Σε φάση σταθεροποίησης βρίσκεται το 39,58% των επιχειρήσεων, το τελευταίο διάστημα, με το 33,34% παράλληλα να «φλερτάρει» με την ανάπτυξη και το 27% να διανύει φάση αναδιάρθρωσης.
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την έρευνα της εταιρίας Στρατηγικών Λύσεων Υπηρεσιών Ανθρωπίνου Δυναμικού People for Business, με θέμα «Η στρατηγική και οι νέες ανάγκες των επιχειρήσεων σε ανθρώπινο δυναμικό για την επόμενη τριετία», που πραγματοποιήθηκε το χρονικό διάστημα από 20 Οκτωβρίου 2014 έως 20 Νοεμβρίου 2014, σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 396 επιχειρήσεων από την Αττική, τη Βοιωτία και την Κόρινθο. Στόχος της έρευνας ήταν να διερευνηθούν η στρατηγική για την επόμενη τριετία και οι ανάγκες που προκύπτουν για το προφίλ των εργαζομένων που αναμένεται να συμβάλουν στην αποτελεσματική εφαρμογή της.
Στρατηγική και στόχοι τριετίας
Όσον αφορά στη στρατηγική των επιχειρήσεων για την επόμενη τριετία, αυτή επικεντρώνεται στην ανάπτυξη νέων αγορών σε ποσοστό 32,13%, στην ανάπτυξη νέων προϊόντων και υπηρεσιών σε ποσοστό 31,45% και στην ανάπτυξη των υφιστάμενων καναλιών στην Ελλάδα σε ποσοστό 38,14%.
Αντίστοιχα, λοιπόν, οι επιχειρηματικοί στόχοι για την επόμενη τριετία διαομορφώνονται, ως εξής: Εξαιρετικά σημαντικοί θεωρούνται η αύξηση της κερδοφορίας σε ποσοστό 64,58%, η προσέλκυση νέων πελατών σε ποσοστό 45,83% και η αύξηση του τζίρου σε ποσοστό 41,67%. Καθοριστικό ρόλο, όμως, παίζουν και η ανάπτυξη του υπάρχοντος πελατολογίου σε ποσοστό 39,58%, η ενίσχυση του brand name σε ποσοστό 37,45% και η καλύτερη διαχείριση κινδύνων σε ποσοστό 35,42%.
Αυτό που οι επιχειρήσεις θεωρούν, όμως, σημαντικό, για να πετύχουν τους στόχους τους σε αυτό το διάστημα, είναι η μείωση της γραφειοκρατίας (60,42%), η ευέλικτη νομοθεσία (56,25%), το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό (55,14%) και τα φορολογικά κίνητρα (41,67%).
Προηγούμενη τριετία
Σε σχέση με τις θέσεις εργασίας, το 50,27% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι, τα τελευταία τρία χρόνια, μείωσε το προσωπικό, το 33,06% έκανε προσλήψεις και το 16,67% διατήρησε τις θέσεις εργασίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε έντονη κινητικότητα στην αγορά εργασίας, καθώς το 79,17% των εταιρειών στον ιδιωτικό τομέα προχώρησε σε αντικαταστάσεις στελεχών, το ίδιο χρονικό διάστημα.
Οι βασικοί λόγοι για τους οποίους η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων προχώρησε σε αντικαταστάσεις φαίνεται ότι είναι, κυρίως, η χαμηλή απόδοση (44,15%) και η έλλειψη δεξιοτήτων, που απαιτεί το σύγχρονο περιβάλλον (43,16%). Σημαντικό ρόλο, όμως, σε μία αντικατάσταση φαίνεται ότι παίζει, επίσης, η αλλαγή οργανωτικής δομής (54,29%) και η αποτελεσματική συνεργασία (34,29%).
Όσον αφορά το επίπεδο των θέσεων, οι αντικαταστάσεις έγιναν σε όλα σχεδόν τα επίπεδα και πιο συγκεκριμένα σε υπαλλήλους (60%), σε στελέχη (54,29%), σε προϊσταμένους (51,43%), σε διευθυντές διευθύνσεων (37,14%) και σε τεχνίτες (34,29%).
Ταυτόχρονα, οι τομείς στους οποίους έγιναν οι αντικαταστάσεις αφορούσαν τις πωλήσεις σε ποσοστό 65,71%, την οικονομική διεύθυνση/λογιστήριο σε ποσοστό 54,58%, την παραγωγή σε ποσοστό 33,17% και το μάρκετινγκ σε ποσοστό 25,71%.
Η επόμενη μέρα
Για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, το 61,53% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι θα πρέπει να αυξήσει τις θέσεις εργασίας, το 34,05% να τις διατηρήσει σταθερές και το 4,42% να τις μειώσει.
Αναφορικά με τις αντικαταστάσεις μέσα στην επόμενη τριετία, το 51,11% των επιχειρήσεων σκοπεύει να τις συνεχίσει σε αντίθεση με το 48,49% που δεν σχεδιάζει να προβεί σ’ αυτές.
Οι τομείς στους οποίους αναμένονται οι αντικαταστάσεις είναι οπωσδήποτε οι πωλήσεις (28,39%) και σε δεύτερο χρόνο το marketing και η πληροφορική.
Όσον αφορά το επίπεδο των θέσεων, οι επιχειρήσεις σχεδιάζουν αντικαταστάσεις, κυρίως, σε προϊσταμένους ποσοστό 28,39%.
