Μπορεί η συγκεκριμένη διαταραχή της όρασης να ονομάζεται αχρωματοψία, όμως δεν συνεπάγεται ότι το άτομο βλέπει τον κόσμο γύρω του σε άσπρο-μαύρο.
Για την ακρίβεια, όσοι δεν μπορούν να διακρίνουν το πλήρες φάσμα των χρωμάτων πάσχουν από ανεπάρκεια χρωματικής όρασης (CVD), όμως στην καθομιλουμένη έχει επικρατήσει ο όρος αχρωματοψία για να περιγραφεί το φαινόμενο.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Οπτομετρική Εταιρεία (AOA), πρόκειται για την αδυναμία διάκρισης των διαφόρων αποχρώσεων, ανάλογα με τον τύπο ανεπάρκειας από τον οποίο πάσχει το άτομο: αδυναμία διάκρισης κόκκινου/πράσινου χρώματος, αδυναμία διάκρισης μπλε/κίτρινου χρώματος ή πλήρης αχρωματοψία (το άτομο βλέπει μόνο αποχρώσεις του γκρι). Η αδυναμία διάκρισης μεταξύ κόκκινου και πράσινου είναι ο συνηθέστερος τύπος αχρωματοψίας.
Η ανεπάρκεια χρωματικής όρασης μπορεί να είναι κληρονομική ή επίκτητη, αποτέλεσμα καταρράκτη, διαβήτη ή Αλτσχάιμερ. Η κληρονομική αχρωματοψία πλήττει συχνότερα τους άντρες. Η επίκτητη αχρωματοψία είναι δυνατό να θεραπευτεί –εάν, για παράδειγμα, αφαιρεθεί ο καταρράκτης, η όραση επανέρχεται στο φυσιολογικό. Δεν υπάρχει θεραπεία για την κληρονομική αχρωματοψία.
Υπάρχουν διάφορα τεστ αξιολόγησης για την ανεπάρκεια χρωματικής όρασης, όμως το πλέον δημοφιλές είναι το τεστ Ισιχάρα. Το 1917, ο Ιάπωνας γιατρός Σινόμπου Ισιχάρα επινόησε το Τεστ Αντίληψης των Χρωμάτων για να εντοπίζει όχι μόνο ποιος έχει αχρωματοψία αλλά και τι είδος αχρωματοψίας έχει. Ο γιατρός αφιέρωσε 50 ολόκληρα χρόνια ώστε να σχεδιάσει και να τελειοποιήσει το τεστ και έκτοτε χρησιμοποιείται ευρύτατα ως διαγνωστικό εργαλείο. Χρησιμοποιώντας χρωματιστούς κύκλους, αριθμούς και γραμμές, το τεστ βοηθά στην αξιολόγηση της ικανότητας αντίληψης των διαφόρων αποχρώσεων. Μπορείτε να κάνετε το τεστ εδώ.
Στο βίντεο που ακολουθεί, θα ακούσετε τις μαρτυρίες ανθρώπων με αχρωματοψία και θα δείτε μια προσομοίωση των συνθηκών κάτω από τις οποίες βλέπουν τον κόσμο γύρω τους.