Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο για την ανακεφαλαοποίηση των τραπεζών. Το Σάββατο το βράδυ η ψηφοφορία του.
Η συζήτηση επί του νομοσχεδίου έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει σήμερα το απόγευμα στην Επιτροπή ενώ η ψήφισή του από την Ολομέλεια αναμένεται αύριο το βράδυ.
Με το νομοσχέδιο, όπως αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση, « ρυθμίζεται το πλαiσιο της ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας.
Οι σχετικές διατάξεις του νόμου του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας επικαιροποιούνται ενώ παράλληλα εισάγονται νέες ρυθμίσεις που αποβλέπουν στην ενίσχυση του ρόλου του Ταμείου ως μηχανισμού ενίσχυσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος».
«Το Ταμείο στους επόμενους μήνες θα συμμετάσχει στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με σημαντικά ποσά και καλείται να διαχειριστεί με τον καλύτερο τρόπο αυτή την τελευταία προσπάθεια για την ανάκαμψη της οικονομίας», αναφέρεται στην εισηγητική και επισημαίνεται ότι «το Ταμείο καλείται να έχει έναν αυξημένο ρόλο στη διακυβέρνηση των τραπεζών, τις διοικήσεις των οποίων θα αξιολογεί συστηματικά προκειμένου να διασφαλίσει ότι αξιοποιούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους πόρους λαμβάνουν από τον έλληνα φορολογούμενο», σημειώνεται στην Έκθεση.
Για τις 5 το απόγευμα έχει οριστεί η συζήτηση του στην αρμόδια Επιτροπή με στόχο να ψηφιστεί με τη διαδικασία του κατεπείγοντος το βράδυ του Σαββάτου, έχοντας προηγηθεί η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των stress tests από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι η συμμετοχή του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην επικείμενη ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών με την έκδοση κοινών μετοχών με δικαίωμα ψήφου ή με την έκδοση υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών (Contingent Convertible Securities) ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων που θα καλύπτονται από το Ταμείο. Με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου θα καθοριστεί ο επιμερισμός της συμμετοχής του Ταμείου μεταξύ των κοινών μετοχών και των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή των λοιπών μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων, ζήτημα για οποίο υπήρξε χθες, εμπλοκή με τα τεχνικά κλιμάκια, τα οποία απαιτούσαν αυτό το στοιχείο να περιλαμβάνεται στο ν/σ. Κάτι όμως, που δεν ήταν δυνατόν, καθώς δεν είναι γνωστές οι κεφαλαιακές ανάγκες, καθώς και η τιμή που θα γίνουν οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Η τιμή κάλυψης των μετοχών ορίζεται ως η χρηματιστηριακή τιμή, όπως αυτή προκύπτει από την διαδικασία του βιβλίου προσφορών (book building) που διενεργείται από κάθε πιστωτικό ίδρυμα. Με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου, το Ταμείο μπορεί να δεχτεί αυτήν την τιμή υπό την προϋπόθεση ότι το Ταμείο έχει αναθέσει και έχει λάβει γνώμη από ανεξάρτητο χρηματοοικονομικό σύμβουλο, ο οποίος συμπεραίνει ότι η διαδικασία βιβλίου προσφορών είναι σύμφωνη με την διεθνή βέλτιστη πρακτική στις συγκεκριμένες περιστάσεις.
Το Ταμείο δύναται να ασκεί, να διαθέτει ή να παραιτείται των δικαιωμάτων του προτίμησης σε περιπτώσεις αύξησης μετοχικού κεφαλαίου ή έκδοσης υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων των πιστωτικών ιδρυμάτων που αιτούνται την παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης.
Τo Ταμείο θα μπορεί πλέον να ασκεί πλήρως τα δικαιώματα ψήφου που αντιστοιχούν στις μετοχές που αναλαμβάνει στο πλαίσιο της τρέχουσας κεφαλαιακής ενίσχυσης, ενώ για τις υφιστάμενες μετοχές που κατέχει θα ισχύουν οι περιορισμοί που προβλέπονται και σήμερα υπό την προϋπόθεση ότι η ιδιωτική συμμετοχή είναι τουλάχιστον ίση με το 50%.
Δικαιώματα εκπροσώπου του ΤΧΣ στις τράπεζες
Το Ταμείο εκπροσωπείται με ένα μέλος στο Διοικητικό Συμβούλιο του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο έχει παρασχεθεί κεφαλαιακή ενίσχυση. Η ιδιότητα του εκπροσώπου του Ταμείου είναι ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα του εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου.
Ο εκπρόσωπος του Ταμείου στο Διοικητικό Συμβούλιο έχει:
α) το δικαίωμα να ζητεί τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων.
