες τις χώρες της ευρωζώνες, δηλαδή η ΕΚΤ θα μπορέσει να αγοράσει έως το 33% των κρατικών ομολόγων που διαπραγματεύονται στη δευτερογενή αγορά, ενώ δεν θα μπορεί να αγοράζει πάνω από το 25% για κάθε μία συγκεκριμένη έκδοση (π.χ. 5ετή ομόλογα).
Ο κ. Ντράγκι διευκρίνισε ότι για την περίπτωση της Ελλάδος η συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης προϋποθέτει ότι είναι σε ισχύ η εξαίρεση που είχε θεσπίσει η ΕΚΤ για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρο για όσο διάστημα η χώρα βρίσκεται σε πρόγραμμα.
Διευκρινίζεται ότι το χρονικό όριο του Ιουλίου τίθεται διότι η ΕΚΤ διαθέτει στο χαρτοφυλάκιο της ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, επομένως αν αγόραζε από το Μάρτιο θα ξεπερνούσε το όριο του 33% που έθεσε σήμερα η ίδια.
Νωρίτερα, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι διατηρεί αμετάβλητα τα επιτόκιά της.
Ολόκληρη η ιστορική απόφαση της ΕΚΤ
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα ξεκινήσει τον Μάρτιο ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα αγορών ομολόγων (κρατικών και ιδιωτικών), ύψους 60 δισ. ευρώ κάθε μήνα έως τον Σεπτέμβριο του 2016.
Το συνολικό ύψος του προγράμματος φθάνει τα 1,1 τρισ. ευρώ και έχει ως στόχο να αυξήσει τον πληθωρισμό προς το επίπεδο του 2% και ταυτόχρονα να βοηθήσει την ανάπτυξης της καχεκτικής οικονομίας της Ευρωζώνης.
Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι τόνισε, πάντως, ότι η ΕΚΤ με τη νομισματική πολιτική της μπορεί μόνο να δημιουργήσει τις βάσεις για την ανάπτυξη, αυξάνοντας τη ρευστότητα των τραπεζών.
Για να υπάρξει, πράγματι, η ανάπτυξη, πρόσθεσε, πρέπει να γίνουν επενδύσεις και αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει την εμπιστοσύνη από την πλευρά των επενδυτών και την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η εμπιστοσύνη των επενδυτών και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι, τόνισε, θέμα των κυβερνήσεων.
Οι αγορές ομολόγων θα αφορούν τους τίτλους με επενδυτική διαβάθμιση, ενώ για τα ελληνικά (και κυπριακά) ομόλογα που δεν έχουν επενδυτική διαβάθμιση οι αγορές θα γίνονται, εφόσον οι χώρες βρίσκονται σε πρόγραμμα.
Οι αγορές ελληνικών τίτλων δεν μπορούν να αρχίσουν πριν από τον Ιούλιο, όπως είπε ο Ντράγκι. Και αυτό, επειδή η ΕΚΤ – που έχει ήδη στο χαρτοφυλάκιο της ελληνικά ομόλογα – δεν μπορεί να αγοράζει πάνω από το 33% των ομολόγων μίας χώρας και συνεπώς θα πρέπει να εξοφληθούν πρώτα τα ομόλογα που λήγουν το καλοκαίρι.
Ο κ. Ντράγκι παρέκαμψε τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της ΕΚΤ – κυρίως από την πλευρά της Γερμανίας – όσον αφορά στην πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, αν και αναγκάσθηκε να δεχθεί τις αντιρρήσεις της Γερμανίας στον επιμερισμό του κινδύνου από τις αγορές κρατικών ομολόγων σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Έτσι, ο επικεφαλής της ΕΚΤ δήλωσε ότι τον κίνδυνο μη αποπληρωμής των
ομολόγων κάθε χώρας θα έχει η αντίστοιχη εθνική κεντρική τράπεζά της που θα τα αγοράζει, ενώ η ΕΚΤ (και συνεπώς όλες οι χώρες – μέλη) θα αναλαμβάνει τον κίνδυνο μόνο για το 8% των συνολικών
αγορών ομολόγων. Επίσης, ο κίνδυνος θα επιμερίζεται σε όλες τις χώρες για τις αγορές ομολόγων ευρωπαϊκών θεσμών (όπως της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων ), οι οποίες αντιστοιχούν στο 12% του συνολικού προγράμματος, οπότε η διάχυση του κινδύνου θα αφορά στο 20% των συνολικών
αγορών (περίπου 220 δις. ευρώ). Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε, πάντως, ότι οι αγορές των ομολόγων θα αποφασίζονται κεντρικά από τη Φρανκφούρτη και συνεπώς δεν τίθεται θέμα παράκαμψης της ενιαίας νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας.
Ενδιαφέρον έχει ότι υπήρξε μεγάλη πλειοψηφία στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ υπέρ της άμεσης έναρξης της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης. Τόσο μεγάλης, που όπως είπε ο κ. Ντράγκι, δεν χρειάσθηκε να γίνει ψηφοφορία. Επιπλέον, όλα τα μέλη του Δ.Σ. – ακόμη και οι Γερμανοί που
διαφώνησαν με την υλοποίηση της πολιτικής αυτής – συμφώνησαν ότι η ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει το μέσο αυτό, καθώς αποτελεί ένα μέτρο νομισματικής πολιτικής. Συναίνεση υπήρξε και στον περιορισμό της κοινής ανάληψης κινδύνου στο 20% του προγράμματος.