Μένουν ξύπνιοι μέχρι αργά το βράδυ, κοιμούνται κατά μέσο όρο λιγότερο από εξίμισι ώρες τη νύχτα και σπάνια παίρνουν έναν μεσημεριανό υπνάκο.
Αν νομίζετε ότι πρόκειται για τους σύγχρονους ανθρώπους της πόλης, που είναι γεμάτοι οικονομικά άγχη και τεχνολογικούς πειρασμούς όπως το διαδίκτυο, η τηλεόραση και τα κινητά τηλέφωνα, γελιέστε.
Πρόκειται για τους Χάντζα της Τασμανίας, τους Σαν της Ναμίμπια και τους Τσιμάνε της Βολιβίας!
Μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, η οποία έγινε σε φυλές που ακολουθούν ακόμη τον πρωτόγονο τρόπο ζωής των παλαιολιθικών κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, έρχεται να απομυθοποιήσει την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση πως ο σύγχρονος πολιτισμός φταίει που οι άνθρωποι κοιμούνται λίγο.
Φαίνεται πως ακόμη και οι απαλλαγμένοι από τα βάσανα του πολιτισμού μας, έχουν παρόμοιες συνήθειες τελικά. Δεν αποκλείεται, συνεπώς, και οι μακρινοί πρόγονοί μας να μην κοιμούνταν το «ενδεδειγμένο» οκτάωρο.
Οι ερευνητές, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό βιολογίας "Current Biology", μελέτησαν τις συνήθειες τριών απομονωμένων φυλών της Αφρικής και της Νότιας Αμερικής, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Ο Σίγκελ, πρώην πρόεδρος της Εταιρείας Μελετών του Ύπνου, θεωρείται διεθνής αυθεντία στα θέματα του ύπνου και κατά την τελευταία διετία συνεργάσθηκε με ανθρωπολόγους, στρέφοντας το ενδιαφέρον του στο πόσο κοιμούνται οι άνθρωποι που συνεχίζουν να έχουν παραδοσιακό τρόπο ζωής.
Είναι, έτσι, η πρώτη φορά που μελετώνται συστηματικά οι συνήθειες του ύπνου των σύγχρονων κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, οι οποίοι δεν έχουν καν ηλεκτρισμό.
Το συμπέρασμα της νέας έρευνας αμφισβητεί την κυρίαρχη αντίληψη για τις συνήθειες των προβιομηχανικών ανθρώπων, καθώς φαίνεται πως οι συνήθειες του ύπνου στη βιομηχανική και μεταβιομηχανική εποχή δεν διαφέρουν και τόσο από εκείνες στην προβιομηχανική.
«Υπήρχε ανέκαθεν ο ισχυρισμός ότι η σύγχρονη ζωή έχει μειώσει τις ώρες του ύπνου, σε σχέση με το πόσο κοιμούνταν οι πρόγονοί μας. Όμως τα ευρήματά μας δείχνουν ότι αυτό είναι ένας μύθος», δήλωσε ο επιστήμονας.
Όπως διαπιστώθηκε, οι σύγχρονοι πρωτόγονοι, παρ’ όλο που δεν έχουν ηλεκτρικό ρεύμα, δεν πέφτουν για ύπνο μόλις δύσει ο ήλιος (όπως πολλοί νόμιζαν έως τώρα), αλλά κοιμουνται κατά μέσο όρο τρεισήμισι ώρες μετά τη δύση.
Μέχρι να κοιμηθούν, καθισμένοι γύρω από τη φωτιά στον καταυλισμό τους τρώνε, ετοιμάζουν το φαγητό της επόμενης μέρας, φτιάχνουν βέλη ή απλώς κάνουν μελλοντικά σχέδια.
Η μέση διάρκεια του ύπνου τους είναι έξι ώρες και 25 λεπτά (από 5,7 έως 7,1 ώρες), ενώ ποικίλει ανάλογα με την εποχή του έτους (έξι ώρες το καλοκαίρι και επτά τον χειμώνα). Ο χρόνος αυτός αντιστοιχεί στο κάτω όριο του ύπνου του μέσου ενήλικα στις ανεπτυγμένες χώρες σήμερα. Επιπλέον, οι πρωτόγονοι σπανιότατα ρίχνουν έναν υπνάκο τα μεσημέρια, ενώ συνήθως ξυπνάνε λίγο πριν ανατείλει ο ήλιος.
«Υπάρχει η αντίληψη πως θα πρέπει όλοι να κοιμόμαστε οκτώ ή εννέα ώρες τα βράδια και ότι αν ξεφορτωνόμασταν τη σύγχρονη τεχνολογία, οι άνθρωποι θα κοιμούνταν περισσότερο. Όμως τώρα, για πρώτη φορά, δείξαμε πως αυτό δεν είναι αλήθεια», δήλωσε ο ερευνητής ανθρωπολόγος του Πανεπιστημίου του Νέο Μεξικό.
Παρά τον σχετικά λίγο ύπνο, οι πρωτόγονοι δεν φαίνεται να έχουν προβλήματα υγείας, όπως τάση για παχυσαρκία, υψηλή αρτηριακή πίεση και χοληστερόλη. Επίσης, δεν πάσχουν από αϋπνία, σε βαθμό να μην έχουν καν τη σχετική λέξη στο λεξιλόγιό τους.
Μόνο το 1,5% έως 2,5% μένουν άϋπνοι για πάνω από μια νύχτα μέσα στο έτος, όταν συγκριτικά το αντίστοιχο ποσοστό χρόνιας αϋπνίας στις σύγχρονες τεχνολογικές κοινωνίες κυμαίνεται απο 10% έως 30%.