Οι προσφεύγοντες ζητούσαν να κηρυχθούν αντισυνταγματικές οι μειώσεις που επέφερε στις αποδοχές τους αναδρομικά ο νόμος 4093/12
Στο «κενό» έπεσαν οι προσφυγές που είχαν καταθέσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) μέλη Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) που ζητούσαν να ακυρωθεί το «ψαλίδι» που έπεσε στις αποδοχές σε εφαρμογή Μνημονίου.
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές και τα επιχειρήματα των των προσφευγόντων, έκρινε όμως πως το όλο θέμα πρέπει να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του ΣτΕ για οριστική κρίση λόγω σημαντικών νομικών ζητημάτων που ανέκυψαν.
Ειδικότερα, οι προσφεύγοντες ζητούσαν να κηρυχθούν αντισυνταγματικές οι μειώσεις που επέφερε στις αποδοχές τους αναδρομικά ο νόμος 4093/12. Όπως ανέφεραν, απώλεσαν χρήματα από 1.8.2012 έως 30.4. 2013 (τότε κατατέθηκε η προσφυγή) λόγω των περικοπών που επιβλήθηκαν με τον Ν. 4093/012 (Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013−2016).
Υπενθυμίζεται ότι ο συγκεκριμένος νόμος επέβαλλε σειρά μέτρων σε μισθωτούς και συνταξιούχους με στόχο η κυβέρνηση να εξοικονομήσει 18,1 δισ. ευρώ και να ανοίξει έτσι ο δρόμος για την επόμενη δόση. Μάλιστα, οι προσφεύγοντες ανέφεραν ότι θα πρέπει να αποζημιωθούν τρεις καθηγητές ιατρικής, φιλοσοφικής και οδοντιατρικής με ποσά από 3.426 έως 6.801 ευρώ. Ένα δε από τα βασικά τους επιχειρήματα ήταν ότι οι αποδοχές τους μετά και τις προηγούμενες αλλεπάλληλες μειώσεις (βάση προγενέστερων νόμων) δεν επαρκούν για την άσκηση των ακαδημαϊκών τους καθηκόντων ούτε όμως και για να καλύπτουν τα έξοδα διαβίωσης τους.
Ωστόσο, το ΣΤ’ Τμήμα του ΣτΕ με απόφασή του απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς των μελών ΔΕΠ και έκρινε ότι με τις μειώσεις του Ν. 4093/2012 δεν παραβιάζονται οι διατάξεις του Συντάγματος που κατοχυρώνουν την ισότητα, την αναλογικότητα, την αξιοκρατία και την ιδιοκτησία, κλπ και ούτε θίγεται το πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Ακόμη, οι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί έκριναν ότι οι μειώσεις έγιναν για λόγους δημοσίου συμφέροντος λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης και ότι το Σύνταγμα επιτάσσει ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση για τα μέλη ΔΕΠ λόγω της φύσης των καθηκόντων τους. Όμως
-αναφέρουν στην απόφασή τους τα μέλη του ΣΤ΄ Τμήματος του ΣτΕ- ο χαρακτηρισμός των μελών ΔΕΠ ως δημοσιών λειτουργών και η υποχρέωση ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισή τους δεν επιβάλλει τη μισθολογική εξομοίωσή τους με τους δικαστικούς λειτουργούς ή άλλες κατηγορίες εργαζομένων που συνδέονται με τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας. Για τις κατηγορίες αυτές, στις οποίες συγκαταλέγονται και οι στρατιωτικοί, όπως σημειώνει το ΣτΕ προβλέπονται δεσμεύσεις απασχόλησης, ειδικές συνθήκες εργασίας που συνεπάγονται κινδύνους, απαγορεύσεις, περιορισμούς δικαιωμάτων όπως οι στρατιωτικοί.
Επιπλέον, κατά το ΣτΕ το μισθολόγιο των μελών ΔΕΠ μετά την τελευταία μείωση αν και διαμορφώνεται σε μη ικανοποιητικά επίπεδα, δεν είναι τέτοιο που να μην διασφαλίζει στους προσφεύγοντες ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης ή να μην τους επιτρέπει να ασκήσουν τα καθήκοντά τους.
Παρ’ όλα αυτά το ΣΤ΄ Τμήμα του ΣτΕ έκρινε ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια λόγω της σπουδαιότητας νομικών θεμάτων σχετικά με τη συμφωνία των διατάξεων με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ. Πλέον, τον τελικό λόγο έχει η Ολομέλεια του ΣτΕ.
Πηγή: Πηγή