Από τη μια πλευρά στέκει η βεβαιότητα νίκης που προτάσσουν όλα τα γκάλοπ που έχουν δει το φως της δημοσιότητας και από την άλλη βρίσκεται η ανησυχία και η αβεβαιότητα που προβάλλουν όλες οι αναλυτές για την επόμενη ημέρα.
Το γερμανικό πρακτορείο αναφέρει πως το στοίχημα αυτών των εκλογών είναι υψηλό και έχουν να κάνουν, κυρίως, με το δίλημμα: μένει η Ελλάδα στο δρόμο της λιτότητας ή ρισκάρει να αναταράξει την ΕΕ;
Το ρεπορτάζ εκκινεί από μια πρόσφατη ομιλία του Αντώνη Σαμαρά στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Καλαμάτα, όπου είπε στο συγκεντρωμένο πλήθος πως οι Έλληνες ψηφίζουν για το μέλλον του στην Ευρωζώνη. «Ωστόσο ο Σαμαράς είναι πιεσμένος την τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής μάχης καθώς προσπαθεί να νικήσει τον ΣΥΡΙΖΑ, να παραμείνει στην εξουσία και να συνεχίσει την πορεία των οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Την ίδια στιγμή, όμως, ο βασικός πολιτικός αντίπαλός του, ο ΣΥΡΙΖΑ, αυξάνει τη διαφορά όπως δείχνουν τα γκάλοπ», αναφέρει το άρθρο.
Κατά τον Γιώργο Τζογόπουλο, αναλυτή του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής: «Αναμένουμε ο ΣΥΡΙΖΑ να πετύχει μια ”καθαρή” νίκη. Ωστόσο είναι απίθανο να πάρει την αυτοδυναμία παρά το μπόνους των 50 εδρών».
Η επόμενη ημέρα των εκλογών
Άρα η επόμενη κίνησή του κινείται στη σφαίρα του προφανούς. Αναφέρει ο κ. Τζογόπουλος: «Ο Τσίπρας θα χρειαστεί να πάρει μέρος σε σκληρές διαπραγματεύσεις σε τα μικρότερα κεντρώα κόμματα και να σχηματίσει μια κυβέρνηση συνεργασίας η οποία θα πρέπει να άμεσα να διαμορφώσει μια κοινή πλατφόρμα έτσι ώστε να έρθει σε συνεννόηση με την Τρόικα». Υπάρχει βέβαια και η εκτίμηση κάποιων αναλυτών σύμφωνα με την οποία αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει να έρθει σε συνεννόηση με άλλα κόμματα, τότε υπάρχει το ενδεχόμενο επαναληπτικών εκλογών. «Αυτό το σενάριο δεν το θέλει κανένας στην Ελλάδα», σημειώνει ο κ. Τζογόπουλος.
Σύμφωνα με το άρθρο του γερμανικού πρακτορείου, οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου συμπυκνώνονται στο εξής ερώτημα: πώς θα οικοδομηθεί το μέλλον των οικονομικών της Ελλάδας έπειτα από πέντε χρόνια κάτω από πακέτα διάσωσης. Η πλευρά του Σαμαρά που πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα και έφερε την οικονομία πίσω στις ράγες, σημειώνει πρέπει να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις και η λιτότητα που θα φέρουν σταθερότητα και ανάπτυξη. Μόνο που η λιτότητα έχει υψηλό τίμημα για το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών, ειδικά για το 26% εξ αυτών που βρίσκονται χωρίς εργασία ή ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.
Στην Καλαμάτα
Το άρθρο επανέρχεται στην Καλαμάτα, ένα από τα εκλογικά προπύργια της Νέας Δημοκρατίας, και σημειώνει πως ακόμη κι εκεί υπάρχουν άνθρωποι που στρέφουν την πλάτη τους στη δεξιά κομματική όχθη και επιθυμούν μια δραστική αλλαγή. Ο Γιώργος Δρακόπουλος που έχει σχολή ιστιοπλοΐας λέει: «Μπορεί η κατάσταση στην Καλαμάτα να μην είναι τόσο άσχημη όσο στην Αθήνα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως είναι εύκολο να ζεις εδώ. Δύσκολα βρίσκεις δουλειά, όλοι είναι φοβισμένοι για το τι θα φέρει το αύριο και οι πολιτικοί μας δεν φαίνεται να δίνουν μια ελπίδα στον κόσμο».
Περίπου 245 χιλιόμετρα πιο μακριά, στην Αθήνα, ο ιχθυοπώλης Λουκάς Δούρος λέει στο γερμανικό πρακτορείο, «Η τωρινή κυβέρνηση επέβαλλε τόσους φόρους και λιτότητα που πλέον η τράπεζα με απειλεί να μου πάρει το σπίτι γιατί δεν μπορώ να πληρώσω το δάνειο. Οποιαδήποτε κυβέρνηση θα είναι καλύτερη από αυτήν». Υπάρχει, όμως, και η αντίθετη άποψη όπως την εκθέτει η 32χρονη Αλεξία Ανδριανού: «Το τελευταίο πράγματα που θέλουμε είναι να έρθουμε σε σύγκρουση με την ΕΕ. Πρέπει να ακολουθήσουμε το δρόμο της λογικής για να φτάσουμε στην ανάταξη της Ελλάδας. Οι ριζοσπαστικές πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ είναι επικίνδυνες για τη χώρα».