Τα Μυστήρια στους Αθηναίους.
Η μεγάλη αίγλη των Ελευσινίων Μυστηρίων συμπίπτει με την ανάληψη της επιμέλειάς τους από τους Αθηναίους. Οι μυστηριακές θρησκευτικές τελετουργίες προς τιμήν της Δήμητρας και της Κόρης της, έλαβαν λαμπρή μορφή την περίοδο της τυραννίας των Πεισιστρατιδών, οι οποίοι φιλοδοξούσαν έτσι να εξωραΐσουν και να νομιμοποιήσουν την εξουσία τους, αλλά στο απόγειο της ακμής τους έφθασαν κατά τη χρυσή εποχή της αθηναϊκής δημοκρατίας, τον 5ο αιώνα π.Χ.
Οι Αθηναίοι περιέβαλαν τότε τα μυστήρια με εξαιρετική λαμπρότητα, αφενός για πολιτικούς λόγους και συγκεκριμένα για την ηθική τόνωση της ηγεμονίας τους και αφετέρου για οικονομικούς σκοπούς, σχετικούς με την εισροή χρήματος στην πόλη από τις πολυπληθείς αφίξεις των ξένων που έφθαναν για να παρακολουθήσουν τις τελετές. Ψήφισμα των Αθηναίων της περιόδου του Περικλή καθορίζει υπέρ του ιερού της Ελευσίνας ποσοστά από τους Αθηναίους γαιοκτήμονες, τους συμμάχους και τους κληρούχους και καλεί όλους τους Έλληνες σε καταβολή δωρεών, με αντάλλαγμα την ελεύθερη πρόσοδο στα μυστήρια.
Από τότε, σε αντίθεση με άλλες μυστηριακές θρησκευτικές τελετές, οι οποίες περιορίζονταν στα μέλη μιας οικογένειας, ενός γένους ή μιας φατρίας, τα Ελευσίνια μυστήρια ήταν ανοιχτά σε όλους τους Έλληνες, ακόμη και σε δούλους, εάν μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και στη συνέχεια στους Ρωμαίους, ενώ από την εποχή των Περσικών πολέμων, όταν οι Πέρσες εσύλησαν και κατέκαψαν όλα τα ιερά των Αθηνών, αποκλείονταν οι βάρβαροι. Αποκλείονταν επίσης οι διαπράξαντες εγκλήματα και διάφορες ιερόσυλες πράξεις, όσο υψηλό αξίωμα και αν είχαν, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον αυτοκράτορα Νέρωνα, στον οποίο δεν επετράπη η συμμετοχή.
Από την εποχή της προσάρτησης της Ελευσίνας στην Αθήνα, τα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν διττά. Υπήρχαν τα Μικρά Μυστήρια, τα οποία τελούνταν στην Αθήνα, στο προάστιο Άγρα, κατά τον μήνα Ανθεστηριώνα (Φεβρουάριο), και τα Μεγάλα, τα κυρίως Ελευσίνια Μυστήρια, που τελούνταν στην Ελευσίνα, από τη δεκάτη πέμπτη ως την εικοστή τρίτη μέρα του μήνα Βοηδρομιώνα (από το τέλος Σεπτεμβρίου ως τις αρχές Οκτωβρίου), την εποχή δηλαδή της σποράς και κάθε τέταρτο έτος περιελάμβαναν μια εξαιρετικά λαμπρή εορτή που λεγόταν πεντετηρίς.
Τα Μεγάλα Μυστήρια.
Οι προπαρασκευές για τα Μεγάλα Μυστήρια διαρκούσαν εννέα ημέρες, οι οποίες συμβολίζουν τις πρώτες εννέα ημέρες των περιπλανήσεων της Δήμητρας.
Αρκετό καιρό πριν από την τελετή των Μυστηρίων, οι Αθηναίοι έστελναν σε όλη την Ελλάδα κήρυκες που ανήκαν στα δύο ιερατικά γένη, των Ευμολπιδών και των Κηρύκων, οι οποίοι εκόμιζαν, σπουδές, δίμηνη δηλαδή εκεχειρία, εάν η Αθήνα βρισκόταν σε πόλεμο με άλλες ελληνικές πόλεις. Οι ξένοι που συνέρρεαν ήταν πολυπληθείς και έτσι τα Ελευσίνια Μυστήρια αποτέλεσαν πανελλήνια εορτή.
Τη 14η Βοηδρομιώνος, οι ιερείς και οι ιέρειες της θεάς στην Ελευσίνα έβγαζαν από το ιερό της τα μυστικά ιερά, τα οποία φυλάσσονταν σε μια κίστη, ένα καλάθι πλεκτό από κλαδιά ιτιάς ή λυγαριάς, εντελώς καλυμμένα και αθέατα και, γι’ αυτό τον λόγο, αγνοούμε μέχρι σήμερα τι αντικείμενα περιείχε η κίστη. Μετά τις προκαταρκτικές θυσίες, τα ιερά φέρονταν, διαμέσου της Ιεράς Οδού, σε πομπή προς την Αθήνα, όπου για την προϋπάντησή τους κατέβαινε όλη η πόλη, οι αρχές, οι ιερείς, ο λαός, συνοδεύοντάς τα μέχρι το εν άστει ιερό των Ελευσινίων θεοτήτων, στη νοτιοδυτική πλευρά της Ακρόπολης.
