Αληθινές ιστορίες που αμφισβητούν την αντίληψη μας για τον χρόνο και την πραγματικότητα
Τι είναι ο χρόνος;
Μπορούμε να τον μετρήσουμε και να τον τεμαχίσουμε σε εκατοστά και χιλιοστά του δευτερολέπτου, μπορούμε επίσης να ορίσουμε τις εμπειρίες μας μέσω αυτού.
Η εγκυκλοπαίδεια Encarta τον ορίζει ως συνειδητή εμπειρία της διάρκειας, της περιόδου εκείνης μέσα στην οποία πραγματοποιείται μια δράση ή ένα γεγονός… ενώ μπορούμε με έναν αφηρημένο τρόπο να τον ορίσουμε ως την τέταρτη διάσταση.
Όμως όλα αυτά δε μας φέρνουν πιο κοντά σε μια αληθινή κατανόηση του τι είναι χρόνος ούτε του πως λειτουργεί.
Παρακάτω παρουσιάζονται κάποιες παράξενες ιστορίες σπανίων περιστατικών όπου ο χρόνος δεν φαίνεται να κυλάει με τον τρόπο όπου τον αντιλαμβανόμαστε κανονικά.
Κάποιοι άνθρωποι αναφέρουν κενά στον χρόνο, ταξίδια στον χρόνο, απουσία χρόνου και πιθανές φευγαλέες ματιές στο παρελθόν ή το μέλλον.
Εξαιτίας του γεγονότος ότι η αντίληψη μας για τον χρόνο είναι συχνά τόσο συνήθης και κοινότοπη, όταν ένας άνθρωπος βιώνει κάποιο από αυτά τα κενά, το αναφέρει ως το πιο περίεργο και μπερδεμένο πράγμα που έχει βιώσει ποτέ.
Ας δούμε λοιπόν τις ιστορίες. Μπορεί σε κάποιους να θυμίζουν και μια δική τους εμπειρία.
Μια διαστρέβλωση της πραγματικότητας
Το 1991 ο Glenn ήταν φοιτητής πανεπιστημίου στη Νέα Σκοτία. Αυτό το οποίο αρχικά ήταν μια συνηθισμένη διαδρομή με το λεωφορείο προς την γενέτειρα του για να επισκεφθεί τους γονείς του, μετατράπηκε σε μια μπερδεμένη διαστρέβλωση του χρόνου και του χώρου. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος:
“Καθόμουν στο πίσω μέρος του λεωφορείου και δεν ήταν κανείς τριγύρω μου, υπήρχε όμως μια οικογένεια που καθόταν στο μπροστινό μέρος, πίσω ακριβώς από την θέση του οδηγού. Η διάρκεια της διαδρομής ήταν ήρεμη έως την στιγμή που πλησιάσαμε κοντά στην γενέτειρα πόλη μου. Κοιτούσα έξω από το παράθυρο και αντίκρισα το εργοστάσιο ελαστικών της Michelin καθώς το προσπερνούσαμε, ανεβαίνοντας το λόφο. Όταν το λεωφορείο έφτασε στο πιο ψηλό μέρος του λόφου είχα ένα περίεργο συναίσθημα και για κάποιον ανεξήγητο λόγο άρχισα να φαντάζομαι πολλούς ανθρώπους μέσα στο λεωφορείο να με κοροϊδεύουν!
Ακριβώς τότε συνέβη μια διαστρέβλωση της πραγματικότητας και το λεωφορείο βρέθηκε ξαφνικά στην εθνική οδό που βρισκόταν ένα μίλι πιο πίσω μας! Τότε μπόρεσα να το δω να προσπερνάει και πάλι το εργοστάσιο ελαστικών, κάτι το οποίο με τρόμαξε. Παρατήρησα επίσης την οικογένεια που καθόταν μπροστά και η οποία μιλούσε προηγουμένως πολύ δυνατά, να είναι πολύ ήσυχη αυτή την φορά.
Όταν σταματήσαμε πλησίασα τον οδηγό και του είπα τι νόμιζα ότι συνέβαινε. Εκείνος με κοίταξε όντας νευρικός και μου είπε ‘Τέτοια πράγματα συμβαίνουν’.”
