Γιατί δηλώνει πατριώτης – Τι τον οδήγησε να γίνει «βαθύ λαρύγγι» – Γιατί χαρακτηρίζει «απόλυτα ανίκανους» τους ερευνητές της NSA – Ποια η σχέση του με την Ελληνική Μυθολογία – Το πρόγραμμα MonsterMind και οι κίνδυνοι που κρύβει
Πατριώτης που δεν τον ενδιαφέρει το τι θα γίνει με τον ίδιο αλλά μόνο το καλό της χώρας του δηλώνει ο Έντουαρντ Σνόουντεν σε μια χειμαρρώδη συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό Wired.
Ήδη η συνέντευξη έχει δημιουργήσει ποικίλες αντιδράσεις τόσο για τις νέες αποκαλύψεις όσο και για τις φωτογραφίες που την συνοδεύουν και στις οποίες ο Σνόουντεν εμφανίζεται να έχει πεταμένη τη σημαία των ΗΠΑ σε έναν καναπέ.
Παρά τις αποκαλύψεις που έκανε σε βάρος της εθνικής υπηρεσίας ασφαλείας των ΗΠΑ ο άλλοτε συνεργάτης της NSA δηλώνει ότι «με ενδιαφέρει περισσότερο για τη χώρα μου παρά για το τι θα γίνει με μένα. Αλλά δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στο νόμο να μετατραπεί σε ένα πολιτικό όπλο ή να συμφωνήσουμε στον εκφοβισμό πολιτών που μάχονται για τα δικαιώματά τους, όσο καλή και να είναι η συμφωνία» αποκλείοντας με τον τρόπο αυτό το ενδεχόμενο να επιστρέψει στις ΗΠΑ και να προχωρήσει σε κάποιου είδους συμφωνία με την NSA παρά το γεγονός ότι δηλώνει πως «θα έμπαινα εθελοντικά στη φυλακή αρκεί αυτό να εξυπηρετούσε το σωστό σκοπό».
Στη συνέντευξη που παραχωρήθηκε κάτω από άκρα μυστικότητα μετά από ένα χρόνο προσπάθειας του Τζέιμς Ράμφορντ και με την εφαρμογή όλων των συνομοτικών κανόνων – όπως η αφαίρεση της μπαταρίας από το κινητό τηλέφωνο – ο Σνόουντεν περιγράφει τη ζωή του, τη συνεργασία του με την εθνική υπηρεσία ασφαλείας και τη CIA αλλά και τους λόγους που τον οδήγησαν στο να γίνει ένα νέο «βαθύ λαρύγγι». Ο Σνόουντεν ζει σε ώρα Νέας Υόρκη ώστε να επικοινωνεί καλύτερα με τους υποστηρικτές τους και αποφεύγει περιοχές της Μόσχας που συχνάζουν δυτικοί.
Μιλώντας, μάλιστα, για την παιδική του ηλικία – αν και δεν θέλησε να μπει σε λεπτομέρειες – αποκαλύπτει ότι ένα από τα καλύτερα αναγνώσματά του ήταν η ελληνική μυθολογία. Όπως λέει, δε, χαρακτηριστικά, «πιστεύω ότι τότε ήταν που ξεκίνησα να σκέφτομαι πάνω στο πώς αναγνωρίζουμε τα προβλήματα ενώ κατέληξα ότι η αξία ενός ανθρώπου προκύπτει από το πώς αντιμετωπίζει αυτά τα προβλήματα».
Θέλοντας να πείσει για την αγαθότητα των προθέσεων του ο Σνόουντεν εξομολογείται ότι λειτούργησε με τέτοιο τρόπο ώστε η κυβέρνηση να έχει μια ιδέα του τι ακριβώς έκλεψε. Όπως λέει άφησε ψηφιακά «ψίχουλα» ώστε αυτοί που θα αναλάμβαναν την έρευνα να μπορούσαν εύκολα να καταλάβουν ποια έγγραφα έχει αντιγράψει και ποια έγγραφα έχει απλά «ακουμπήσει» ώστε να γίνει κατανοητό ότι πρόθεσή του δεν ήταν να γίνει κατάσκοπος για λογαριασμό μιας τρίτης χώρας αλλά να προχωρήσει σε αποκαλύψεις. Παράλληλα με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση θα είχε τον απαραίτητο χρόνο να «καλύψει τα νώτα της» αλλάζοντας κωδικούς και αναθεωρόντας τα επιχειρησιακά της πλάνα. Τελικά όμως πιστεύει ότι το μόνο που έκαναν όσοι ασχολήθηκαν με την υπόθεσή του ήταν να καταλήξουν στον αριθμό των εγγράφων που ακούμπησε – 1,7 εκατομμύρια έγγραφα. «Πίστευα ότι απλά θα τους δυσκόλευε. Δεν πίστευα ότι θα ήταν τόσο απόλυτα ανίκανοι».
