Το «τέρας» της γραφειοκρατίας στην Ελλάδα κοστίζει ακόμη. Και το «πληρώνουν» ακριβά τόσο το Δημόσιο όσο και οι επιχειρήσεις. Σύμφωνα με έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για τις δημόσιες συμβάσεις, το διοικητικό κόστος εξαιτίας του δαιδαλώδες συστήματος που υπάρχει, φτάνει στα 393,13 εκατομμύρια ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται οι απώλειες που προκύπτουν από το «φρένο» στην ανάπτυξη την αύξηση της απασχόλησης, εξαιτίας της αποχής πολλών μικρών επιχειρήσεων από τους διαγωνισμούς του Δημοσίου.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που αναφέρει η «Καθημερινή» για την έκταση της γραφειοκρατίας στην Ελλάδα. Εκτιμάται ότι απαιτούνται πάνω από δύο εικοσιτετράωρα ή, εάν λάβουμε υπόψη οκτάωρη εργασία, πάνω από έξι εργάσιμες ημέρες ώστε να συγκεντρώσει τα έγγραφα τεκμηρίωσης της προσφοράς της για μία δημόσια σύμβαση παροχής υπηρεσιών μια επιχείρηση μέσης αποδοτικότητας. Εάν θέλει να συμμετάσχει σε διαγωνισμό για προμήθεια αγαθών, θα πρέπει να αφιερώσει 16 ώρες, ενώ κάτι παραπάνω από οκτώ ώρες απαιτούνται για μια σύμβαση εκτέλεσης δημόσιου έργου.
Οι νέες ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο τελευταίο πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών, έπειτα από σχετικές συστάσεις του ΟΟΣΑ, θα μπορούσαν να αποφέρουν ισόποσο όφελος -δηλαδή 393,13 εκατ. ευρώ- για την ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, μόνο η μείωση κατά 25% του διοικητικού κόστους στις δημόσιες συμβάσεις θα μπορούσε να αποφέρει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,4% έως το 2025.
Αξίζει να σημειωθεί βέβαια ότι ακόμη κι αν υπερψηφιστούν οι νέες διατάξεις, για την πλήρη εφαρμογή του πλαισίου απαιτούνται 29 υπουργικές αποφάσεις και προεδρικά διατάγματα, ενώ ακόμη δεν έχει ενταχθεί όλο το Δημόσιο στο Ενιαίο Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημόσιων Συμβάσεων (ΕΣΗΔΗΣ).
Αν οι δημόσιες συμβάσεις πάρουν την ηλεκτρονική οδό θα προκύψει τεράστια εξοικονόμηση. Τα συμβατικά τεύχη των διαγωνισμών θα διατίθενται πλέον δωρεάν σε ηλεκτρονική μορφή κι έτσι δεν θα χρειάζεται οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις να μεταβαίνουν στην έδρα της αναθέτουσας αρχής και δεν θα καταβάλλουν κάποιο αντίτιμο. Η δυνητική μείωση στο κόστος από την αλλαγή αυτή υπολογίζεται σε 38,55 εκατ. ευρώ.
Ηλεκτρονικά θα μπορεί να γίνεται και η κατάθεση της προσφοράς κι επομένως οι επιχειρήσεις δεν θα απαιτείται να μεταβαίνουν στην έδρα της αναθέτουσας αρχής ή να χρεώνονται με έξοδα υπηρεσιών ταχυμεταφοράς. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που έγιναν, για την ηλεκτρονική υποβολή της προσφοράς απαιτούνται το πολύ 10 λεπτά. Η εξοικονόμηση από τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας αυτής υπολογίστηκε σε 8,43 εκατ. ευρώ. Ετσι, οι επιχειρήσεις θα χρειάζονται κατά 70% λιγότερο χρόνο για τη διαδικασία συγκέντρωσης των δικαιολογητικών πριν από την ανάθεση και το διοικητικό κόστος κατά 31,66 εκατ. ευρώ, καθώς θα απαιτείται η υποβολή μόνο μιας δήλωσης συμμόρφωσης σε αυτό το στάδιο.
Ακόμη μία από τις τομές, όπως αναφέρει η «Καθημερινή», είναι ότι μια επιχείρηση δεν θα απαιτείται να χρησιμοποιήσει εκ νέου σε μια διαδικασία ανάθεσης ένα δικαιολογητικό συμμετοχής που έχει υποβάλει σε προηγούμενη διαδικασίας ανάθεσης, εφόσον, βεβαίως, οι πληροφορίες και οι δηλώσεις εξακολουθούν να ισχύουν. Επιπλέον, δεν θα χρειάζεται να καταθέτουν στην αναθέτουσα αρχή δημόσια έγγραφα στα οποία έχει πρόσβαση η ίδια η αρχή, κάτι που επιτυγχάνεται μέσω της διαλειτουργικότητας των συστημάτων (π.χ. του taxisnet με το ΓΕΜΗ). Με τη ρύθμιση αυτή υπολογίζεται ότι ο χρόνος προετοιμασίας του συγκεκριμένου τμήματος της προσφοράς θα μειωθεί κατά 5% και το κόστος κατά 9,36 εκατ. ευρώ.
Η ενίσχυση της δυνατότητας για τη διενέργεια διαγωνισμών από μια κεντρική αναθέτουσα αρχή για λογαριασμό πολλών φορέων του Δημοσίου μειώνει επίσης το κόστος γραφειοκρατίας. Κι αυτό, διότι μια επιχείρηση θα υποβάλλει την προσφορά της άπαξ. Μια μείωση των διαγωνιστικών διαδικασιών κατά 10% υπολογίζεται ότι μπορεί να αποφέρει μείωση του κόστους κατά 38,16 εκατ. ευρώ. Ανάλογη εξοικονόμηση υπολογίζεται ότι θα επιφέρει η μείωση των διαγωνιστικών διαδικασιών κατά 10% λόγω της διεύρυνσης της εφαρμογής των λεγόμενων συμφωνιών-πλαισίων.
Φωτογραφία: Eurokinissi