Ένα σύντομο άλμα στον χρόνο
Ο οδηγός του λεωφορείου είχε προφανώς δίκιο. Παρόμοια πράγματα όντως συμβαίνουν. Αρκεί να ρωτήσουμε την Sue, η οποία το φθινόπωρο του 1994 οδηγούσε μαζί με τον φίλο της τον Jim προς το σπίτι τους στο Fallbrook της California όταν ενδεχομένως έκαναν ένα μικρό άλμα στον χρόνο. Όπως λέει η Sue:
“Υπάρχουν δύο δρόμοι για το Fallbrook, ένας από τον βορρά και ένας από το νότο. Κατευθυνόμασταν από το νότο προς τον βορρά στη λεωφόρο Mission Rd., η οποία έχει μήκος 4 μίλια και είναι διπλής κατευθύνσεως. Ήταν Παρασκευή απόγευμα και είπα αφηρημένα ότι είναι πολύ περίεργο που δεν είχαμε συναντήσει ως εκείνη την ώρα άλλα αυτοκίνητα στην αντίθετη κατεύθυνση, κάτι που συνέβαινε από τότε που μπήκαμε στη συγκεκριμένη λεωφόρο. Το Fallbrook είναι μια μικρή πόλη, όμως αυτός ο δρόμος είχε πάντα πολύ κίνηση.
Ήξερα ότι είναι 06:24 επειδή είχα μόλις κοιτάξει την πορτοκαλί ένδειξη της ώρας στο στερεοφωνικό όταν ξαφνικά το αυτοκίνητο νέκρωσε, το πετάλι έγινε πολύ σκληρό και τα φώτα έσβησαν.
Θυμάμαι ότι ένιωσα πολύ μεγάλη σύγχυση, καθώς σκεφτόμουν ότι μπορεί να τελείωσε η βενζίνη και ας ήξερα ότι είχαμε αρκετά καύσιμα ακόμη. Το αυτοκίνητο βγήκε αμέσως από τον δρόμο και όταν ο Jim ρώτησε τι έγινε δεν ήξερα τι να απαντήσω, είχα όμως την αίσθηση ότι είχα αποκοιμηθεί ή… δεν ξέρω και εγώ τι.
Έβαλα ξανά ταχύτητα, ο Jim πήδηξε έξω από το αυτοκίνητο, ήρθε προς τη μεριά μου και άνοιξε την πόρτα. Εγώ πήγα στην θέση του συνοδηγού, εκείνος μπήκε μέσα, έβαλε μπροστά τη μίζα και το αυτοκίνητο πήρε μπροστά!
Ενώ απομακρυνόμασταν ένιωθα ενοχλημένη και λίγο νευρική, όμως κάτι πραγματικά περίεργο είχε μόλις συμβεί. Κοίταξα πάλι την ώρα και ήταν 06:36. Είχαν περάσει 12 λεπτά ενώ το όλο περιστατικό δε μπορεί να είχε διάρκεια που να ξεπερνούσε το 1,5 λεπτό”.
Είχε πάει εκεί προτού καν φτάσει
Είμαστε εξοικειωμένοι με την γραμμική απεικόνιση του χρόνου όπου το ένα γεγονός διαδέχεται το άλλο. Με έναν περίεργο τρόπο όμως, δεν συμβαίνει πάντοτε αυτό. Ας λάβουμε υπόψη μας την εμπειρία της Eula White στην αγροτική Alabama του 1920 όταν ήταν μικρό κορίτσι.
Η Eula αναφέρει:
“Εκείνα τα χρόνια η αγροτική Alabama ήταν σχετικά πίσω. Λίγη ηλεκτροδότηση ενώ τα άλογα και τα βαγόνια ήταν τα μόνα μέσα μεταφοράς για τους περισσότερους ντόπιους. Θυμάμαι ότι ήταν μια ηλιόλουστη μέρα του καλοκαιριού και νωρίς εκείνο το πρωί είχα μαζευτεί με κάποιες άλλες γυναίκες στη μπροστινή βεράντα στη φάρμα των Hawkins για να μαζέψουμε φασόλια και μπιζέλια από κάποια θαμνάκια.
Κατά το μεσημέρι ήμασταν ακόμα εκεί και μαζεύαμε μπιζέλια όταν σηκωθήκαμε και είδαμε τον κύριο Hawkins να πλησιάζει προς το σπίτι.
Στο μπροστινό μέρος της σέλας του αλόγου του ήταν ένα μεγάλο λευκό σακί με αλεύρι και στο αριστερό του χέρι κρατούσε μια καφέ τσάντα με διάφορα λαχανικά.