Επιχειρώντας να ερμηνεύσει τις αντιδράσεις της αμερικανικής κυβέρνησης ο Σνόουντεν εκτιμά ότι η αποτυχία της έρευνάς τους – το οτι δεν ξέρουν τι ακριβώς εκλάπη και συνεχώς μιλάνε για αυτά τα 1,7 εκατ. έγγραφα – υποννοεί ότι πιστεύουν πως μέσα στα υποκλαπέντα στοιχεία είναι κάτι που τους φοβίζει.
Ο Σνόουντεν ωστόσο δεν ήταν πάντα σίγουρος αν αυτό που έκανε θα είχε τον επιδιωκόμενο αντίκτυπο. Θυμάται να σκέφτεται στην πρώτη πτήση του προς το Χονγκ Κονγκ με τα καυτά έγγραφα στα χέρια του ότι «ήταν πολύ πιθανό η κοινωνία ομαδικά να αδιαφωρήσει και να συνεχίσει την πορεία της». Η πραγματικότητα βέβαια τον διέψευσε καθώς οι παρακολουθήσεις της NSA έγιναν για ένα μεγάλο διάστημα ένα από τα πρώτα θέματα στην παγκόσμια ατζέντα.
Πώς έφτασε να γίνει το «βαθύ λαρύγγι»
Οι πρώτες ανησυχίες για τις πρακτικές των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ δημιουργήθηκαν στον Σνόουντεν την περίοδο της κυβέρνησης Μπους όταν «βασανίζαμε ανθρώπους και είχαμε παρακολουθήσεις χωρίς εντάλματα». Αλλά τότε άλλαξε γνώμη ενόψει της εκλογής Ομπάμα. «Έλεγε ότι δεν επρόκειτο να θυσιάσει τα δικαιώματά μας. Ότι δεν θα αλλάξουμε αυτό που είμαστε απλά για να συλλάβουμε ένα μικρό ποσοστό τρομοκρατών». Αλλά ο πρώτος αφροαμερικανός πρόεδρος τον απογοήτευσε: «Τράβηξαν τον εντελώς αντίθετο δρόμο. Τι σημαίνει για τη δημοκρατία και για μια κοινωνία όταν οι άνθρωποι που εκλέγεις στη βάση των δεσμεύσεων τους μπορούν να εξαγοράσουν τη θέληση των ψηφοφόρων;» αναρωτιέται.
Το επόμενο χτύπημα ήρθε τον Μάρτιο του 2012 όταν ο Σνόουντεν ανακάλυψε ότι η NSA διοχέτευε χωρίς επεξεργασία επικοινωνίες και δεδομένα στην Ισραηλινή αντικατασκοπεία. Αυτά αφορούσαν κυρίως τα email και τα τηλεφωνήματα εκατομμυρίων αμερικανών αραβικής και παλαιστινιακής καταγωγής οι συγγενείς των οποίων στην Παλαιστίνη θα μπορούσαν να γίνουν στόχοι μόνο βάση των επικοινωνιών τους.
Και οι «εκπλήξεις» συνεχίζονταν για τον Σνόουντεν όταν έμαθε ότι το 2012 μια ομάδα χάκερς στους κόλπους της NSA (TAO) επιχείρησε να «εισβάλλει» σε μια μεγάλη εταιρεία παροχής ίντερνετ στη Συρία εν μέσω εμφυλίου πολέμου στη χώρα. Με το πρόγραμμα που θα εγκαθιστούσε η ομάδα η NSA θα είχε πρόσβαση στη διαδικτυακή «κίνηση» όλης της χώρας. Αλλά κάτι πήγε λάθος και τελικά με την παρέμβασή τους οι χάκερς έριξαν όλο το ίντερνετ στη Συρία μολονότι οι Σύριοι δεν κατάλαβαν ποτέ ότι πίσω από την κίνηση αυτή ήταν η αμερικανική κυβέρνηση.
