«Η ζωή μου με επτά διαφορετικούς συζύγους σε 42 χρόνια». Αυτό είναι ο τίτλος του άρθρου της Αντζελα Νιουστέιτερ στη Daily Mail. Οι επτά… σύζυγοι δεν είναι παρά τα επτά πρόσωπα του ενός και μοναδικού συζύγου της. Η δημοσιογράφος με αυτόν τον ευφάνταστο τίτλο περιγράφει γλαφυρά τις διακυμάνσεις που μπορεί να περάσει ένας γάμος και αποκαλύπτει και το δικό της μυστικό για μια ευτυχισμένη σχέση ζωής: Απλά αποδέξου το. Το άλλο σου μισό θα αλλάζει πάντα.
Γράφει η Νιουστέιτερ στη Daily Mail:
«Μια από τις πολυτιμότερες φωτογραφίες μου είναι αυτή με τον σύζυγό μου Ολυ. Οταν συναντηθήκαμε για πρώτη φορά. Τα πυκνά ξανθά μαλλιά του, το πεσμένο μουστάκι του και το βαθύ του μαύρισμα από τους μήνες που είχε ξοδέψει ταξιδεύοντας, τον έκαναν ακαταμάχητο.
Αυτό συνέβη το 1969. Εζησα για δυο χρόνια στη γενέτειρά του, το Αμστερνταμ. Σε αυτό το διάστημα μετατράπηκα από συμβατική Εγγλέζα σε επαναστάτρια των Sixties
Aυτός ήταν ο πρώτος άνδρας που γνώρισα στο πλαίσιο της περιπέτειας της… αγάπης που έζησα. Πέρασα μαζί του 42 χρόνια. Μέσα στα 42 αυτά χρόνια, είχα επτά γάμους. Ενδεχομένως και περισσότερους. Μπορεί να ξεχνάω μερικούς. Ωστόσο, οφείλω να προσθέσω ότι όλοι τους ήταν με τον ίδιο άνδρα.
Ετσι πρόσφατα συμφώνησα με την τηλεπαρουσιάστρια Κλόντια Γουίνκλεμαν, η οποία είπε ότι κατά τη διάρκεια ενός γάμου αλλάζουν τα πάντα και ότι ο γάμος αλλάζει μαζί με εμάς. «Το μόνο που ξέρω είναι ότι μπορείτε να έχετε έναν διαφορετικό γάμο με τον ίδιο άνδρα», είχε πει.
Εγώ έχω να προσθέσω ότι στην πραγματικότητα μπορείτε να έχετε πολλούς διαφορετικούς γάμους με τον ίδιο άνθρωπο, καθώς και για τους δυο ανθρώπους που βρίσκονται σε μακροχρόνια σχέση είναι πολύ λογικό πολλά πράγματα να αλλάξουν ριζικά, πολλές φορές.
Επειδή οι άνθρωποι δεν είναι στάσιμοι, είναι λογικό οι ιδέες, τα πάθη, οι ανησυχίες και η φιλοσοφία του κάθε ανθρώπου να αλλάζει στο πέρασμα των χρόνων. Τίποτα δεν μένει το ίδιο και για αυτό λέω ότι κατά τη διάρκεια τον χρόνων έχω βρεθεί να είμαι παντρεμένη με διαφορετικούς συζύγους.
Οταν πρωτοσυναντηθήκαμε στο Αμστερνταμ, όπου εργαζόμουν ως δημοσιογράφος και ο Ολι διηύθυνε μια επιχείρηση με vintage ρούχα, η έλξη ήταν άμεση. Το ρομαντικό όνειρο (η πρώτη φάση) έδωσε τη θέση του στο σε ένα «διαφορετικό γάμο» (δεύτερη φάση) όπου άρχισαν να γίνονται αισθητές οι διαφορές που υπήρχαν μεταξύ μας. Μια φάση στην οποία κόλλήσαμε για χρόνια.
Προερχόταν από την εργατική τάξη, γιος εργάτη των ναυπηγείων, δούλευε στη θάλασσα από τα 15 του. Ημουν ένα κορίτσι από το Σαρρέι, που είχε μια άκρως προστατευμένη παιδική ηλικία, κόρη ψυχιάτρου και μιας βιβλιόφιλης.
Η ένωσή μας προέκυπτε από ένα φλογοβόλο πάθος που τόνιζε την ανάγκη μας να συνδεθούμε ο ένας με τις αξίες του άλλου.
Η φάση αυτή που περνούσαμε συνέπεσε και με μια εποχή αλλαγών που είχε μεγαλύτερη ισότητα για τα δυο φύλλα και ήθελες τους άνδρες να χάνουν το ρόλο του πατέρα. Η γενιά μας, είμαι 71 και ο Ολι είναι 70, έζησε σε ένα κοινωνικό περιβάλλον εντελώς διαφορετικό από ότι εκείνο που έζησαν οι γονείς μας. Πράγματι, η ακμάζουσα καριέρα μου έφερε και την πρώτη σημαντική αλλαγή στη σχέση μας.