Τον κοιτούσαμε καθώς πήγαινε προς την πόρτα και σταμάτησε εκεί περιμένοντας από κάποιον να ανοίξει. Ένα από τα αγόρια έτρεξε και την άνοιξε και τότε, μπροστά στα μάτια όλων των γυναικών και των παιδιών, ο κύριος Hawkins εξαφανίστηκε! Μέσα σε μια στιγμή, απλά εξαφανίστηκε!
Για ένα δυο περίπου δευτερόλεπτα μείναμε άφωνοι και ύστερα τρομοκρατημένοι αρχίσαμε να ουρλιάζουμε. Λίγα λεπτά αργότερα ηρεμήσαμε, όμως ακόμη τρέμαμε και ήμασταν συγχυσμένες. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε οπότε ύστερα από λίγο συνεχίσαμε να μαζεύουμε μπιζέλια ενώ η κυρία Hawkins και τα αγόρια έκλεισαν την πόρτα.
Περίπου μισή ώρα αργότερα είδαμε πάλι τον κύριο Hawkins να έρχεται με το άλογο προς το σπίτι με το ίδιο λευκό σακί με αλεύρι μπροστά στην σέλα του και με την ίδια καφέ τσάντα με λαχανικά στο αριστερό του χέρι. Κατευθύνθηκε ξανά προς την πόρτα και σταμάτησε χωρίς να πει τίποτα. Εμείς απλώς τον κοιτούσαμε περιμένοντας να δούμε τι θα συμβεί. Ύστερα, προς μεγάλη μας ανακούφιση, ο κύριος Hawkins είπε: ‘Λοιπόν, θα μου ανοίξει κανείς την πόρτα;’ Ο κύριος Hawkins είχε έρθει εκεί προτού καν φτάσει”.
Στιγμιαία επανάληψη του χρόνου
Μια παρόμοια επανάληψη του χρόνου συνέβη στον Ryan Bratton στην ηλικία των οκτώ. Ήταν μια κατά τα άλλα συνηθισμένη ημέρα για αυτόν και τον φίλο του που κάθονταν στην αυλή του ενώ κάποια άλλα παιδιά οδηγούσαν με τα ποδήλατα τους κατά μήκος ενός δρόμου. Όπως θυμάται:
“Ένα αυτοκίνητο ήρθε από τον δρόμο και σταμάτησε μπροστά από ένα σπίτι. Ένα παιδάκι βγήκε έξω και έτρεξε μέσα στο σπίτι κάνοντας φασαρία και φωνάζοντας όπως κάνουν τα παιδιά της ηλικίας του ενώ ένα κορίτσι πέρασε με το ποδήλατο της από τον δρόμο.
Λίγα λεπτά αργότερα το ίδιο αυτοκίνητο ήρθε από τον δρόμο, σταμάτησε στο σπίτι και το ίδιο παιδάκι βγήκε έξω από αυτό και έτρεξε μέσα στο σπίτι κάνοντας φασαρία και φωνάζοντας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το είχε κάνει και πριν. Και τότε το ίδιο κορίτσι κατηφόρισε ξανά προς τον δρόμο. Κοίταξα τον φίλο μου και μου είπε ότι δεν είχε ιδέα για το τι είχε μόλις συμβεί”.
Ταξίδι στο παρελθόν…
Οι πιο εντυπωσιακές περιπτώσεις ταξιδιού στον χρόνο είναι πιθανώς εκείνες όπου κάποιοι άνθρωποι βλέπουν, ακούν ή ακόμα αλληλεπιδρούν με άλλους ανθρώπους ή πράγματα που φαίνεται πως συνέβησαν σε άλλο τόπο και σε άλλη χρονική στιγμή.
Ο John ήταν ένα εξάχρονο αγόρι στο Stoke-on-Trent της Αγγλίας όταν συνέβη ένα τέτοιο φευγαλέο περιστατικό. Πήγαινε στο σχολείο μαζί με κάποια άλλα παιδιά όταν σταμάτησαν για να παρατηρήσουν κάποιους οικοδόμους που δούλευαν σε κάποια καινούρια σπίτια. Καθώς πλησίαζαν προς εκείνο το σημείο, παρατήρησαν ένα παλιό αγροτόσπιτο που βρισκόταν εκεί κοντά. Μια ηλικιωμένη γυναίκα βγήκε έξω και προσέφερε στον John και στους φίλους του πορτοκαλάδα καθώς έμπαιναν μέσα στο σπίτι της.
Αφού έφυγαν από το αγροτόσπιτο και συνέχισαν τον δρόμο τους προς το σχολείο, ανακάλυψαν ότι ήταν περίπου 4 και το σχολείο έκλεινε. Είχαν φύγει από το σπίτι στη 1:30 και είχαν κάνει μια διαδρομή που θα πρέπει να είχε διάρκεια 20 λεπτά!
