Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης το οποίο ανακοίνωσε χθες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν πρέπει να αποτελέσει δικαιολογία από μέρους των κυβερνήσεων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιβράδυνση της προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, επέμεινε σήμερα στη Φλωρεντία η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ.
Η ΕΚΤ επιβεβαίωσε χθες ότι θα χορηγήσει ρευστότητα τουλάχιστον 1 τρισεκατομμυρίου ευρώ στις χρηματαγορές της ευρωζώνης, στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να οδηγήσει στην τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας στην ΕΕ, παρά την αντίσταση της Μπούντεσμπανκ, της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας, και τις αντιδράσεις πολλών πολιτικών στη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης.
Στην κοινή συνέντευξη Τύπου την οποία παραχώρησε στη Φλωρεντία μαζί με τον πρωθυπουργό της Ιταλίας Ματέο Ρέντσι η Μέρκελ είπε πως δεν θα κάνει σχόλια για αυτή καθαυτή την απόφαση του κεντρικού πιστωτικού ιδρύματος της ευρωζώνης σε ένδειξη σεβασμού στην ανεξαρτησία του. Επανέλαβε πάντως ότι μόνο οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις μπορούν να αναζωογονήσουν την ευρωζώνη.
«Δεν μου δίνεται η εντύπωση πως η απόφαση της ΕΚΤ θα μπορούσε να οδηγήσει την Ιταλία να πει “δεν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις πλέον”. Λέω όμως πως αυτό πρέπει να ισχύει για όλους—και θα το παρακολουθήσουμε αυτό τις επόμενες εβδομάδες και τους επόμενους μήνες», ανέφερε η καγκελάριος της Γερμανίας.
«Καμιά κεντρική τράπεζα στον κόσμο δεν θα μπορέσει να υποκαταστήσει ποτέ την πολιτική• οι πολιτικοί ηγέτες πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους», πρόσθεσε η Μέρκελ.
Η ίδια επαίνεσε τις μεταρρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνηση Ρέντσι στην Ιταλία—η οικονομία της οποίας δεν έχει αναπτυχθεί εδώ και τρία χρόνια. Ο Ρέντσι διαβεβαίωσε ότι η απόφαση της ΕΚΤ τον ωθεί να επιταχύνει την προώθηση μεταρρυθμίσεων, όχι να την επιβραδύνει. Είπε χαρακτηριστικά ότι θα «ανοίξει το τούρμπο» στις μεταρρυθμίσεις που προωθεί.
Ο Ματέο Ρέντσι καλωσόρισε εξελίξεις όπως η πιο ευέλικτη στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά τα δημοσιονομικά, το σχέδιο επενδύσεων στην ΕΕ, η υποτίμηση του ευρώ και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
«Οι τέσσερις παράγοντες αυτοί είναι εξαιρετικά σημαντικοί για την Ιταλία και αυτό που έχει συμβεί μας υποχρεώνει να προχωρήσουμε στις μεταρρυθμίσεις ακόμη πιο γρήγορα», πρόσθεσε ο ίδιος.