Πέρα από τις πολυδάπανες εγκαταστάσεις που παραδόθηκαν στη φθορά και την εγκατάλειψη, εξίσου ανεκμετάλλευτο παραμένει το πραγματικό κεφάλαιο των Ολυμπιακών του 2004: οι δεκάδες χιλιάδες εθελοντές, η ουσία και η ψυχή των Αγώνων, αφού απέμειναν και αυτοί παραμελημένοι, με μόνη κληρονομιά τις αναμνήσεις από μια περίοδο συλλογικής και ανιδιοτελούς προσφοράς
Απέναντι στις εγκαταστάσεις του «Αθήνα 2004» που μετατρέπονται σε μνημεία εγκατάλειψης, πειστήρια οικονομικής κατάρρευσης και αδιαφορίας στέκουν οι αφανείς ήρωες των Ολυμπιακών Αγώνων, οι εθελοντές που αποδείχτηκαν η ψυχή της διοργάνωσης. Οπως δηλώνουν τρεις από τις εθελόντριες, η φλόγα του 2004 δεν έσβησε ποτέ μέσα τους.
Δραματικοί και μακάβριοι τίτλοι όπως «Εδώ καταρρέει η ολυμπιακή ιστορία», «Φαντάσματα τα ολυμπιακά στάδια της Αθήνας» κ.λπ. μπορεί να ικανοποιούν τη διάθεση των αλλοδαπών media για ρεπορτάζ-κλισέ από τη δύστυχη σημερινή Ελλάδα, ως συνήθως όμως αποδίδουν μόνο μία όψη της πραγματικότητας. Ουδείς αμφισβητεί ότι η μετα-ολυμπιακή πορεία της χώρας αντικατοπτρίζεται κατά κάποιον τρόπο στη θλιβερή όψη των εγκαταλειμμένων σταδίων. Μιλώντας σήμερα με μερικές από τις εθελόντριες του 2004, διαπιστώνει κανείς αμέσως ότι το πνεύμα της ανιδιοτελούς προσφοράς είναι ίσως το μόνο πραγματικά ανεξίτηλο ίχνος, η μόνη πραγματικά ζωντανή κληρονομιά που άφησαν στη συλλογική ψυχή των Ελλήνων οι Αγώνες του 2004. Εστω και αν αυτό το πολύτιμο δυναμικό έμεινε ανεκμετάλλευτο.
Αύγουστος 2004
Κέντρο Κανόε Καγιάκ στο Ελληνικό
Το καλοκαίρι του 2004 η Τζίνα Φλωράτου ήταν 23 ετών, ασκούμενη δικηγόρος και πρώην αθλήτρια της τοξοβολίας με εξαιρετικές επιδόσεις – εγκατέλειψε όμως το άθλημα χάριν των σπουδών της στην Ιταλία. Ως εθελόντρια είχε την εξαιρετική τύχη να ακολουθήσει την ολυμπιακή δάδα σε μια τεράστια περιοδεία ανά την υφήλιο. «Πολλές φορές είχαμε μόνο μία ώρα στη διάθεσή μας για να κοιμηθούμε, συνήθως στη διάρκεια κάποιας πτήσης από πόλη σε πόλη, κάπου στον πλανήτη. Σήμερα για το μόνο που μετανιώνω είναι ότι τότε επέτρεψα στον εαυτό μου να κοιμηθεί, χάνοντας έστω και αυτό το ελάχιστο διάστημα από μια απίστευτη εμπειρία», δηλώνει η κυρία Φλωράτου.
Αύγουστος 2014
Η πίστα στο Ελληνικό έχει πλέον ερημώσει
Το παράδοξο στην περίπτωσή της είναι ότι οι υποχρεώσεις της ως εθελόντριας ολοκληρώθηκαν πριν από την Τελετή Εναρξης, κάτι που σήμαινε ότι ανήκε ήδη στους «βετεράνους», που ανταμείφθηκαν με μοναδικές αναμνήσεις, την επίσημη στολή του εθελοντή και μερικά δώρα από τους χορηγούς. «Η διοργάνωση δεν άφησε τίποτα στην τύχη, ήταν επαγγελματική με όλη τη σημασία του όρου», λέει η κυρία Φλωράτου και επισημαίνει: «Δεν υπήρχε περίπτωση να εμφανιστείς στην πύλη κάποιου σταδίου και να πεις “είμαι εθελόντρια, αφήστε με να περάσω”, ακόμη και αν έδειχνες την ταυτότητά σου. Εγώ, που είχα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την τοξοβολία, χρειάστηκε να πληρώσω εισιτήριο για να δω τους αθλητές που θαύμαζα. Και δεν παραπονιέμαι καθόλου γι’ αυτό, έτσι έπρεπε να γίνει. Οπως χρειάστηκε να καταβάλω περίπου 300 ευρώ για να κρατήσω για πάντα ως ενθύμιο μία δάδα από την ολυμπιακή λαμπαδηδρομία στην οποία συμμετείχα».