Τη 15η Βοηδρομιώνος, ο άρχων βασιλεύς, ο οποίος είχε την ανώτατη επιμέλεια και εποπτεία, των μυστηρίων, καλούσε τον λαό σε πανηγυρική συγκέντρωση στην Αγορά, στην Ποικίλη Στοά, όπου γινόταν η πρόρρησις, η επίσημη προκήρυξη, με την οποία καλούνταν να μετάσχουν στις ιερές εκδηλώσεις, όλοι, εκτός εκείνων που είχαν διαπράξει κάποιο σοβαρό έγκλημα.
Τη 16η Βοηδρομιώνος, οι μύστες κατέβαιναν να λουστούν στη θάλασσα του Φαλήρου ή του Πειραιά. Ήταν το μέγα καθαρτήριο βάπτισμα πριν από τη συμμετοχή τους στις ιερές τελετές, ενώ τη 17η Βοηδρομιώνος τελούνταν στο Ιερό της θεάς, στην Αθήνα, μεγάλη θυσία και την επόμενη μέρα γίνονταν τα Επιδαύρια ή Ασκληπιεία, προς τιμήν του θεού Ασκληπιού, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, είχε μυηθεί στα Μυστήρια.
Τη 19η Βοηδρομιώνος, οι αρμόδιοι ιερείς παρελάμβαναν από το εν άστει ιερό, τα ιερά αντικείμενα και στη συνέχεια, σε πομπή, ακολουθούμενοι από πολυάριθμο πλήθος, μετέβαιναν στο Ιακχείο, στο Δίπυλο, όπου παρελάμβαναν το ξόανο του Ίακχου, προστάτη θεού της πόλης, και αυστηρώς αθηναϊκής θεότητας και στη συνέχεια, όλη η πομπή, αφού εξερχόταν από την Ιερά Πύλη, κατευθυνόταν προς την Ελευσίνα διαμέσου της Ιεράς Οδού. Πολύ αργά, το βράδυ, η πομπή έφθανε στην Ελευσίνα, όπου στην αρχή του Θριασίου Πεδίου οι Κροκωνίδες, απόγονοι του πανάρχαιου βασιλιά Κρόκωνος, ασκώντας προνόμιό τους που χάνεται στα βάθη των αιώνων, έδεναν με νήμα το δεξί χέρι με το αριστερό πόδι κάθε μύστη, πράξη αποτρεπτική για οποιοδήποτε κακό. Λίγο πιο κάτω, στη γέφυρα του ελευσίνιου ποταμού Κηφισού, οι πιστοί αντάλλασσαν μεταξύ τους αισχρολογίες και άσεμνα αστεία, σε απομίμηση των πρόστυχων πειραγμάτων της Ιάμβης, υπηρέτριας στο αρχοντικό του Κελεού, η οποία κατόρθωσε να προκαλέσει το γέλιο στη θλιμμένη Δήμητρα, ένα έθιμο οργιαστικού χαρακτήρα που ανάγεται στο αρχαιότερο στρώμα της λατρείας της θεάς.
Άλυτο το μυστήριο των τελετών.
Μετά την πανηγυρική άφιξη της πομπής στην πόλη, οι μύστες αναπαύονταν όλη την υπόλοιπη νύχτα και την ημέρα που ακολουθούσε, για να λάβουν μέρος στις μυστικές τελετές, την αρχή της νύκτας της 21ης Βοηδρομιώνος. Οδηγούμενοι από τον ιεροφάντη και τον δαδούχο, οι μύστες εισέρχονταν στο Τελεστήριο, όπου ξεκινούσαν οι τελετές. Το περιεχόμενο των τελετών παραμένει πάντως ως τις μέρες μας άλυτο μυστήριο, καθώς από τους συμμετέχοντες τηρούνταν απόλυτη μυστικότητα και η πολιτεία επέβαλλε σ’ αυτούς που την παραβίαζαν την ποινή του θανάτου.
Συγκεκριμένα, ο Διαγόρας ο Μήλιος, ο οποίος διακωμώδησε τα μυστήρια, επικηρύχθηκε από τους Αθηναίους για δύο τάλαντα για τη σύλληψή του και για ένα τάλαντο για τον θάνατό του. Ο Αλκιβιάδης, κατηγορούμενος για παρωδία των μυστηρίων, καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, ο τραγικός ποιητής Αισχύλος, κατηγορούμενος ότι σε τραγωδίες αποκάλυψε κάποια από τα απόρρητα, κινδύνευσε μεν αλλά απαλλάχθηκε, ο ρήτορας Ανδοκίδης μόλις διέφυγε την ποινή του θανάτου και ο Πλάτωνας μιλούσε για τα μυστήρια με μεγάλη επιφύλαξη.
