Ο αγαπημένος ηθοποιός, τραγουδιστής και παρουσιαστής Γιάννης Ζουγανέλης μίλησε στο κυπριακό περιοδικό Down Town μίλησε μεταξύ άλλων και για τον φίλο του Σάκη Μπουλά και την ημέρα που έφυγε από τη ζωή.
Τις γιορτές αυτές τις πέρασε οικογενειακά, με την κόρη του τη σύζυγό του και τους συναδέλφους του. «Γιατί εμείς τις γιορτές δουλεύουμε και είμαστε η αφορμή να γιορτάσουν οι άλλοι μαζί μας», εξηγεί στον Αλέξανδρο Πρίφτη.
Θυμάστε ποια ήταν η καλύτερη Πρωτοχρονιά που περάσατε ως παιδί;
Θυμάμαι πολλές γιορτές στο σπίτι, πολλές χαρούμενες συνυπάρξεις φίλων και συγγενών. Αλλά αυτή που θα μου επιτρέψετε να ξεχωρίσω, ήταν η Πρωτοχρονιά του 1998, όταν κατάφερα μετά από πολλά χρόνια επίμονης προσπάθειας, να πάρω βραβείο από την ακαδημία της Σουηδίας, επειδή επιλέγη η μουσική μου. Αυτή ήταν η καλύτερή μου Πρωτοχρονιά! Κι αν δεν με ρωτούσες δεν θα το έλεγα ποτέ, δεν με ενδιαφέρει να επικοινωνώ πράγματα που δεν έχει πάρει χαμπάρι ο ελληνικός λαός. Είναι σαν να τους εκβιάζω για όσα έχω κάνει στη ζωή μου.
Πάντα ήσασταν τόσο ταπεινός;
Ναι, πάντα. Από παιδί. Αυτό το πήρα και από τους γονείς μου, αλλά και από τη ζωή γενικότερα. Αυτή είναι η στάση μου. Ζώντας την καθημερινότητα στην αλήθεια της, μόνο ταπεινός μπορεί να είσαι. Αν γίνεις υπερόπτης αποφεύγεις την πραγματικότητα και στρουθοκαμηλίζεις. Κι η καθημερινότητα έχει πολλή χαρά, αλλά και πολύ πόνο. Δεν είμαι, όμως, άνθρωπος που θα μπορούσε να ζήσει μόνος του. Επίσης, δεν είμαι φυγόπονος. Και έχω πονέσει για τον τρόπο που αντιμετωπιζόμαστε εμείς οι Έλληνες σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεν είμαστε αυτό που προβάλλουν! Είμαστε λαός με πολύ φως και με λάθος επιλογές του παρελθόντος. Αλλά, για να επανέλθουμε, μόνο ταπεινός μπορώ να είμαι, τίποτε άλλο.
Ξέρω ότι είστε ένα από τα ελάχιστα σκεπτόμενα άτομα στον καλλιτεχνικό χώρο και επειδή συνήθως, τέτοιες γιορτινές μέρες, κάνουμε και την αυτοκριτική μας, θα ήθελα να μου πείτε, κυρίως με βάση το ένστικτό σας, αν εσείς είστε αισιόδοξος για το μέλλον της Κύπρου, αλλά και της Ελλάδας…
Κοίτα, είμαι συνειδητοποιημένος, αλλά πάντα είμαι και αισιόδοξος. Αλλιώς θα όδευα προς το θάνατο. Εγώ την Κύπρο μας την αγαπώ πάρα πολύ! Κι είμαι αισιόδοξος ότι θα ξεπεράσει τη δίνη μέσα στην οποία τη βάλανε… Οι Κύπριοι έχουν έναν πολιτισμό χιλιάδων ετών πίσω τους, δεν είναι εύκολο να το αποποιηθεί κανείς. Αλλά, για να ξεπεράσουν τις δυσκολίες, πρέπει να σταματήσουν ορισμένοι να συμπεριφέρονται έτσι όπως συμπεριφέρονται. Δηλαδή, με ενόχλησε πολύ το γεγονός ότι κάποιοι Κύπριοι πήγαν στα κατεχόμενα και φωτογραφήθηκαν στα παλιά τους σπίτια μαζί με τους έποικους που τα κατοικούσαν. Το θεωρώ, όχι απλώς αφέλεια, όχι ηλιθιότητα, το θεωρώ μία προδοσία, ακριβώς την ίδια, όπως έκαναν οι φασίστες ανθέλληνες που πούλησαν μεταξύ άλλων και την Κύπρο μας. Ελπίζω ότι θα συνειδητοποιήσουν το τι έκαναν για να προχωρήσουν. Απ’ την άλλη, οι Ελλαδίτες ελπίζω να καταλάβουν τι επέλεγαν τόσα χρόνια… Είμαι αισιόδοξος, όμως, ότι δεν θα επαναλάβουμε λογικές βολέματος και συντηρητισμού. Ελπίζω οι αριστεροί, με τους οποίους αισθάνομαι περισσότερο συγγενής, να αρχίσουν να μιλούν για την έννοια πατρίδα, για να μη τη δώσουμε βορά στο φασισμό και στους ψεύτες.
