Το σωματικό βάρος αποτελεί σημαντική παράμετρο για τη γονιμότητα, τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άνδρες.
Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, η υπογονιμότητα οφείλεται σε προβλήματα βάρους σε ποσοστό 12%. Από αυτό, το 6% να σχετίζεται με την παχυσαρκία και το υπόλοιπο 6% με το χαμηλό σωματικό βάρος.
Ο παράγοντας που συνδέει το μη-φυσιολογικό σωματικό βάρος με την υπογονιμότητα φαίνεται πως είναι ο λιπώδης ιστός, καθώς οι μεταβολές στο ποσοστό σωματικού λίπους συνδέονται με διαταραχές στα επίπεδα ορμονών που επηρεάζουν με τη σειρά τους τη γονιμότητα.
Στις γυναίκες, η ύπαρξη πολύ χαμηλού ή πολύ αυξημένου ποσοστού σωματικού λίπους, μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα οιστρογόνων, προκαλώντας διαταραχές του έμμηνου κύκλου και της ωορρηξίας, με αποτέλεσμα τη μείωση της ικανότητας σύλληψης. Αντίστοιχα, στην περίπτωση των ανδρών, η παχυσαρκία φαίνεται ότι συνδέεται με μείωση του αριθμού και της κινητικότητας των σπερματοζωαρίων και χαμηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης.
Εκτιμάται ότι αν και οι δύο σύντροφοι είναι υπέρβαροι, η πιθανότητα να επέλθει κύηση σε διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους αυξάνεται σημαντικά. Αντίθετα, τα υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα, που έχασαν βάρος κατάφεραν να αποκαταστήσουν σε ένα βαθμό τους δείκτες γονιμότητας.