το 1970 μετακομίσαμε στην Αγγλία και πήραμε ένα μικρό διαμέρισμα πάνω από ένα πλυντήριο στο Νότινγκ Χιλ, στο δυτικό Λονδίνο. Μας άρεσε να ψωνίζουμε στο διπλανό Portobello Road και να είμαστε μέρος της χίππι κοινότητας του Λονδίνου. Ο Ολι παρέμενε ελεύθερο πνεύμα, μέχρις ότου εγώ βρήκα δουλειά σε μια μεγάλη εφημερίδα.
Εργαζόμουν πολλές ώρες. Ημουν, όμως, ενθουσιασμένη με τη δουλειά μου και το νέο κόσμο που μόλις είχα εισέλθει.
Ομως… άρχισαν να μην μου αρέσουν κάποιες συνήθειες του Ολι και να τις κριτικάρω. Αρχισε να τις βρίσκω ενοχλητικές ενώ μέχρι τότε τις έβρισκα διασκεδαστικές. Ενιωσα ταπεινωμένη για παράδειγμα όταν τον είδαν να κουβαλά στην πλάτη του, σε κεντρικό δρόμο του Λονδίνου, το ποδήλατό του. Ο Ολι όλο αυτό το διάστημα είχε στήσει μια μικρή επιχείρηση σε σε συνεργασία με μια νεαρή σχεδιάστρια και όλη την ώρα τριγυρνούσε με το ποδήλατό του στο Λονδίνο πουλώντας κιμονό. Εγώ πάλι ήθελα να τον δω να φοράει κοστούμι και να τον δω να εξελίσσεται επαγγελματικά.
Η σχέση μας άρχισε να μοιάζει με τρενάκι του τρόμου και κοιτάζοντας, τώρα προς τα πίσω καταλαβαίνω ότι αυτή ήταν η δεύτερη έκδοση του γάμου μας: Εγώ είχα μετατραπεί σε μια «δύστροπη σύζυγο» και κατηγορούσα τον Ολι ότι δεν συμβαδίζει μαζί μου, ενώ εκείνος, καθώς μεγάλωνε, ένιωθε ότι προδίδω τον τρόπο ζωής που αρχικά είχαμε υιοθετήσει. Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 ήταν ο Ολι και όχι εγώ που κάλεσε τον πατέρα μου από το Σαρέι να έρθει να μείνει μαζί μας. Του πρότεινε να έρθει να μείνει στο ισόγειο του νέου μας σπιτιού στο δυτικό Λονδίνο. Και ήταν ο Ολι που έβγαινε μαζί του και περνούσε ώρες ατελείωτες μαζί του τα βράδια καθώς εγώ έγραφα στην εφημερίδα. Η ζωή μας και ο γάμος μας άλλαξαν και πάλι. Σε εκείνη τη φάση άρχισα να εκτιμώ τον «συμπονετικό μου σύζυγο», έναν άνθρωπο που δεν δίσταζε να αλλάξει ριζικά τον τρόπο ζωής του για να καλύψει τις ανάγκες της οικογένειάς του, που με ενστικτώδη ευγένεια περιποιούνταν έναν μεγάλο άνθρωπο, κερδίζοντας, έτσι, και πάλι, μια θέση στην καρδιά μου.
Ο «τέταρτος» γάμος μου με τον ίδιο άνδρα ξεκίνησε το 1975. Τη χρονιά που ήρθε στον κόσμο το πρώτο μας παιδί, ο Σαμ.
Ο Ολι έδωσε όλη του την αγάπη στον γιο μας και έκανε όλες αυτές τις κοινοτοπίες που κάνουν οι νέοι γονείς με μεγαλύτερο ενθουσιασμό από ότι εγώ. Τον θυμάμαι στο μαιευτήριο να κρατά τον Σαμ και να τον κοιτάζει ζαλισμένος από απόλαυση. Η αλλαγή της πάνας και το μπάνιο του μωρού δεν ήταν ποτέ για εκείνον μια αγγαρεία.
Λάτρεψα αυτόν τον «στοργικό πατέρα και σύζυγο». Αλλά δεν φανταζόμουν καθόλου την επόμενη φάση του γάμου μας που θα ακολουθούσε: Μια βαριά, νωθρή ενήλικη ζωή.
Ο Ολι τώρα εργαζόταν ως τεχνικός σε εταιρείας παραγωγής ποπ βίντεο. Εγώ, ύστερα από κάποιους μήνες γύρισα στη δουλειά μου. Είχαμε μείνει από χρόνο και ενέργεια και κάπου εκεί ήταν που… έμεινε πολύ λίγος χώρος για το «εμείς». Ο καημένος ο Ολι στα μάτια μου έγινε ο «μακρινός σύζυγος».