Την επόμενη ημέρα ο John και οι φίλοι του έκαναν την ίδια διαδρομή για το σχολείο αλλά προς μεγάλη τους έκπληξη δεν υπήρχε η παραμικρή ένδειξη του αγροτόσπιτου ή της ηλικιωμένης που είχαν δει την προηγούμενη ημέρα.
Η μόνη εξήγηση για το τι βίωσε ο John και οι φίλοι του φαίνεται πως είναι κάποια μορφή ‘γλιστρήματος’ στον χρόνο κατά το οποίο για λίγες ώρες μεταφέρθηκαν σε μια παλιότερη εποχή όπου πράγματι υπήρχε ένα αγροτόσπιτο και ο ιδιοκτήτης του σε εκείνο το μέρος.
Σε μια μελλοντική πόλη
Όσο παράξενη και αν ήταν, ενδεχομένως να είναι πιο εύκολο να καταλάβουμε την εμπειρία του John σχετικά με κάτι που έχει ήδη συμβεί παρά να κατανοήσουμε την εμπειρία της Daisy που συνάντησε ένα μέρος το οποίο δεν υπάρχει ακόμα και ίσως να μην υπάρχει για αιώνες. Η Daisy και ο φίλος της ο Rick κατευθύνονταν με το παλιό φορτηγάκι του προς το σπίτι ενός άλλου φίλου τους τον Σεπτέμβρη του 2004. Όπως αναφέρει η Daisy:
“Ξαφνικά, η μηχανή έσβησε και εγώ μαζί με τον Rick βρεθήκαμε σε έναν ερημωμένο αυτοκινητόδρομο μέσα στη νύχτα. Ήμασταν περιτριγυρισμένοι και από τις δύο πλευρές του δρόμου με κτήματα καλαμποκιού, γεγονός που επιμήκυνε την αίσθηση της απόστασης.
Ο Rick έκανε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να βάλει μπροστά το φορτηγάκι ξανά, όμως φαίνεται ότι δεν δούλευε. Αποφασίσαμε να περπατήσουμε προς την πλησιέστερη πόλη που απείχε περίπου 2 μίλια για να βρούμε κάποιο τηλέφωνο που λειτουργεί με κέρματα για να καλέσουμε τον φίλο μας. Μας φάνηκε πως η διαδρομή μας πήρε ώρες και η πόλη δεν ήταν πουθενά.
Παρόλα αυτά και ενώ ήμασταν ήδη απελπισμένοι, είδαμε ένα εκθαμβωτικό καφέ φως να ξεπροβάλλει πίσω από τον απόκρημνο λόφο που βρισκόταν μπροστά μας. Ανεβήκαμε τρέχοντας το λόφο που μας εμπόδιζε να δούμε από που προερχόταν το φως και μείναμε άφωνοι από αυτό που είδαμε.
Ο Rick και εγώ μπορούσαμε να δούμε πίσω από το λόφο αυτό που θα μπορούσε να περιγραφεί ως μια φουτουριστική πόλη με φώτα να ξεπροβάλλουν από το κάθε παράθυρο ενός τεράστιου, μεταλλικού πύργου. Στο κέντρο αυτής της πόλης βρισκόταν ένας πελώριος ασημένιος θόλος.
Κοίταζα εμβρόντητη για ώρα την πόλη μέχρι την στιγμή που ο Rick με σκούντησε στον αγκώνα, κάτι που με έβγαλε από την έκσταση μου και μου έδειξε τον ουρανό. Επάνω από την πόλη αιωρούνταν εκατοντάδες ιπτάμενα οχήματα και ένα από αυτά πέταξε προς το μέρος μας με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
Ο Rick και εγώ φοβηθήκαμε τόσο πολύ που φύγαμε τρέχοντας και κατευθυνθήκαμε προς το χαλασμένο μας φορτηγάκι. Δεν κοίταξα καθόλου πίσω όμως ένιωθα ότι κάποιος με παρακολουθούσε σε όλη την διαδρομή. Όταν μπήκαμε μέσα στο φορτηγάκι, αυτό πήρε μπροστά χωρίς καμία δυσκολία. Φύγαμε όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε προς την αντίθετη κατεύθυνση και δεν πήγαμε ποτέ ξανά εκεί ούτε και μιλήσαμε για αυτό από τότε”.