Όταν εισέλθουν στο ανθρώπινο σώμα, μπορούν να μετακινηθούν οπουδήποτε θελήσουν: στα μάτια, στους ιστούς αλλά και στον εγκέφαλο. Αποτελούν μυστήριο για τους γιατρούς, καθώς ελίσσονται περίτεχνα και καθιστούν βορά τον ξενιστή τους.
«Το παράσιτο κατάφερε να μετακινηθεί από τη μία πλευρά του εγκεφάλου στην άλλη –λίγα πράγματα μπορούν να κινηθούν εντός του εγκεφάλου», σχολιάζει η Δρ Ευφροσύνη Γκρανιά-Κλώτσα, με αφορμή ένα παράδοξο περιστατικό που καταγράφηκε το 2013 στη Βρετανία. Στον εγκέφαλο του Κινέζου ασθενούς είχε εισβάλει ένα σπάνιο είδος σκώληκα (Spirometra erinaceieuropaei), προκαλώντας, μεταξύ άλλων, επιληπτικές κρίσεις και αδυναμία στα κάτω άκρα του. Η επίσημη διάγνωση των γιατρών υπέδειξε σπαργάνωση.
Δεν υπάρχει επί του παρόντος κάποια διαθέσιμη φαρμακευτική αγωγή προς άμεση αντιμετώπιση της συγκεκριμένης λοίμωξης κι έτσι ο θεράπων ιατρός έπρεπε να προχωρήσει άμεσα σε χειρουργική αφαίρεση του σκώληκα.
Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα του CNΝ, τα καταγεγραμμένα κρούσματα λοίμωξης από Spirometra ήταν μόλις 300 μεταξύ 1953 και 2013, κυρίως σε χώρες της Ασίας.
Ερευνητές από το βρετανικό ίδρυμα Wellcome Trust Sanger Institute κατάφεραν προσφάτως να καταγράψουν την ακριβή αλληλουχία του γονιδιώματος του σπάνιου σκώληκα και ανακάλυψαν ότι ο κύκλος ζωής του είναι εξαιρετικά περίπλοκος.
Το ενήλικο σκουλήκι εντοπίζεται αποκλειστικά και μόνο στα εντόσθια της γάτας και του σκύλου, όμως τα ζώα αυτά μπορεί να απορρίψουν αυγά με τα περιττώματά τους και τα αυγά να μολύνουν υδάτινους πόρους. Στη συνέχεια, οι προνύμφες μπορεί να προσβάλλουν μαλακά όστρακα, βατράχια ή φίδια. Ο άνθρωπος μπορεί να μολυνθεί είτε με την άμεση είτε με την έμμεση επαφή με μολυσμένα ζώα.
Ο Κινέζος που προσβλήθηκε από το σκώληκα θεωρείται πως ήπιε κατά λάθος νερό καθώς κολυμπούσε σε μολυσμένη λίμνη, δηλώνει η Γκρανιά-Κλώτσα.
Οι προνύμφες μπορεί να εγκατασταθούν στον εγκέφαλο ή οπουδήποτε αλλού, προκαλώντας βλάβες στους ιστούς, τύφλωση, παράλυση, ακόμη και πρόωρο θάνατο.
Μελετώντας τον ακριβή γενετικό κώδικα του σκώληκα, οι ερευνητές ευελπιστούν ότι θα κατανοήσουν καλύτερα τους μηχανισμούς δράσης του και κατ’ επέκταση θα επινοήσουν αποτελεσματικότερες μεθόδους για την αντιμετώπισή του.