«Μεθυσμένοι από την επιτυχία»
Η Μάρθα Σινανά ήταν μια λίγο διαφορετική εκδοχή εθελόντριας, καθώς ξεκίνησε να προσφέρει ανιδιοτελώς τις υπηρεσίες της στη διοργάνωση λόγω της σχέσης της με τον αθλητισμό ως βολεϊμπολίστρια και καθηγήτρια φυσικής αγωγής. Εξετάζοντας όμως το βιογραφικό της, οι υπεύθυνοι της «στρατολόγησης» των ολυμπιακών εθελοντών διέκριναν κάποια προσόντα που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν πολύ καλύτερα από την εκτέλεση βασικών καθηκόντων. Ετσι, η Μάρθα από τη Θεσσαλονίκη προσελήφθη ως συνεργάτις, με μηνιαίες αποδοχές περί τα 1.500 ευρώ, αμοιβή που προβλεπόταν από την τρίμηνη σύμβασή της (Ιούνιος-Αύγουστος 2004) για την παροχή υπηρεσιών προϊσταμένης περίπου 30 εθελοντών στο ολυμπιακό συγκρότημα του Ελληνικού. «Μία από τις φωτογραφίες που έχω κρατήσει από τις ημέρες των Αγώνων είναι τραβηγμένη στις 5.30 το πρωί, μαζί με κάποιες άλλες εθελόντριες», θυμάται σήμερα η Μάρθα Σινανά. «Δουλεύαμε πολύ σκληρά, σε πολύωρες βάρδιες, αλλά κανείς δεν γκρίνιαζε, ούτε διαμαρτυρόταν, παρά την πίεση, τη ζέστη και τη μεγάλη ευθύνη. Επιπλέον, κάθε βράδυ έπρεπε να συντάσσω γραπτή αναφορά σχετικά με το πώς εξελίχθηκε η ημέρα, αν υπήρξαν προβλήματα ή αξιοσημείωτα συμβάντα κ.λπ. για τα οποία έπρεπε να επιληφθεί η ανώτερη διοίκηση». Ωστόσο, όπως τονίζει η κυρία Σινανά, «θα θυμάμαι για πάντα αυτή την περίοδο ως μία από τις πιο συναρπαστικές της ζωής μου. Και νομίζω ότι το πάρτι που έγινε για εμάς τους εθελοντές με τον Σάκη Ρουβά και την Ελλη Κοκκίνου έμεινε αξέχαστο σε όλους όσοι βρέθηκαν εκεί. Ημασταν όλοι μια τεράστια παρέα, μεθυσμένοι από την επιτυχία των Αγώνων, πανηγυρίζαμε για την Ελλάδα που τα είχε καταφέρει, που είχε δείξει σε όλο τον κόσμο το καλύτερό της πρόσωπο. Σε ό,τι με αφορά, καθώς ήμουν υπεύθυνη για το backstage, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά τους καλλιτέχνες, αλλά και ανθρώπους όπως ο Ηλίας Ψινάκης, ο Γιώργος Λεβέντης και, βέβαια, η Γιάννα Αγγελοπούλου».
Η Μάρθα Σινανά θυμάται την αξέχαστη βραδιά που πανηγύριζε
μαζί με τον Σάκη Ρουβά για την ολυμπιακή επιτυχία της Ελλάδας
Συμμετοχή στα κοινά
Το ότι τόσο η Μάρθα Σινανά όσο και η Τζίνα Φλωράτου τα επόμενα χρόνια αναμείχθηκαν ποικιλοτρόπως με τα κοινά διεκδικώντας την εκλογή τους στο Κοινοβούλιο ή στην Αυτοδιοίκηση ίσως δεν είναι κάτι εντελώς τυχαίο και άσχετο με την ανάγκη που τις ώθησε πριν από δέκα χρόνια στον ολυμπιακό εθελοντισμό. Μεταξύ των εθελοντών του 2004 υπάρχουν πάμπολλα άτομα που δοκίμασαν την τύχη τους ως υποψήφιοι σε συλλογικότητες διαφόρων ειδών, ενώ ο ίδιος ο επικεφαλής του μηχανισμού διοίκησης των εθελοντών στους Ολυμπιακούς της Αθήνας, ο πρέσβης κ. Δημήτρης Καραμήτσος-Τζιράς, υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις υψηλού κύρους, με τελευταία αυτή του υπεύθυνου στο γραφείο της ελληνικής προεδρίας στην Ε.Ε. Ενώ όμως η, ρομαντική ενδεχομένως, διάθεση προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο παραμένει θερμή εκ μέρους των εθελοντών, οι ευκαιρίες να αξιοποιηθεί στην πράξη είναι ανύπαρκτες. Στην περίπτωση δε της κυρίας Φλωράτου, η οποία ως μαχόμενη δικηγόρος σήμερα επιδιώκει να συνεισφέρει ανιδιοτελώς όπου μπορεί, η σύντομη επαφή της με την πολιτική ως υποψήφιας βουλευτή υπήρξε αποκαρδιωτική: «Συνειδητοποίησα ότι όλα μετρώνται σε ένα πάρε – δώσε, οπότε θα το σκεφτώ πολύ σοβαρά να αναμειχθώ ξανά με τα κοινά», δηλώνει η ίδια.