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η ύπαρξη ενός μυστικού προγράμματος που επιτρέπει να περνάνε από ένα κτίριο ενός εκατομμυρίου τετραγωνικών μέτρων γνωστού ως Mission Data Repository στο οποίο υπάρχει η δυνατότητα να διατηρούνται ένα τετράκις εκατομμύριο γκιγκαμπάιτ δεδομένων.
Και η αφορμή δόθηκε όταν ο διευθυντής της NSA Τζέιμς Κλάπερ στην ένορκη κατάθεσή του ενώπιον της Γερουσίας εμφανίστηκε να παραδέχεται, κατά τον Σνόουντεν, ότι η εξαπάτηση των Αμερικανών ήταν κάτι απόλυτα φυσιολογικό.
Το πρόγραμμα MonsterMind
Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι κατά τον Σνόουντεν το πρόγραμμα με την κωδική ονομασία MonsterMind που αναπτύσσει η NSA. To πρόγραμμα αυτό, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά δημοσίως στη συνέντευξη στο Wired, είναι ο φύλακας των ΗΠΑ κατά ενδεχόμενων κυβερνοεπιθέσεων. Αυτό, όμως, που το κάνει μοναδικό είναι ότι έχει τη δυνατότητα να «αντεπιτίθεται» μόνο του χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση. Και αυτό είναι πρόβλημα, εξηγεί ο Σνοουντεν, γιατί αυτές οι επιθέσεις συνήθως είναι συγκαλυμμένες. «Θα μπορούσε κάποιος να βρίσκεται στην Κίνα και να κάνει την επίθεσή του να φανεί ότι ξεκινά από τη Ρωσία. Και τότε εμείς θα καταλήγαμε να βομβαρδίσουμε κάποιο ρωσικό νοσοκομείο. Τι γίνεται τότε;» αναρωτιέται.
Παράλληλα το πρόγραμμα αυτό αποτελεί το τέλος της ιδιωτικότητας καθώς, όπως εξηγεί ο πρώην συνεργάτης της NSA, για να μπορεί να ανιχνεύσει μια ενδεχόμενη κυβερνοεπίθεση θα πρέπει πρώτα να παρακολουθεί όλες τις ιδιωτικές συνομιλίες ανθρώπων από την άλλη άκρη του Ατλαντικού με αμερικανούς πολίτες.
Οι μεγαλύτεροι φόβοι του
Δύο είναι αυτή τη στιγμή οι μεγαλύτεροι φόβοι του Σνόουντεν. Πρώτον ότι θα κάνει κάποια γκάφα που θα καταστρέψει όσες μεταρρυθμίσεις έχουν γίνει. Παρόλα αυτά αναγνωρίζει ότι κάποια στιγμή θα κάνει το λάθος και τότε θα τον πιάσουν.
Ο δεύτερος λόγος ανησυχίας του είναι ότι με τον ορυμαγδό των αποκαλύψεων αυτές θα έχουν τον ίδιο αντίκτυπο με αυτόν μια είδησης για θανάτους κατά τη διάρκεια ενός πολέμου. «Ένας θάνατος είναι τραγωδία, ένα εκατομμύριο θάνατοι είναι στατιστική» αναφέρει χαρακτηριστικά χρησιμοποιώντας τη φράση του Στάλιν. «Ακριβώς όπως έγινε πρώτη είδηση η κατασκοπεία σε βάρος της Μέρκελ και όχι η κατασκοπεία 80 εκατομμυρίων Γερμανών».
Γι’ αυτό και πιστεύει ότι η λύση όλου του προβλήματος βρίσκεται στην τεχνολογία και όχι στους πολιτικούς. «Η απάντηση είναι απλά η κωδικοποίηση. Με το να κάνουμε την κωδικοποίηση όλων των επικοινωνιών μια διεθνή σταθερά θα μπορούσαμε να τελειώσουμε μια και καλή με την μαζική παρακολούθηση από όπου κι αν προέρχεται.
Πηγή: protothema.gr