Η Μόσχα απέδωσε πολιτικά κίνητρα στην χθεσινή υποβάθμιση, από τον οίκο αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας Standard & Poor’s, του κρατικού αξιόχρεου της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην κατηγορία των «κερδοσκοπικών» τοποθετήσεων, ή των «σκουπιδιών» στην ορολογία των χρηματαγορών, κρίνοντας ότι οφείλεται μάλλον στη βούληση της Ουάσινγκτον να πλήξει περαιτέρω τη ρωσική οικονομία, εν μέσω της αναζωπύρωσης της σύγκρουσης στην Ουκρανία, παρά για μια τεχνική απόφαση του οίκου, η οποία αντανακλά τις αδυναμίες της ρωσικής οικονομίας.
Η υποβάθμιση, η οποία ανακοινώθηκε χθες βράδυ από τον αμερικανικό οίκο, του ρωσικού κρατικού αξιόχρεου στην κατηγορία των «σκουπιδιών» από BB+ φέρνει τη Ρωσία στην ίδια θέση με πολύ λιγότερο ισχυρά κράτη, όπως η Βουλγαρία ή η Ινδονησία.
Η απόφαση του οίκου πάντως δεν ήταν απροσδόκητη για πολλούς, οι οποίοι τη φοβούνταν έπειτα από μια χρονιά εντεινόμενης απομόνωσης της Ρωσίας, μεγάλης πτώσης των τιμών του πετρελαίου —της βασικής πηγής εσόδων της χώρας— αλλά και της ελεύθερης πτώσης του ρωσικού νομίσματος (-41% έναντι του δολαρίου από τις αρχές του 2014).
Για τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ η απόφαση του οίκου είναι πάντως «κατευθυνόμενη» και «δεν αντανακλά την πραγματική κατάσταση».
Η ανακοίνωση αυτή του S&P «εντάσσεται στο νέο κύμα αντιρωσικής υστερίας», έκρινε από τη δική του πλευρά ο υφυπουργός Εξωτερικών Βασίλι Νεμπένζια, σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων RIA Novosti.
«Δεν έχω καμιά αμφιβολία για το γεγονός ότι [σ.σ. η απόφαση να υποβαθμιστεί το ρωσικό κρατικό αξιόχρεο] ελήφθη όχι με την πρόταση, αλλά κατόπιν άμεσης διαταγής της Ουάσινγκτον», πρόσθεσε ο ίδιος.
Ο Πεσκόφ, σε παρόμοιο τόνο, ανέφερε ότι με δεδομένο ότι η απόφαση αυτή «είναι πολιτικά υποκινούμενη», είναι «απίθανο οι εταιρείες οι διοικήσεις των οποίων είναι ευφυείς να τη λάβουν, ή ότι θα έπρεπε να τη λάβουν υπόψη τους».
Για τον υφυπουργό Εξωτερικών Νεμπένζια, η υποβάθμιση εντάσσεται στις «συντονισμένες ενέργειες που επιχειρούνται προκειμένου να υπονομευθεί η οικονομία» της Ρωσίας, στο πλαίσιο του «πολέμου των κυρώσεων».
Η εξέλιξη σημειώθηκε καθώς η Ουάσινγκτον και οι Βρυξέλλες λένε ότι ετοιμάζονται να επιβάλουν νέες κυρώσεις στη Μόσχα εξαιτίας της υποστήριξής της στους φιλορώσους αυτονομιστές στην ανατολική Ουκρανία, όπου το Σαββατοκύριακο αναφέρθηκαν πολύνεκρες εχθροπραξίες με επίκεντρο τη Μαριούπολη, όπου βρίσκεται ένα λιμάνι στρατηγικής σημασίας.
Η ανακοίνωση του S&P, που οδήγησε εκ νέου το ρούβλι σε πτώση και σε επίπεδα παρόμοια με εκείνα του Δεκεμβρίου, σημαίνει ουσιαστικά ότι τα αξιόγραφα του ρωσικού κράτους, και κατά συνέπεια αυτά των μεγάλων δημοσίων επιχειρήσεων, θα εξαιρεθούν από το πορτφόλιο πολλών από τις σημαντικότερες επενδυτικές εταιρείες.
Ο υπουργός Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ, ο οποίος χθες επέκρινε τον οίκο αξιολόγησης για «υπερβολική απαισιοδοξία», επανήλθε και κάλεσε να μην «δραματοποιείται η κατάσταση», προσπαθώντας να υποβαθμίσει την εξέλιξη αυτή.
«Ο οίκος πήρε την απόφασή του χωρίς να αναγνωρίζει τα μέτρα που ελήφθησαν από την κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της κρίσης», συμπεριλαμβανομένων των «μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», πρόσθεσε ακόμη ο Αντόν Σιλουάνοφ.
Πηγή