Είστε πολιτικοποιημένος, σαν απασχολεί το μέλλον. Αλήθεια, δεν σκεφτήκατε να ασχοληθείτε με την πολιτική, όπως έκαναν πολλοί συνάδελφοί σας;
Ποτέ, ποτέ. Καταρχήν, θεωρώ την ιδιότητα του πολίτη ισχυρότερη από εκείνου του πολιτικού. Ισοπεδώθηκαν οι, εντός εισαγωγικών, «συνάδελφοί» μου, που πήγαν -και καλά- να υπηρετήσουν ιδέες, εγκλωβισμένοι μέσα από τα κόμματα τα οποία δεν είναι προπύργια δημοκρατίας. Τους θεωρώ ματαιόδοξους, τους θεωρώ «δήθεν» και λυπάμαι γιατί μερικοί από αυτούς έχουν και ταλέντο. Ή είχαν ταλέντο, αλλά ο Θεός και το σύμπαν δεν τα δίνουν όλα σε σωστούς ανθρώπους. Μου έχουν προτείνει, από το 1990, να μπω σε κόμμα και δεν το έκανα ποτέ!
Πριν μου μιλούσατε για αισιοδοξία. Από πού την αντλείτε εσείς;
Από τη φύση μου! Η ασυδοσία σε οδηγεί στο χάος και ο μηδενισμός στο σκοτάδι.
Μελαγχολείτε καθόλου;
Συχνά… Για το επίπεδο της σκέψης των ανθρώπων, για την έλλειψη αλληλεγγύης μεταξύ μας, την έλλειψη της γνωστικότητας, για τα φαιδρά που βλέπω από εδώ κι’ από ‘κεί, για τα «κίτρινα», για τους εθνικούς μειοδότες σε Ελλάδα και Κύπρο, αλλά και εκείνους που κυκλοφορούν με θωρακισμένα αυτοκίνητα και μπράβους. Όλα αυτά με κάνουν να μελαγχολώ. Βγαίνουν με κοστούμια σκούρα και με γραβάτες, μα αν τους δεις γυμνούς δεν έχουν τίποτα να επιδείξουν. Δεν λειτουργεί ούτε όργανο, ούτε σώμα…
Η οικονομικά δύσκολη συγκυρία ήταν ο λόγος που κάθε σεζόν εργάζεστε σε μουσική σκηνή, στην τηλεόραση και στο θέατρο παράλληλα;
Έχω δύο υποστάσεις, καλώς ή κακώς. Έφαγα πολλά χρόνια σκέψης και μαθητείας. Καταστάλαξα σπουδάζοντας, αλλά είχα την αγωνία να χρησιμοποιώ και τις δύο μου υποστάσεις. Δυστυχώς, όμως, δεν τα κατάφερα: η εικόνα μου ως ηθοποιού μπέρδεψε την εικόνα μου ως μουσικού κι έτσι δεν ισορροπώ καλά. Αλλά δεν με ενδιαφέρει πια καθόλου! Δεν αισθάνομαι μικρός, αλλά ούτε και μεγάλος. Είμαι 58 χρόνων κι έχω εκδώσει πάνω από 60 cd. Αυτά που παίχτηκαν στα ραδιόφωνα, είναι ούτε το ένα τοις χιλίοις. Και με προσβάλλει ότι καθορίζομαι από φερέφωνα εκδοτών, από κάποιους παραγωγίσκους κλπ… Δεν μπορώ επίσης να μην υπάρχω στο θέατρο, γιατί το αγαπώ πολύ! Αλλά κανένας ηθοποιός δεν ζει μόνο από το θέατρο, ειδικά τώρα που η φορολογία είναι στο 50%. Ευτυχώς, συνυπάρχω σε μουσικές σκηνές και κάνω κι άλλα πράγματα που μου επιτρέπουν να διάγω έναν αξιοπρεπή βίο.
Τέτοιες γιορτινές μέρες, σκέφτεστε περισσότερο τον Σάκη Μπουλά;
Όχι, γιατί τον σκέφτομαι συνέχεια… Το πρόβλημά μου μαζί του είναι ότι, την ημέρα που έφυγε, ήμουν ανακουφισμένος. Ηρέμησα που έφυγε και έπαψε να ταλαιπωρείται πια. Δεν μπορούσα να τον βλέπω έτσι, μιλούσα με τους γιατρούς οι οποίοι μου έλεγαν ότι είχε στενό περιθώριο ημερών. Πήρα βαθιά ανάσα όταν πέθανε ο Σάκης. Συγκινήθηκα μόνος μου, πολύ μετά… Κι όσο περνάει ο καιρός μού λείπει όλο και πιο πολύ, γιατί ο Σάκης είναι στοιχείο της ζωή μου.