Το βράδυ της 11ης Μαΐου του 1960, δύο αυτοκίνητα με αναμμένες μηχανές περίμεναν έξω από το σπίτι του να επιστρέψει από τη δουλειά του.
Την ώρα που έφθασε, ένας από τους πράκτορες τον φώναξε με το όνομα του και όταν ο Άιχμαν γύρισε, δέχτηκε μία δυνατή γροθιά στο πρόσωπο από άλλο πράκτορα, με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος ουρλιάζοντας από τον πόνο.
Σε δευτερόλεπτα, τον έβαλαν σηκωτό σε ένα από τα δύο αυτοκίνητα και αφού του έδεσαν τα μάτια, τα χέρια και τα πόδια, τον οδήγησαν σε ασφαλές κρησφύγετο, μέχρι να βρουν την κατάλληλη ευκαιρία να τον φυγαδεύσουν, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τις αρχές της Αργεντινής.
Η οικογένειά του τον αναζητούσε. Τηλεφώνησε σε νοσοκομεία μήπως του έχει συμβεί κάτι, απέφευγε όμως να ειδοποιήσει την Αστυνομία. Στο τέλος κατάλαβαν τι είχε συμβεί. Δέκα μέρες αργότερα, η Μοσάντ τον φόρτωσε ναρκωμένο σε ένα εμπορικό αεροσκάφος της Ελ Αλ και τον οδήγησε στην Ιερουσαλήμ.
Η παράνομη απαγωγή προκάλεσε διπλωματικό επεισόδιο μεταξύ Αργεντινής και Ισραήλ Η δίκη του Άιχμαν Η δίκη του Άιχμαν Στις 23 Μαΐου του 1960, ο ηγέτης του Ισραήλ Νταβίντ Μπεν Γκουριόν, ανακοίνωσε τη σύλληψη του εγκληματία πολέμου Άιχμαν. Η Αργεντινή διαμαρτυρήθηκε και ζήτησε την σύγκλιση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Υποστήριξαν ότι παραβιάσθηκαν τα κυριαρχικά δικαιώματα του κράτους τους, αλλά και το Διεθνές Δίκαιο, που απαγόρευε την απαγωγή πολίτη από επικράτεια ουδέτερης χώρας, χωρίς ενημέρωση των αρχών της. Στη διαμάχη που ακολούθησε, το Ισραήλ παραδέχθηκε την παραβίαση, αλλά δικαιολογήθηκε ότι η παράνομη απαγωγή έγινε από οργάνωση Εβραίων πολιτών και όχι από κρατικούς υπαλλήλους.Δείτε την επόμενη ή προηγούμενη σελίδα πατώντας τα νούμερα