Οι πενιχρές μαρτυρίες για το περιεχόμενο των τελετών προέρχονται κυρίως από χριστιανούς συγγραφείς, οπότε δεν θα πρέπει να θεωρηθούν απόλυτα έγκυρες και αξιόπιστες, δεδομένης της προκατάληψης και της εχθρότητας, με την οποία αντιμετώπιζαν οι Χριστιανοί τις ειδωλολατρικές τελετές των εθνικών.
Από τις ελάχιστες πάντως μαρτυρίες που μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστες και από παραστάσεις έργων τέχνης, το σύνολο των νεώτερων ερευνητών έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα τεκταινόμενα στα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν δρώμενα, τα οποία αναπαριστούσαν με δραματικό τρόπο τον μύθο της Δήμητρας και της Κόρης.
Μια πιθανή αναπαράσταση της τελετής μπορεί να περιγραφεί ως εξής:
Ο ιεροφάντης, υποδυόμενος τον Πλούτωνα, άρπαζε την ιέρεια της Δήμητρας, που υποδυόταν την Κόρη και παρά τη θέλησή της, την οδηγούσε στον Άδη, όπου τελούνταν ο ιερός γάμος τους. Ακολουθούσαν οι περιπλανήσεις της τραγικής μητέρας, η δεξίωση του Κελεού, η άνοδος της Κόρης από τον Άδη, με τη συνοδεία του Ερμή, τον οποίο υποδυόταν ο ιερός κήρυξ των Μυστηρίων, η συνάντηση μητέρας και κόρης μέσα σε άπλετο φως από τις δάδες που θα κράδαιναν οι μύστες και τέλος η αποδημία του Τριπτόλεμου, στον οποίο η Δήμητρα ανέθεσε την ιερή αποστολή να διδάξει στους ανθρώπους τον τρόπο καλλιέργειας της γης.
Εναλλαγή φωτός και σκότους
Το ερώτημα που έχει απασχολήσει τους περισσότερους μελετητές των Μυστηρίων είναι που ακριβώς τελούνταν αυτές οι δραματικές παραστάσεις.
Ο Φουκάρ, στηριζόμενος σε διάφορες μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων, κυρίως τον Αριστοφάνη, πιστεύει ότι κατά τη διάρκεια της τελετής υπήρχε έντονη εναλλαγή σκότους και φωτός. Φαντάζεται το δάπεδο διαιρεμένο σε πολλά τμήματα, καθοριζόμενα από τους κίονες, με το καθένα από αυτά να αναπαριστά ένα τμήμα του Άδη. Έτσι, στον κάτω όροφο, οι μύστες έβλεπαν τον σκοτεινό και ζοφερό Άδη, με τα βάσανα και τις δοκιμασίες των ανθρώπων που δεν είχαν μυηθεί στα Μυστήρια, ενώ ξαφνικά φωτιζόταν και εμφανιζόταν στα μάτια τους ο επάνω όροφος με τα κατάφωτα Ηλύσια Πεδία και τους χορούς των μυημένων στα Μυστήρια της θεάς.
Για τη δημιουργία ισχυρότατων εντυπώσεων και δραματικών συναισθημάτων στους μύστες, ο Φουκάρ δέχεται και τη χρήση μηχανημάτων, για την ύπαρξη όμως των οποίων δεν συνηγορεί καμιά αρχαία μαρτυρία.
Σε αντίθεση με τον Φουκάρ, ο Νόακ δεν δέχεται την ύπαρξη δύο ορόφων και πιστεύει ότι το Τελεστήριο ήταν ενιαίο. Αποκλείει, επίσης, την ενεργό συμμετοχή των μυστών στα δρώμενα, αλλά δέχεται την κατάσταση των παθών, τις διεγέρσεις του τρόμου και της φρίκης, εντυπώσεις συγκλονιστικές και βασανιστικές για τους συμμετέχοντες στις τελετές. Κατά τον Νόακ, τα δρώμενα δεν ήταν δράμα, με την κανονική έννοια του όρου, αλλά μόνο στοιχεία δράματος, στερούμενα ουσιαστικά διαλόγων και τελούμενα ως παντομίμες. Συγκεκριμένα, τα παιχνίδια της Κόρης με τις φίλες της, πριν από την αρπαγή, είχαν τη μορφή κύκλιου χορού, εκτελούμενου από τις ιέρειες της θεάς, στην Ελευσίνα. Η αρπαγή συνοδευόταν από την απότομη συσκότιση της αίθουσας, συμβολική του κόσμου των νεκρών, ενώ στη συνέχεια, με την επάνοδο του φωτός, η θλιμμένη μητέρα, την οποία υποδυόταν η ιέρεια της θεάς θα διερχόταν, θρηνώντας γοερά, και τις τέσσερις πλευρές της αίθουσας και σταθμεύοντας καθεμία από αυτές, ώστε να γίνεται από όλους ορατή.Δείτε την επόμενη ή προηγούμενη σελίδα πατώντας τα νούμερα