Μια μαύρη σελίδα της ιστορίας της Ιρλανδίας ήρθε στην επιφάνεια μέσα από την ηχογραφημένη συνέντευξη μιας εργαζόμενης σε ένα από τα ιδρύματα της χώρας για ανύπαντρες μητέρες, στο «St Mary’s Mother and Baby Home».
(το «Σπίτι»)
Η Τζούλια Ντέβανευ εισήλθε στο ίδρυμα, γνωστό και ως «το Σπίτι», στην πόλη Τουαμ της Ιρλανδίας όταν ήταν μόλις 9 ετών. Έμεινε εκεί μέχρι και το οριστικό κλείσιμο του, το 1961, 36 χρόνια μετά την πρώτη της επίσκεψη. Δούλεψε ως βοηθός των καλογριών Bon Secours που διοικούσαν το σπίτι και γνώριζε από πρώτο χέρι όλα τα μυστικά που έκρυβαν οι κάτοικοι του.
(Η Τζούλια Ντέβανευ)
Σε συνέντευξη που έδωσε σε ένα μετέπειτα εργοδότη της και την οποία ηχογράφησαν, κάποια στιγμή την δεκαετία του 80, αποκάλυψε την ύπαρξη ενός μαζικού τάφου στην αυλή του οικήματος, στον οποίον όπως εξομολογήθηκε βρίσκονται περίπου 800 παιδιά που πέθαναν κατά την παραμονή τους εκεί.
Η συνέντευξη αυτή αποκαλύφθηκε μόλις τον τελευταίο καιρό από την ιστορικό Κάθριν Κόρλες, η οποία και ερευνούσε το θέμα.
(Η ιστορικός Κάθριν Κόρλες)
Η Κόρλες συγκέντρωσε τα ονόματα 796 παιδιών, τα οποία πέθαναν την περίοδο μεταξύ 1925 και 1961 στο «Σπίτι», μια εποχή που οι ανύπαντρες μητέρες της Ιρλανδίας κατέφευγαν σε αυτά τα ειδικά ιδρύματα για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους μακρυά από την κοινωνική κατακραυγή και με πολλά από αυτά να καταλήγουν για υιοθεσία στις ΗΠΑ.
Όπως αποκαλύπτουν σήμερα οι Κυριακάτικοι Ιρλανδέζικοι «Times», η Ντέβανευ είχε δηλώσει στην συνέντευξη της ότι «τα παιδιά πέθαιναν σαν τις μύγες». «Δεν θυμάμαι να ήταν βρέφη, γιατί για τον θάνατο βρεφών υπήρχε πάντα έρευνα μετά, καθώς θεωρείτο παραμέληση από τις υπεύθυνες. Αλλά για τα παιδιά που ήταν άνω του ενός έτους, οι αρχές θεωρούσαν ότι ο θάνατος ήταν μάλλον ένα φυσικό επακόλουθο.»
Η Ντέβανευ αποκάλυπτε όμως και άλλες ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για την διαβίωση στο ίδρυμα. «Όχι οι καλόγριες δεν αντιμετώπιζαν τις γυναίκες ως αμαρτωλές, αλλά αν οι μητέρες ερχόντουσαν στο «Σπίτι» πολύ νέες δεν τους επιτρεπόταν να τελειώσουν το σχολείο και οι καλόγριες γενικώς είχαν ελάχιστη επαφή με τα παιδιά», αποκάλυπτε.
Πολλά από τα παιδιά στο ίδρυμα ήταν άρρωστα και εύθραυστα. Αντιμετώπιζαν βιαιότητα στο σχολείο και δεν είχαν κανένα να στραφούν. Μάλιστα κάποια από αυτά χαρακτηριζόντουσαν ως «εκ γενετής καθυστερημένα» και κλεινόντουσαν σε ξεχωριστό δωμάτιο.
Ίσως για αυτό και οι ντόπιοι απειλούσαν τα δικά τους παιδιά «ότι θα τα στείλουν εκεί» όταν δεν καθόντουσαν φρόνιμα. Αν και την ίδια στιγμή οι άνδρες της περιοχής πήγαιναν στο ίδρυμα για να βρουν μεταξύ των μητέρων ή των κοριτσιών τους νύφες, όπως οι γυναικάς πήγαιναν εκεί για να βρουν ανάμεσα στις φιλοξενούμενες του «Σπιτιού» φτηνά εργατικά χέρια για τις οικιακές εργασίες των σπιτιών τους.
Οι αποκαλύψεις της Ντέβανευ, 20 περίπου χρόνια μετά τον θάνατο της, έχουν ξεσηκώσει την κοινή γνώμη στην Ιρλανδία, παρ’ ότι ακόμη δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο εύρημα που να πιστοποιεί τα λεγόμενα της, όμως οι πιο πολλοί κάτοικοι της περιοχής τις πιστεύουν, καθώς θυμούνται καλά τα γεγονότα εκείνης της περιόδου.
Η ιστορικός δήλωσε ότι με την αλλαγή του χρόνου θα παραδώσει τα ευρήματα της έρευνας της στην αρμόδια δικαστή, Υβών Μέρφι που ερευνά εκείνη την μαύρη σελίδα της ιρλανδικής ιστορίας.
(Πηγή: Daily Mail)