Ναι, μπορεί ο πολιτικός τραγέλαφος και η οικονομική δυσπραγία να διαμορφώνουν μια εικόνα διάλυσης του κράτους και να επιτείνουν την αγωνία της εν πολλοίς εξαθλιωμένης ελληνικής κοινωνίας.
Ναι, μπορεί οι ρωγμές να περιέζωσαν το ιστορικό οικοδόμημα του έθνους.
Ναι, μπορεί ο πρόεδρος της «ένωσης αθέων» να προκαλεί (…υπάρχει και αυτή η απόληξη της νεοελληνικής βλακείας) και να εναντιώνεται στην αερομεταφορά του Αγίου Φωτός από τον Πανάγιο Τάφο και να μιλά περί απάτης και αγυρτείας.
Ναι, μπορεί ρασοφόροι να εμφανίζονται έρμαια των ατομικών πλεγμάτων και συμπλεγμάτων τους. Και ασθμαίνοντες να επιδίδονται στην αναζήτηση της… οριακής αλήθειας, αιχμάλωτοι σε γλωσσικές συμβατικότητες, ως ρασοφοροι – φεουδάρχες της ανοχής και της ενοχής…
Ομως, αυτές τις πνευματοφόρες μέρες, ακόμη και στις ψυχές των άθρησκων, των «άθεων», όπως θέλουν με την έπαρση της άγνοιας να αυτοαποκαλούνται, οικεί ο ήπιος και γλυκύς, ο πλήρης εγκαρτέρησης και αιώνια ανενδεής Ιησούς.
Με το μυστήριο της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού, αυτό το Απόλυτο σκηνώνει εδώ και ανανεώνει τη ζωή μας. Γίνεται πραγματικότητα. Τούτο δεν είναι δεισιδαιμονία, ούτε χαριτωμένος παραλογισμός.
Είναι ανάμεσα στο Γεγονέναι και το Εσεσθαι. Είναι η αλήθεια του Απρόσιτου, που εγκαθισδρύει τον «έσωθεν ουρανόν».
Αυτές τις μέρες, ο φίλιος Ιησούς είναι ανάμεσά μας. Τον ατενίζουν άραγε οι οφθαλμοί μας ή περιορίζεται το οπτικό μας πεδίο στη… βαρβαρότητα του σουβλιστού αρνιού και στην όσφρηση του καμμένου σπληνάντερου;
Αγρυπνεί, τάχα, η θρησκευτική συνείδηση του κόσμου; Ορθρίζει μέσα της το πνεύμα του Θεού; Νιώθει, όπως οι ακατάπαυστα αγραυλούντες ποιμένες, τις γλυκύφθογγες μολπές της ουράνιας μουσικής;
Ευδαιμονεί από τις σωτήριες θωπείες Του φωτός; Γίνεται η καρδιά μας, αυτές τις μέρες της κατάνυξης, αυτόπτης μάρτυρας της αιώνιας Αλήθειας, που εισέρχεται στο χρόνο; Βιώνει την άκρα συγκατάθεση του Απρόσιτου, σκήνωμα μέσα στην έως τότε αγεώργητη γη της ανθρώπινης ψυχής;
Του Χριστού τη θεία και ανώτερη από κάθε άλλη δύναμη δεν τη φανερώνουν τόσο η απεραντοσύνη των ουρανών και των αστέρων, η λάμψη και η ομορφιά της Φύσης, το μεγαλείο του Σύμπαντος και η αδιάλειπτη πρόνοια και στοργή Του προς την ασθενική φύση μας. Η συγκατάβαση του Μόνου Φιλάνθρωπου, που ο αγώνας καθίσταται νικηφόρος, είναι οι εσωτερικές διαστάσεις που αποκτούν απύθμενο βάθος. Με τη γνωριμία Του, η ανθρώπινη ύπαρξη εξευγενίζεται και ανακαινίζεται οριστικά. Είναι σαν μια νέα γέννηση του ανθρώπου η Σάρκωση, η Σταύρωση και η Ανάσταση του Χριστού…
Υπάρχει βέβαια και ένας δεύτερος δρόμος, με τον οποίο θα μπορούσε ο άνθρωπος να προσεγγίσει το Σταυρό του Μαρτυρίου. Είναι ο δρόμος, όχι της καρδιάς, αλλά του λογικού. Η προσπάθεια για έλλογη σύλληψη και νοητική ερμηνεία. Ο αγώνας για λογική τεκμηρίωση. Ομως, ο δρόμος αυτός είναι δύσβατος και αιχμηρός. Και χάνεται πίσω από τα λαγκάδια του άγνωστου.
Εδώ η σχέση του ανθρώπου με τον Σταυρωθέντα είναι έλλογη, όχι βιωματική. Οχι εράσμια. Οχι θερμή. Οχι ζώσα. Οχι πυρωμένη εν πνεύματι. Ο λόγος γίνεται ανατόμος του Θείου Λόγου. Και καθώς ο ανθρώπινος αφλογιστεί, σκανδαλίζεται, διότι το Μυστήριο είναι ξένο και παράδοξο. Ο χώρος του Απόλυτου, του Θείου, του Αιώνιου είναι αφιλόξενος για το ανθρώπινο λογικό και εκπέμπει φως εκθαμβωτικό. Σκότος για το νου, ακτινοβόλο για την καρδιά, ουράνια δρόσο!..
Υπάρχει,ασφαλώς, και ένας τρίτος δρόμος, σύντομος και βατός. Είναι ο δρόμος της ιστορίας. Ούτε οι οξύτεροι επικριτές ή και αρνητές της Αποκαλύψεως τόλμησαν να αμφισβητήσουν ότι η παρουσία του προσώπου του Χριστού επάνω στη Γη αποτελεί τη βαθύτερη τομή μέσα στην παγκόσμια ιστορία.
Οχι μόνο επειδή ο Χριστός «ήλθεν», όταν κυριαρχούσε μια ψυχοφθόρα ηδονή, μια υλόφρων αντίληψη, διαφθορά καλπάζουσα, πολιτιστική ένδεια, κάτι σαν επιθανάτιος ρόγχος, αλλά γιατί ο Χριστιανισμός έκτισε έναν καινούργιο πολιτισμό, που εισήγαγε νέες αξίες, ανασυνέθεσε τις παλιές, επηρέασε την κοινωνία, διαπότισε την τέχνη με το πνεύμα του, έδωσε μέγα βάθος στην έννοια του ανθρώπου, ανακαίνισε την κτίση με την «καινήν εντολήν» της αγάπης.
Και ας μη μείνουμε στη δογματική αντίληψη που καλλιέργησε η Εκκλησία και τα διάφορα Ιερατεία. Εγιναν πράγματι αίσχη στο όνομα της Πίστης και του Χριστού. Και γίνονται. Πως όμως μπορεί κανείς να αγνοήσει ότι με τη σαγήνη της παρουσίας Τoυ και την ήρεμη γλυκυτητα της μορφής Τoυ, το σκότος του τυφλού έγινε φως, το βίος του πλούσιου φτώχεια, η πίκρα ανεκλάλητη χαρά και η αμφιβολία πίστη;..