«Οι ελπίδες που καλλιεργεί η νίκη του Αλέξη Τσίπρα είναι τεράστιες, αλλά ο νέος Έλληνας πρωθυπουργός δεν θα καταφέρει από μόνος του να αντιστρέψει τη νεοφιλελεύθερη αποτυχία της Ευρώπης. Θα πρέπει να τον βοηθήσουμε». Αυτό επισημαίνει σε συνέντευξή του στη βελγική εφημερίδα L’ Écho ο τέως πρωθυπουργός του Βελγίου και ηγέτης των γαλλόφωνων Σοσιαλιστών της χώρας, Έλιο Ντι Ρούπο.
«Την Κυριακή, οι Έλληνες πολίτες ψήφισαν μαζικά τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μία κραυγή ελπίδας για μία πιο δίκαιη κοινωνία και μία εύλογη καταγγελία της πολιτικής λιτότητας που εφάρμοσε η ΕΕ και την οποία στήριξε ο Αντώνης Σαμαράς. Είτε το θέλει, είτε όχι, η ευρωπαϊκή Δεξιά, και παρ’ όλες τις προσπάθειες που ανέπτυξε ενάντια στην Αριστερά κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η νίκη του κόμματος του Αλέξη Τσίπρα αποτελεί πολιτικό γεγονός που όλοι οφείλουν να σεβαστούν, συμπεριλαμβανομένης και της Ευρώπης. Αποτελεί, επίσης, ισχυρό μήνυμα προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς: οι πολιτικές λιτότητας χαρακτηρίζονται ως αποτυχημένες στον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό (κρίση Δημοκρατίας), αλλά κυρίως στον ανθρωπιστικό τομέα» αναφέρει ο κ. Ντι Ρούπο.
«Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ο νέος Έλληνας πρωθυπουργός. Οι συνάδελφοί του θα πρέπει να τον δεχτούν στο ευρωπαϊκό συμβούλιο και να συνεργαστούν μαζί του, προς όφελος των Ελλήνων και προς όφελος των Ευρωπαίων. Διότι σήμερα, το ζητούμενο είναι να ορθοποδήσει η Ελλάδα και να παραμείνει στην Ευρωζώνη, ο ελληνικός λαός να αποκτήσει ξανά εμπιστοσύνη αλλά και να αποδείξουμε ότι μία άλλη Ευρώπη μπορεί να υπάρξει» προσθέτει.
Επίσης, ο πρώην πρωθυπουργός σημειώνει: «Είχα δηλώσει πριν από μερικούς μήνες στο βελγικό Κοινοβούλιο ότι εάν βοηθούσαμε την Ελλάδα, θα ήταν για να τη δούμε να ζει και όχι για να πεθαίνει. Το απαραίτητο φάρμακο δεν είναι εκείνο που μοιάζει με αφαίμαξη, όπως κάναμε στον Μεσαίωνα, πιστεύοντας έτσι ότι θα ανακουφίζαμε τους ασθενείς. Εν ονόματι του κόμματός μου, και το λέω εδώ και πολλά χρόνια, η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη δεν είναι η χρηματοοικονομική στήριξη που επιβάλλει μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν τη φτώχεια και τους ανέργους και που στερούν σε μία ολόκληρη γενιά ένα καλύτερο μέλλον. Την Κυριακή, ενώ η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ φαινόταν επιβεβαιωμένη, εκπρόσωποι της Δεξιάς έκριναν απαραίτητο να υπενθυμίσουν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να συνεχίσει, με κάθε κόστος, τις μεταρρυθμίσεις, ακόμη και με την κυβέρνηση Τσίπρα. Αυτό εκφράζει τη βαθιά περιφρόνηση της Δημοκρατίας και του ελληνικού λαού, καθότι η οικονομική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα είναι καταστροφική (..). Οι ευθύνες γι’ αυτήν είναι μοιρασμένες και αφορούν και την Ευρώπη. Οι οπαδοί της λιτότητας κάνουν λάθος με το ιδεολογικό πείσμα τους. Κινδυνεύουν να προσθέσουν μία κρίση της Δημοκρατίας στην οικονομική και κοινωνική κρίση».
Στη συνέχεια ο κ. Ντι Ρούπο τονίζει ότι με τις υιοθετημένες ως τώρα πολιτικές, οι Ευρωπαίοι πολίτες κινδυνεύουν να απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Η επιβολή μεταρρυθμίσεων, που βιώθηκαν συχνά ως ταπείνωση, ευνοούν την κοινωνική ανέχεια και την άνοδο των εξτρεμισμών. «Μην ξεχνάμε ότι πίσω από τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και την αποτυχία της Νέας Δημοκρατίας υπάρχει, στην τρίτη θέση, ένα κόμμα νεοναζί» υπογραμμίζει.
«Κάθε συμβολή για μία πιο δίκαιη και αλληλέγγυη Ευρώπη είναι καλοδεχούμενη. Ως εκπρόσωποι των λαϊκών τάξεων, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και ευρύτερα η ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει να φέρουν αυτό το μήνυμα ελπίδας και ανάκαμψης» συμπληρώνει.
Ακόμη, σημειώνει ότι μπόρεσε να διαπιστώσει πόσο η Ευρώπη και το ευρωπαϊκό συμβούλιο είναι εγκλωβισμένοι ιδεολογικά. Οι όροι που χρησιμοποιούνται είναι πάντα οι ίδιοι: «μεταρρυθμίσεις», «φιλελευθεροποίηση» κλπ ενώ, όπως τονίζει, θα έπρεπε να ενισχύονται τα δικαιώματα των εργαζομένων και των καταναλωτών, όχι να καταργούνται δημόσιες υπηρεσίες, αλλά να αυξάνεται η δημόσια επένδυση για νοσοκομεία, σχολεία, μεταφορές. Τα ζητήματα δεν περιορίζονται στην εμπιστοσύνη των αγορών, αλλά και στη ρύθμιση του χρηματοοικονομικού τομέα για να αποφύγουμε άλλες παρεκτροπές.