Οι διαταραχές του ύπνου είναι αρκετά συχνό φαινόμενο για του καρκινοπαθείς –ειδικότερα όσους κάνουν χημειοθεραπεία ή λαμβάνουν κάποιου άλλου είδους αγωγή– αλλά και για όσους έχουν λάβει θεραπεία στο παρελθόν.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, οι αϋπνίες και ο προβληματικός ύπνος απασχολούν το 30-50% των καρκινοπαθών. Άλλες μελέτες υποδεικνύουν ότι τα ποσοστά μπορεί να αγγίζουν το 75%.
Είναι βέβαιο πως η έλλειψη ύπνου μπορεί να κάνει τη διαχείριση μιας νόσου ακόμη πιο δύσκολη.
Η αϋπνία δεν επηρεάζει μόνο την ποιότητα ζωής. Μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη θεραπεία που εφαρμόζεται και να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης άλλων σωματικών ή ψυχικών παθήσεων.
Για παράδειγμα, η κόπωση που σχετίζεται με τον καρκίνο, η υπνηλία, το άγχος και η κατάθλιψη αποτελούν συχνό φαινόμενο για τα άτομα που αντιμετωπίζουν διαταραχές του ύπνου.
Οι γυναίκες που λαμβάνουν θεραπεία για τον καρκίνο του μαστού επηρεάζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό και συχνά αναφέρουν πως οι διαταραχές του ύπνου είναι ένα από τα πλέον ενοχλητικά συμπτώματα την περίοδο που κάνουν χημειοθεραπεία.
Συλλογική μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το Κέντρο Έρευνας για τον Καρκίνο του Πανεπιστημίου Λαβάλ στο Κεμπέκ και το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια-Σαν Ντιέγκο αποκαλύπτει μικρές διαφοροποιήσεις στον κύκλο δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας σε καρκινοπαθείς πριν και κατά τη θεραπεία.
Το μοτίβο αυτό υποδεικνύει αποδιοργάνωση του νυχθημερή ρυθμού.
Το εσωτερικό βιολογικό μας ρολόι, το οποίο βρίσκεται στον εγκέφαλο, βοηθά στη ρύθμιση του φυσιολογικού ρυθμού του οργανισμού κατά το 24ωρο, από τα επίπεδα θερμοκρασίας και ορμονών έως και το φυσιολογικό κύκλο ύπνου και επαγρύπνησης. Οι διαταραχές του νυχθημερή ρυθμού ίσως συμβάλλουν στην εμφάνιση του καρκίνου.
Κατά τη χημειοθεραπεία, το βιολογικό μας ρολόι χάνει το συγχρονισμό του, αναφέρει η έρευνα. Όσο περισσότερο διαρκεί η θεραπεία, τόσο δυσκολότερο είναι να ρυθμιστεί το βιολογικό ρολόι.
Οι ασθενείς πιθανόν να χρειαστούν γνωστική συμπεριφορική θεραπεία (cognitive behavioral therapy – CBT) ή φωτοθεραπεία ως μέτρο πρόληψης, προκειμένου να μην εξελιχθούν οι διαταραχές σε χρόνιες. Και οι δύο αυτοί τύποι θεραπείας έχουν αποδειχθεί ωφέλιμοι στην περίπτωση καρκίνου του μαστού.
Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία βοηθά στην αναγνώριση και τη μεταβολή σκέψεων ή συμπεριφορών που μπορεί να προκαλέσουν ή να επιδεινώσουν τον ύπνο. Σε αντίθεση με τα υπνωτικά χάπια, αυτό το είδος θεραπείας βοηθά να αντιμετωπιστούν τα βαθύτερα αίτια του προβλήματος.
Η φωτοθεραπεία χρησιμοποιείται για την επαναφορά του βιολογικού ρολογιού, έτσι ώστε να αποκατασταθεί το μοτίβο του ύπνου. Εφαρμόζει τεχνητό φως και εκθέτει τα μάτια σε έντονες αλλά ασφαλείς ποσότητες φωτός για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Η χρονική στιγμή της ημέρας στην οποία χρησιμοποιείται το φως εξαρτάται από τη διαταραχή που αποσκοπεί να διορθώσει.
Εκτός από την αϋπνία, η φωτοθεραπεία χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του συνδρόμου εποχικής συναισθηματικής διαταραχής (Seasonal Affective Disorder – SAD). Το σύνδρομο αυτό είναι μια μορφή κατάθλιψης η οποία εμφανίζεται το φθινόπωρο ή το χειμώνα, δηλαδή τις εποχές που το φως του ήλιου είναι λιγοστό, ενώ επηρεάζει και τα άτομα που πάσχουν από αϋπνία λόγω της εργασίας τους (συχνές εναλλαγές βάρδιας).