Πολλές συζητήσεις για την ορθότητα του δόγματος πως η Ελλάδα «ανήκει εις την Δύσιν» αναμένεται να προκαλέσει η μελέτη του Ιδρύματος Bertelsmann. Σύμφωνα με αυτήν, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που το κατά κεφαλήν εισόδημα των πολιτών της είναι χαμηλότερο από ότι θα ήταν εάν βρίσκονταν εκτός ΕΕ!
Η θεωρία γύρω από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση προέβλεπε πως η ελεύθερη αγορά που καθιερώθηκε το 1993 με βασικούς πυλώνες την ελεύθερη διακίνηση αγαθών, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων θα ήταν το πρώτο βήμα. Μετά την οικονομική σύγκλιση θα ερχόταν και η πολιτική. Αυτά όμως σε έναν βαθμό έμειναν στην θεωρία. Τουλάχιστον από το 2009 και μετά. Τότε ξέσπασε η ελληνική κρίση που στην συνέχεια πήρε τη μορφή κρίσης δημοσίου χρέους της Ευρωζώνης και βύθισε στην ύφεση πολλά κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Λόγω της κρίσης λοιπόν ερχόμαστε στο παράδοξο όπως διαπιστώνει και το γερμανικό Ινστιτούτο Bertelsmann, οι Έλληνες να είναι οι μόνοι ανάμεσα σε 14 λαούς της ΕΕ που μελετήθηκαν με μικρότερο κατά κεφαλήν εισόδημα απ’ότι θα είχαν εάν δεν βρίσκονταν στην ενιαία αγορά. Οι οικονομολόγοι του Bertelsmann υπολογίζουν ότι το ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα ήταν κατά 190 ευρώ υψηλότερο το 2012 αν δεν ήμασταν μέλη της Ε.Ε., σε αντίθεση με τους Γερμανούς, των οποίων το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν κατά 680 ευρώ υψηλότερο και των Δανών κατά 720 ευρώ.
Μικρά σχετικά κέρδη στο πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ αποκόμισαν επίσης οι Ισπανοί, (70 ευρώ), οι Ιταλοί (80), οι Πορτογάλοι (20) και οι Βρετανοί (10) και πολύ μεγαλύτερα οι Δανοί (500) και οι Γερμανοί (450). Με λίγα λόγια όλοι οι πολίτες των κρατών-μελών της Ε.Ε. είδαν το πραγματικό τους εισόδημα τους να αυξάνεται χάρη στη συμμετοχή τους στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Ήταν λάθος η Ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση;
Αυτό δεν σημαίνει ότι η συμμετοχή στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα ήταν επιζήμια για τους Έλληνες. Κατά μέσο όρο το ελληνικό πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 70 ευρώ τον χρόνο από το 1992 μέχρι και το 2012 χάρη στη συμμετοχή της χώρας στην Ε.Ε. Αν η συμμετοχή στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ήταν γενικότερα επιβλαβής, θα έπρεπε να δει κανείς σημάδια και σε άλλες χώρες.
Το γεγονός ότι η Ελλάδα φαίνεται να είναι η μόνη χώρα που αποκόμισε μικρότερα κέρδη απ’ αυτά που θα αποκόμιζε εκτός Ε.Ε. εγείρει το ερώτημα αν ήταν έτοιμη να ενταχθεί στην ενιαία αγορά και τον αυξημένο ανταγωνισμό που υπάρχει εντός των κόλπων της. Όπως γνωρίζουμε αυτήν την στιγμή τα δεδομένα, σε μεγάλο βαθμό είναι ευθύνη της Ελλάδας που δεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που προσέφερε η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση (π.χ. απελευθέρωση εμπορίου, κατάργηση δασμών, ενίσχυση εξαγωγών, οικονομίες κλίμακας για εταιρείες που ξαφνικά έχουν πρόσβαση σε πολύ μεγαλύτερη αγορά, ενίσχυση ανταγωνισμού, πρόσβαση σε φθηνότερο δανεισμό).
Ωστόσο υπήρξαν και αρκετοί αρνητικοί παράγοντες για την χώρα μας. Βασικότερος ήταν πως η Ελλάδα δεν πέτυχε να γίνει μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας της Ε.Ε. παρά μόνο ως εισαγωγέας αγαθών από άλλες χώρες, λόγω: Γεωγραφικής απομόνωσης, διάρθρωσης οικονομίας, διαφθοράς, πολιτικής κουλτούρας, προβληματικής λειτουργίας κράτους δικαίου, αυξημένων αμυντικών δαπανών κ.ά.