Η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία συνήψαν μια ιστορική συμφωνία, την Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου, για το θέμα-ταμπού των «γυναικών ανακούφισης» όπως ονομάζονταν οι πόρνες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο όρος «γυναίκες ανακούφισης» είναι ευφημισμός και δηλώνει ένα ολόκληρο σύστημα σεξουλικών σκλάβων που δημιούργησε ο ιαπωνικός στρατός κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αφορούσε εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες της Ασίας.
Πρόκειται για μια συμφωνία «οριστική και μη αναστρέψιμη» δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Νότιας Κορέας Yun Byung-se μετά τη συνάντηση με τον Ιάπωνα ομόλογό του Fumio Kishida, στη Σεούλ. Ο τελευταίος δήλωσε ότι η Ιαπωνία δέχεται να αποζημίωσει με 1 δις γεν (7,5 εκατομμύρια ευρώ) αυτές τις «γυναίκες ανακούφισης».
Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Shinzo Abe εξέφρασε στα θύματα «συγνώμη και μετάνοια από τα βάθη της καρδιάς του», όπως δήλωσε ο υπουργός του Kishida. Οι περισσότεροι ιστορικοί εκτιμούν ότι πάνω από 200.000 γυναίκες είχαν συρθεί δια της βίας στα μπορντέλα του ιαπωνικού αυτοκρατορικού στρατού και ήταν Κορεάτισσες, Κινέζες, Ινδονήσιες αλλά και από άλλες περιοχές της Ασίας.
Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός και η πρόεδρος της Νότιας Κορέας Park Geun-hye, είχαν συζητήσει το θέμα σε σύνοδο κορυφής τον περασμένο Νοέμβριο. Η κυρία Park είχε δηλώσει τότε ότι η Ιαπωνία πρέπει να ζητήσει συγνώμη για το πολεμικό παρελθόν της καθώς και για το αποικιακό παρελθόν της στη Νότια Κορέα από το 1910 ως το 1945. Η πρόεδρος της Νότιας Κορέας είχε προσθέσει ότι το θέμα των «γυναικών ανακούφισης» ήταν «το μεγαλύτερο εμπόδιο» για να καλιτερεύσουν οι σχέσεις των δύο χωρών. Σε εκείνη τη σύνοδο οι δύο ηγέτες αποφάσισαν να επιλύσουν τα θέματα που δηλητηριάζει τις διμερείς σχέσεις Ιαπωνίας και Νότιας Κορέας εδώ και δεκαετίες.
Απήχθησαν με τη βία
Τα νεαρά κορίτσια, ανήλικα στην πλειοψηφία τους, απήχθηκαν με τη βία από πολλές χώρες της Ασίας ώστε να «ανακουφίζουν» τους στρατιώτες του ιαπωνικού στρατού. Ως σήμερα ο όρος «γυναίκες για ανακούφιση» αμφισβητείται από πολλές οργανώσεις οι οποίες αντιπροτείνουν τον ακόμη βαρύτερο όρο «σεξουαλικές σκλάβες».
Η επίσημη εκδοχή του Ιαπωνικού κράτους είναι ότι το 1937 για να σταματήσουν τους χιλιάδες βιασμούς που έκαναν οι στρατιώτες στις χώρες και τα εδάφη που κατελάμβαναν αναγκάστηκαν να βρουν γυναίκες σε μόνιμη βάση για τις ανάγκες του στρατού, κυρίως πόρνες.
Με διαταγή του τότε υπουργού Αμυνας Hajime Sugiyama και του πρίγκηπα Kotohito Kan’in που ήταν θείος του Χιροχίτο ο ιαπωνικός στρατός κατασκεύασε στα κατεχόμενα εδάφη μπορδέλα με την ονομασία «σπίτια ανακούφισης» ή «κέντρα ξεκούρασης». Περίπου 149 τέτοια «σπίτια» υπήρχαν μόνο στην περιοχή της Σαγκάης.
Μπορδέλα στην υπηρεσία του στρατού
Αυτοί οι οίκοι ανοχής διοικούνταν από τον στρατό ή το ναυτικό και είχαν επικεφαλής αξιωματικούς. Κάθε επίσκεψη πληρώνονταν και οι επικεφαλής έπαιρναν και ένα δικό τους μερίδιο από την πληρωμή. Οι πόρνες δεν έπαιρναν μισθό, μόνο χαρτζηλίκι για αλκοόλ και τσιγάρα.
Υπήρχαν ώρες λειτουργίας (από τις 9 το πρωί ως τα μεσάνυχτα καθημερινά), υπήρχαν ρεπό (2 ημέρες το μήνα), απολύμανση των δωματίων, ιατρικές επισκέψεις και περίθαλψη των γυναικών που ασθενούσαν από σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες.