Ευτυχώς αυτή η φάση δεν κράτησε πολύ. Το 1999, όταν εγώ ήμουν 56 και εκείνος 55 αποφασίσαμε να παντρευτούμε και επισήμως. . Τον θυμάμαι να στέκεται στα σκαλιά του Δημαρχείου στο κέντρο του Λονδίνου. Εκείνη η εικόνα του φανέρωνε το πόσο είχε αλλάξει σε σχέση με τον Ολι της Ολλανδίας. Η σχέση μας είχε ωριμάσει και ήταν πλέον εντελώς διαφορετική σε σχέση με την αρχή της. Κανείς από τους δυο μας δεν ήταν συμβιβασμένος με την έννοια της απώλειας όταν ο ο Σαμ πήγε στο πανεπιστήμιο.
Ημασταν σαν δυο άδεια δοχεία, η ζωή μας ήταν χωρίς νόημα και μεταξύ μας δεν είχαμε να πούμε απολύτως τίποτα. Ηταν μια κλασική κρίση μέσης ηλικίας, με τους διαπληκτισμούς της και όλα τα συνταγή. Στο κέντρο της δικής μου κρίσης ηλικίας ήταν ο Ολι.
Αναρωτιόμουν αν ήταν πραγματικά ο άνθρωπος που ήθελα στη ζωή μου. Θα ένιωθε πιο γεμάτη με κάποιον άλλον; Είμαι σίγουρη ότι είχε παρόμοια συναισθήματα. Κάποια στιγμή ο Ολι μου είπε: «Μάλλον πρέπει πραγματικά να ζήσει μόνη σου». Το κλίμα έμοιαζε σαν αυτή του η απόφαση να ήταν αμετάκλητη. Το σοκ ήταν τεράστιο. Ολα αυτά τα φριχτά πράγματα που λέγαμε όταν τσακωνόμασταν μας άλλαξαν τόσο πολύ που δεν νοιαζόταν καθόλου για μένα;
Καταλαβαίναμε ότι βρισκόμασταν στο κατώφλι ενός είδους γάμου. Ενός γάμου όπου και οι δυο μας θα ήμασταν κλεισμένοι στους εαυτούς μας. Με τον γιο μας να έχει φύγει από το σπίτι, υπήρχε περισσότερος χώρος. Για αυτό και αποφασίσαμε να ζήσουμε σε ξεχωριστούς ορόφους.
Βλέπαμε ο ένας τον άλλον όσο το δυνατό λιγότερο. Για έναν χρόνο ο Ολι έγινε ο σύζυγος που είμαστε μαζί και χώρια. Αυτή ήταν η έκτη φάση του γάμου μας που ευχαριστήθηκα περισσότερο από τις άλλες.
Αυτή η φάση κράτησε αρκετά. Ξεκινήσαμετ να ξαναερχόμαστε πιο κοντά βγαίνοντας για φαγητό, πηγαίνοντας σινεμά, τρώγοντας μια φορά την εβδομάδα μαζί. Τα είχαμε σχεδόν ξαναβρεί. Είχαμε καταλάβε το πόσο σημαντικό είναι απλά να είναι ο ένας ευγενικός με τον άλλον.
Μια αρετή που αποκτάς καθώς μεγαλώνεις είναι ότι μαθαίνεις να κάνεις ένα βήμα πίσω. Οταν ο Ολι έκανε κάτι που προκαλούσε την οργή μου, ρωτούσα τον εαυτό μου αν πραγματικά αξίζει τον κόπο να βάλω σε κίνδυνο την ηρεμία μου. Κάπως έτσι μάθαμε τους καβγάδες μας να τους περνάμε γελώντας. Ο γάμος μας είχε γίνει πιο άνετος.
Το 2000 όταν ο Σαμ και η γυναίκα του απέκτησαν το πρώτο τους παιδί, αποφάσισαν ότι ήθελαν να έρθουν να ζήσουν μαζί μας. Ετσι ο Ολι ήρθε και έμεινε μαζί μου. Και ξαναφτιάξαμε την οικογένειά μας.
Τώρα, που τα εγγόνια μας μας επισκέπτονται συχνά και έχουμε χτίσει μαζί με τον Ολι άπειρα σπίτια Lego, και έχουμε παίξει με άπειρα παιχνίδια, τον νιώθω πιο κοντά από ποτέ.
Σε αυτό το έβδομο στάδιο του γάμου μας, είμαι τελικά ικανή να δω την κοινή μας ζωή ως σύνολο. Κάθε φάση της σχέσης μας είναι σαν κεφάλαιο στην ιστορία μας. Μερικά είναι πιο χαρούμενα από τα άλλα. Αλλά είμαι τόσο χαρούμενη που επέμεινε. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο δυνατό από ένα δεσμό που δοκιμάστηκε επανειλημμένα αλλά δεν έσπασε. Τι χαρές, αναρωτιέμαι, θα μας φέρει η όγδοη φάση του γάμου μας;».