β) το δικαίωμα αρνησικυρίας στη λήψη οποιοσδήποτε απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του πιστωτικού ιδρύματος:
i) σχετικής με τη διανομή μερισμάτων και την πολιτική παροχών και πρόσθετων απολαβών προς τον Πρόεδρο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και για όσους έχουν τη θέση και εκτελούν καθήκοντα γενικού διευθυντή, καθώς και για τους αναπληρωτές τους,
ii) εφόσον η υπό συζήτηση απόφαση δύναται να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των καταθετών ή να επηρεάσει σοβαρά τη ρευστότητα ή τη φερεγγυότητα ή την εν γένει συνετή και εύρυθμη λειτουργία του πιστωτικού ιδρύματος (όπως επιχειρηματική στρατηγική, διαχείριση στοιχείων ενεργητικού – παθητικού κλπ.),
iii) που αφορά εταιρικές πράξεις και η οποία απόφαση δύναται να επηρεάσει σημαντικά τη συμμετοχή του Ταμείου στο μετοχικό κεφάλαιο του πιστωτικού ιδρύματος.
iv) το δικαίωμα να ζητεί την αναβολή επί 3 εργάσιμες ημέρες της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου του πιστωτικού ιδρύματος, προκειμένου να λάβει οδηγίες από την Εκτελεστική Επιτροπή του Ταμείου.
Πότε γίνεται «κούρεμα» των ομολογιούχων
Στο νομοσχέδιο προβλέπονται και οι διαδικασίες για την συμμετοχή των ιδιωτών μετόχων και ομολογιούχων στη διάσωση μιας τράπεζας, εάν αυτή δεν μπορεί να καλύψει το κεφαλαιακό έλλειμμα της. Στο ν/σ αναφέρεται ότι «προκειμένου να αποφευχθούν σημαντικές διαταραχές στην οικονομία με αρνητικές συνέπειες στους πολίτες, και προκειμένου η κρατική ενίσχυση να είναι η μικρότερη δυνατή», με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, κατόπιν σχετικής εισήγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, αποφασίζεται η υποχρεωτική κατανομή του υπολοίπου του κεφαλαιακού ελλείμματος του πιστωτικού ιδρύματος στους κατόχους κεφαλαιακών μέσων και άλλων υποχρεώσεων, όπως κρίνεται κάθε φορά αναγκαίο. Η κατανομή με σειρά προτεραιότητας έχει ως εξής:
α. στις κοινές μετοχές,
β. εάν είναι απαραίτητο, στις προνομιούχες μετοχές και στα άλλα μέσα κεφαλαίου της κατηγορίας 1 (CET 1 instruments),
γ. εάν είναι απαραίτητο, στα πρόσθετα μέσα κατηγορίας 1 (Tier 1 instruments)
δ. εάν είναι απαραίτητο, στα μέσα κατηγορίας 2 (Tier 2 instruments)
ε. εάν είναι απαραίτητο, σε όλες τις άλλες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης
στ. εάν είναι απαραίτητο, στις μη εξασφαλισμένες υποχρεώσεις με εξοφλητική προτεραιότητα που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου (unsecured senior liabilities non preferred by mandatory provisions of law).
Σε περίπτωση μετατροπής των προνομιούχων μετοχών, που εκδόθηκαν βάσει του άρθρου 1 του νόμου 3723/2008 (νόμος Αλογοσκούφη), σε κοινές μετοχές του πιστωτικού ιδρύματος, η κυριότητα των κοινών μετοχών περιέρχεται αυτοδικαίως στο Ταμείο. Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, απαιτήσεις της ίδιας τάξης τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης.
Τα αναγκαστικά μέτρα περιλαμβάνουν:
α. την απορρόφηση τυχόν ζημιών από τους μετόχους ώστε να εξασφαλίζεται ότι η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος είναι μηδενική, όπου είναι απαραίτητο, δια της μείωσης της ονομαστικής αξίας των μετοχών, ύστερα από απόφαση του αρμοδίου οργάνου του πιστωτικού ιδρύματος.
β. τη μείωση της ονομαστικής αξίας των προνομιούχων μετοχών και άλλων μέσων κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των πρόσθετων μέσων κατηγορίας 1, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των μέσων κατηγορίας 2 και των λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των μη εξασφαλισμένων υποχρεώσεων με εξοφλητική προτεραιότητα που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος θα είναι ίση με μηδέν, ή
γ. σε περίπτωση που η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος είναι ανωτέρα του μηδενός, τη μετατροπή των άλλων μέσων κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 και, εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των πρόσθετων μέσων κατηγορίας 1, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των μέσων κατηγορίας 2 και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο των λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των μη εξασφαλισμένων υποχρεώσεων με εξοφλητική προτεραιότητα που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου, σε κοινές μετοχές, ώστε να αποκατασταθεί το αναγκαίο επίπεδο του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας για τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως αυτό απαιτείται από την αρμόδια αρχή.