Τα περισσότερα μέσα μαζικής ενημέρωσης εστίασαν στο μήνυμα που έστειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης προς τη γειτονική χώρα, προτρέποντας τη νέα ηγεσία να τηρήσει τη Συμφωνία των Πρεσπών και το νέο της συνταγματικό όνομα, Βόρεια Μακεδονία.
Αυτή η αναφορά προς την ονομασία που έχει επισημοποιηθεί τώρα από τον ΟΗΕ αντικατοπτρίζει τη στάση του Ελληνικού κράτους έναντι της γειτονικής χώρας.
Ωστόσο, υπήρξαν δύο σημεία που δεν έλαβαν την ίδια προσοχή.
Πρώτον, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι το όνομα Βόρεια Μακεδονία παραμένει αμετάβλητο σύμφωνα με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ανεξαρτήτως από τις επιθυμίες μας ή των γειτόνων μας. Με αυτόν τον τρόπο, αντιμετώπισε όσους αμφισβητούν τη Συμφωνία ή εκφράζουν αντίθετη άποψη.
Δεύτερον, σημαντικό ήταν το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός ανέφερε ξανά τον όρο “Σκόπια” αναφερόμενος στη Βόρεια Μακεδονία.
Αυτή η επαναφορά ενός όρου που χρησιμοποιούνταν ευρέως κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί ένδειξη της διπλωματικής προσέγγισης του Ελληνικού κράτους.
Είναι προφανές ότι η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να επαναφέρει τον όρο Σκόπια, αναφερόμενος στη Βόρεια Μακεδονία, δεν ήταν τυχαία αλλά είχε συγκεκριμένο σκοπό. Στόχος του ήταν να κερδίσει την υποστήριξη των απογοητευμένων ψηφοφόρων της δεξιάς και του πληθυσμού των νομών της Μακεδονίας. Με αυτήν την κίνηση, προσπάθησε να ενισχύσει την εικόνα του μεταξύ των κατοίκων αυτών των περιοχών και να ανταποκριθεί στις ανησυχίες τους.
Η επαναφορά αυτής της ονομασίας μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι πολίτες την εθνική τους ταυτότητα και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας τους.