Αναφορικά με τα προγράμματα επαναπροσδιορισμού καριέρας, το 45,83% των εταιρειών απάντησε ότι θα έδινε ανά περίπτωση στο προσωπικό του.
Από την έρευνα προκύπτει ότι οι ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό εστιάζονται, κυρίως, σε επίπεδο υπαλλήλων (27,85%) και προϊσταμένων (22,15%).
Αντίστοιχα, οι ανάγκες για νέο προσωπικό όσον αφορά στους τομείς επικεντρώνονται: 39,41% στις πωλήσεις, 35,15% στην ανάπτυξη αγορών εξωτερικού και 32,16% στην παραγωγή.
Τα κριτήρια που λαμβάνουν υπόψη τους οι επιχειρήσεις για την επιλογή ανθρώπινου δυναμικού, είναι, κυρίως, τα προσωπικά χαρακτηριστικά σε ποσοστό 64,19% και οι εξειδικευμένες γνώσεις σε ποσοστό 41,16%. Σημαντικά είναι και η επιπρόσθετη μόρφωση (51,59%), οι τεχνικές γνώσεις (48,59%), αλλά και τα πτυχία (40,13%).
Οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα δυσκολεύονται να βρουν στελέχη που να διαθέτουν τα εξής τεχνικά χαρακτηριστικά:
Ανάπτυξη αγορών εξωτερικού (43,75%)
Ανάπτυξη ηλεκτρονικού εμπορίου (41,14%)
Πωλήσεις (39,16%)
Social media (35,14%)
Παραγωγή (32,16%).
Επίσης, έλλειψη στελεχών συναντούν οι επιχειρήσεις και σε στελέχη όσον αφορά σε προσωπικά χαρακτηριστικά, όπως:
Ευελιξία (68,75%)
Επίλυση προβλημάτων (67,16%)
Ανάληψη πρωτοβουλιών (62,55%)
Διαχείριση συγκρούσεων (61,16%)
Επιχειρηματική αντίληψη (55,16%)
Δέσμευση (54,22%)
Ο ρόλος της πολιτείας
Οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με την έρευνα, θεωρούν ότι η πολιτεία μπορεί να συμβάλει άμεσα στη δημιουργία και στη διατήρηση των θέσεων εργασίας.
Ειδικότερα, αυτό μπορεί να γίνει με:
Μείωση των εργοδοτικών εισφορών (56,4%)
Επιδότηση των εργοδοτικών εισφορών (43,75%)
Δημιουργία προγραμμάτων επαναπροσδιορισμού δεξιοτήτων για το υφιστάμενο προσωπικό (43,75)
Δημιουργία προγραμμάτων επαναπροσδιορισμού δεξιοτήτων για ανέργους (40,98%)
Δημιουργία προγραμμάτων επαναπροσδιορισμού καριέρας για ανέργους (40,15%)
Προγράμματα τεχνικής κατάρτισης για ανέργους (37,5%)
Επιδότηση θέσεων εργασίας για εργαζόμενους 45+ (35,36%)
Επιδότηση θέσεων εργασίας για νέους (32,88%)
Σε ό,τι αφορά στα κρατικά προγράμματα ενίσχυσης της απασχόλησης, το 51,15% των εταιρειών δήλωσε ότι έχει συμμετάσχει, σε αντίθεση με το 48,85% που δεν έχει υλοποιήσει κανένα αντίστοιχο πρόγραμμα. Ωστόσο, η εμπειρία των επιχειρήσεων από τη συμμετοχή τους σε αυτά ήταν ουδέτερη σε ποσοστό 52,46%, θετική σε ποσοστό 25,16% και αρνητική σε ποσοστό 22,38%.
Στην ερώτηση για το πως θα χαρακτήριζαν τη διάρκεια των προγραμμάτων, το 12,5% των επιχειρήσεων απάντησε πολύ ικανοποιητική, το 14,13% ικανοποιητική, το 54,11% επαρκής και το 19,26% ελλιπής.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει από την έρευνα, είναι ότι, μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων, οι επιχειρήσεις δεν έχουν ξεκάθαρη άποψη για το αν το ανθρώπινο δυναμικό τους βελτιώθηκε. Ειδικότερα, μόνο το 9,3% των εταιρειών συμφωνεί απόλυτα ότι υπήρξε βελτίωση, το 11,6% απλώς συμφωνεί, το 73,29% έχει ουδέτερη άποψη και το 6,25% διαφωνεί απόλυτα.
Ενδιαφέρον είναι βέβαια και το γεγονός ότι, όταν οι επιχειρήσεις ερωτήθηκαν για το αν μετά το πέρας των προγραμμάτων και την ολοκλήρωση της συμβατικής υποχρέωσης, οι επιχειρήσεις έχουν κρατήσει εργαζομένους, η συντριπτική πλειοψηφία (79,15%) απάντησε αρνητικά. Μόνο το 20,85% των εταιρειών δήλωσε ότι έχει εντάξει στο δυναμικό του εργαζομένους μέσω προγραμμάτων.
Τέλος, οι επιχειρήσεις φαίνονται επιφυλακτικές στο ενδεχόμενο να συμμετάσχουν σε αντίστοιχα κρατικά προγράμματα ενίσχυσης της απασχόλησης στο μέλλον. Ειδικότερα, μόνο το 9,63% απαντά με σιγουριά ότι θα υλοποιούσε ένα τέτοιο πρόγραμμα, το 41,16% θα το σκεφτόταν, το 31,25% πιθανόν να έλεγε ναι, ενώ το 17,96% θα ήταν αρνητικό σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Πηγή