Οι γυναίκες που απασχολούνταν σε αυτά τα σπίτια ήταν συχνά ανήλικα κορίτσια ενώ οι περισσότερες οδηγήθηκαν εκεί με απαγωγή από την στρατιωτική αστυνομία (Kenpeitai), η οποία επέβλεπε και τιμωρούσε όσες προσπαθούσαν να αποδράσουν. Στα επίσημα αρχαία του ιαπωνικού κράτους, αποδεικνύεται ότι υπήρχαν (μεταξύ 1938 και 1945) τουλάχιστον 2.00 σπίτια ανακούφισης καθώς και ένα κέντρο ανακούφισης με 1.000 γυναίκες για έναν στρατό 100.000 ανδρών, τον Απρίλιο του 1939, στο Kwandong στην Κορέα. Σύμφωνα με τον ιστορικό Yoshiaki Yoshimi, οι γυναίκες προέρχονταν από την Ιαπωνία, τις Φιλιππίνες, την Ινδονησία, την Ινδοκίνα, την Βιρμανία, την Σινγκαπούρη, την Κορέα και την Κίνα.
Συνθήκες ζώου για εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες
Σύμφωνα με κάποιες πρώην γυναίκες ανακούφισης οι συνθήκες ζωής έμοιαζαν με σεξουαλική σκλαβιά. Ηταν ιδιοκτησία των “σπιτιών”, συχνά τις χτυπούσαν, τις βασάνιζαν ή ακόμη και τις ακρωτηρίαζαν. Ορισμένες τουφεκίζονταν όταν ο στρατιώτης δεν έμεινε ικανοποιημένος από τις υπηρεσίες της. Άλλες που προσπάθησαν να διαφύγουν πυροβολήθηκαν.
Η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια της Ιαπωνίας από ανθρωπιστικές οργανώσεις πολλές δεκαετίες αργότερα. Σύμφωνα με αρχεία που βρέθηκαν στα δικαστήρια του Τόκιο η στρατιωτική αστυνομία είχε απαγάγει τα κορίτσια από την Κίνα, την Ινδοκίνα και την Ινδονησία για να αναγκάσει να περάσουν ιατρική εξέταση και στη συνέχεια να τις κλείσει στα σπίτια ανακούφισης.
Στην μαρτυρία του ένας από τους βετεράνους του πολέμου, οYasuji Kaneko, αφηγήθηκε ότι «οι γυναίκες έκλαιγαν αλλά λίγο μας ένοιαζε αν θα ζήσουν ή θα πεθάνουν. Είμασταν οι στρατιώτες του αυτοκράτορα. Είτε στα μπορδέλα του στρατού ή μέσα στα χωριά εμείς βιάζαμε χωρίς δισταγμό».
Ορισμένοι κινέζοι ερευνητές εκτιμούν ότι περίπου 360.000-410.000 ήταν οι γυναίκες που χρησιμοποιήθηκαν στα στρατόπεδα εκ των οποίων οι 200.000 ήταν Κινέζες και οι 142.000 ήταν από την Ινδονησία.
Η πρώτη μαρτυρία για τα σπίτια ανακούφισης του ιαπωνικού στρατού στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε το 1971 από μια Γιαπωνέζα που έγραψε με το ψευδώνυμο Suzuko Shirota. Η μαρτυρία δεν συγκίνησε κανέναν, διεθνώς. Η μαρτυρία έκανε λόγο για την εμπειρία μιας γυναίκας, ορφανής σε ηλικία 14 ετών που πουλήθηκε από τον πατέρα της στα 18 σε έναν ιδιοκτήτη σπιτιού ανακούφισης στην Ταιβάν, για χρήση του ιαπωνικού στρατού του αυτοκράτορα.
Η Ιαπωνία αρνιόταν την ιστορία
Το 1982 ένας Ιάπωνας ονόματι Yoshida Seiji αφηγήθηκε σε συνέντευξη τι έγινε με τις εν λόγω γυναίκες στον Πόλεμο και έγραψε την ιστορία σε ένα βιβλίο με τίτλο Watashi no sensō hanzai (Το δικό μου έγκλημα πολέμου). Αυτό το βιβλίο έκανε γνωστή την υπόθεση.
Ωστόσο, μόνο το 1991 το σκάνδαλο έγινε παγκόσμια γνωστό όταν μια πρώην γυναίκα ανακούφισης έκανε μήνυση στο ιαπωνικό κράτος, η Kim Hak Sun. Από τότε πολλές γυναίκες κατέθεσαν μηνύσεις αλλά και χώρες, όπως η Νότια Κορέα εναντίον της Ιαπωνίας. Από τότε κάθε χρόνο, οι γυναίκες που επέζησαν από τα σπίτια ανακούφισης διαδηλώνουν κάθε χρόνο στη Σεούλ μπροστά στην πρεσβεία της Ιαπωνίας.
Το θέμα απέκτησε πλέον παγκόσμια διάσταση, έφτασε ακόμη και στον ΟΗΕ, αλλά η Ιαπωνία διστάζει να το αναγνωρίσει ως έγκλημα πολέμου και αρνείται ότι εμπλέκεται σε απαγωγές.