Στο τέλος Αυγούστου του 2004 ο -επίσης- Βρετανός δημοσιογράφος Τζιμ Γουάιτ της «Daily Telegraph» έγραφε ότι «στην απονομή του χρυσού μεταλλίου στη Φανή Χαλκιά, όταν η Ελληνίδα αθλήτρια ανέβηκε στο βάθρο και ακούστηκε ο εθνικός ύμνος της πατρίδας της, μου φάνηκε ότι δεν υπήρχε εθελοντής που να μην τραγουδά. Για έναν περίεργο λόγο αμφιβάλλω αν ο πατριωτισμός θα είναι εξίσου γοητευτικός στο Πεκίνο». Τα σχετικά στατιστικά στοιχεία έδειχναν πρωτοφανή προθυμία: σύμφωνα με την έκθεση που υποβλήθηκε στη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, στα γραφεία του «Αθήνα 2004» έφτασαν 168.001 αιτήσεις, από τις οποίες εξετάστηκαν 165.511. Οι εθελοντές που επιλέχθηκαν ήταν 39.494 για τους Ολυμπιακούς και 11.089 για τους Παραολυμπιακούς. Επιπλέον αυτών, υπήρξαν περίπου 8.000 που συμμετείχαν μόνο στην Τελετή Εναρξης. Εννοείται ότι η συντριπτική πλειονότητα (88%) ήταν Ελληνες υπήκοοι, με τις γυναίκες να αποτελούν το 54,6% του συνόλου. Η αθρόα εθελοντική προσφορά για 39 διαφορετικά καθήκοντα το 2004 συνέτριψε το προηγούμενο ρεκόρ, το οποίο κατείχε από το 1996 η Ατλάντα με μόλις 60.400 αιτήσεις.
Αμέτρητες οι φωτογραφίες της Τζίνας Φλωράτου σε όλη την υφήλιο, καθώς ακολούθησε την ολυμπιακή δάδα στην τεράστια διεθνή περιοδεία της
Απέμειναν η διαπίστευση και οι κονκάρδες
Στην Τελετή Λήξης, το αίσθημα της ολυμπιακής μελαγχολίας είχε ήδη αρχίσει να επηρεάζει πολλούς από τους εθελοντές, καθώς η φλόγα των Αγώνων έσβηνε στο ΟΑΚΑ. «Θα μου λείψει πολύ η ομάδα μου, οι άνθρωποι με τους οποίους δούλευα κάθε μέρα όλο αυτό το διάστημα», δήλωνε τον Αύγουστο του 2004 η 19χρονη τότε Σταυρούλα Καραβίδα. Σήμερα εξακολουθεί να θυμάται με νοσταλγία την επαφή της με τους αθλητές, το κλίμα της παρέας που είχε αναπτυχθεί ανάμεσα σε αθλητές από εντελώς διαφορετικά μέρη του πλανήτη οι οποίοι έτυχε να βρεθούν για λίγο στα στάδια της Αθήνας. «Εγώ εργάστηκα στην απονομή των μεταλλίων και ήμουν ντυμένη με παραδοσιακή ελληνική φορεσιά του Λυκείου Ελληνίδων. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την απορία των αθλητών όταν μας έβλεπαν για πρώτη φορά, αλλά και το πόσο ζεσταινόμασταν με τη βαριά στολή, τα μάλλινα καλσόν κ.λπ. Οι μόνες στιγμές δροσιάς ήταν στο πούλμαν που μας μετέφερε από τα κεντρικά γραφεία του “Αθήνα 2004” στο στάδιο». Η Σταυρούλα Καραβίδα, όπως και οι υπόλοιπες εθελόντριες που συνάντησε το «ΘΕΜΑ», φυλά ευλαβικά ως ανεκτίμητα κειμήλια τις επιστολές της διοίκησης για την «πρόσληψή» της, όπως και τη διαπίστευση, η οποία είναι γεμάτη κονκάρδες.
Και είναι θλιβερό τελικά που ο μηχανισμός αξιοποίησης του εθελοντισμού έχει εξαφανιστεί εντελώς από τους ελληνικούς θεσμούς, κάνοντας τους Ολυμπιακούς του 2004 να φαντάζουν απίθανα μακρινοί.
Μόλις 19 χρόνων τότε, η Σταυρούλα Καραβίδα καμάρωνε με την παραδοσιακή ενδυμασία δίπλα στους Ολυμπιονίκες. Σήμερα εξακολουθεί να ανακαλεί με νοσταλγία το κλίμα της παρέας που είχε αναπτυχθεί με αθλητές από εντελώς διαφορετικά μέρη του πλανήτη
Πηγή: Πηγή