Επειδή ο πόλεμος πολύ συχνά προσλαμβάνει χαοτική μορφή που σε συνδυασμό με την προπαγάνδα των αντιπάλων μπορεί να παραπλανά έναν παρατηρητή ως προς το ποια πλευρά όντως υπερισχύει, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα υπάρχει ένα ασφαλές κριτήριο για να διαπιστώσει κανείς ποιος είναι ο νικητής σε μία στρατιωτική αντιπαράθεση.
Είναι αυτός που μετά από μια μάχη παραμένει “κύριος του πεδίου της μάχης”. Παραδοσιακά, ο “κύριος του πεδίου της μάχης” συνέλεγε τα λάφυρα από τους νεκρούς του εχθρού, έστηνε τύμβο στους δικούς του πεσόντες και γενικά διατυμπάνιζε τη νίκη του με διάφορες πράξεις που έκανε στον χώρο της σύγκρουσης.
Στη μάχη του Μποροντίνο το 1812 όπου σκοτώνονταν 108 άνδρες το λεπτό επί 8 συνεχείς ώρες, οι δύο αντίπαλοι έπαθαν σχεδόν ισοδύναμη ζημιά, αλλά αυτοί που παρέμειναν κύριοι του πεδίου της μάχης στο τέλος ήταν οι Γάλλοι, γι’ αυτό και το Μποροντίνο θεωρείται νίκη του Ναπολέοντα.
Παρομοίως, στη μάχη του Κουρσκ το 1943 οι Γερμανοί αποδεκάτισαν κυριολεκτικά τα τεθωρακισμένα του αντιπάλου τους αλλά οι Σοβιετικοί ήταν εκείνοι που παρέμειναν τελικά κύριοι του πεδίου της μάχης, γι’ αυτό το Κουρσκ θεωρείται ιστορικά σοβιετική νίκη.
Όταν οι Τούρκοι λένε ότι “θα απαντήσουμε στο πεδίο” εννοούν ότι στον υβριδικό πόλεμο που διεξάγουν εδώ και χρόνια σε βάρος της πατρίδας μας και της Κύπρου, δεν θα αρκεστούν στα λόγια, στις απειλές και στις διπλωματικές πρωτοβουλίες. Βασική τους επιδίωξη είναι να παραμένουν πάντα κύριοι του πεδίου της “μάχης” για λόγους ψυχολογικούς και εντυπώσεων – και εμείς δυστυχώς τους επιτρέπουμε να το πετυχαίνουν.
Όταν τα τουρκικά ερευνητικά σκάφη κάνουν ανενόχλητα τη δουλειά τους εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας υπό την προστασία τουρκικών φρεγατών χωρίς η ελληνική πλευρά να κάνει οτιδήποτε για να τα παρεμποδίσει ή να τα εκδιώξει, αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι ο αντίπαλός μας είναι “κύριος του πεδίου της μάχης”, δηλαδή μας έχει νικήσει, και μάλιστα χωρίς να πέσει ούτε τουφεκιά.
Το ίδιο ισχύει όταν το τουρκικό πολεμικό ναυτικό εμποδίζει ερευνητικά σκάφη τρίτων χωρών να κάνουν με την άδεια της Ελλάδας εργασίες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, και εμείς δεν τα υπερασπιζόμαστε με στρατιωτικά μέσα. Κανένα διάβημά μας, καμία δήλωση συμπαράστασης από ξένη Δύναμη, καμία διεθνής συμφωνία ή συμμαχία, καμία επίκληση του διεθνούς δικαίου και καμία πολιτική δικαιολογία δεν μπορεί να αναιρέσει το αυταπόδεικτο γεγονός ότι ο Τούρκος ελέγχει το “πεδίο της μάχης”, και επομένως είναι ο νικητής της αντιπαράθεσης.
Και ως νικητής, δυστυχώς για εμάς, θα μας υπαγορεύσει τελικά τους όρους του. Αυτό είναι αναπόδραστο. Θα μας σύρει σε διαπραγματεύσεις όποτε θέλει εκείνος και για τα ζητήματα που θέλει εκείνος. Ο νικητής επί του πεδίου καθορίζει την ατζέντα των διαπραγματεύσεων, όχι ο ηττημένος.
Αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν εγκαταλείψει την αδιέξοδη τακτική του κατευνασμού του θηρίου, αν δεν αλλάξει γραμμή πλεύσης και δεν πάψει να ηττάται στο πεδίο χωρίς να ρίξει ούτε τουφεκιά, το μέλλον διαγράφεται ζοφερό και δεν έχουμε την παραμικρή πιθανότητα να τιθασεύσουμε τις τουρκικές επεκτατικές φιλοδοξίες.
Την παρατήρηση αυτή δεν την κάνω ορμώμενος από κάποια στείρα αντιπολιτευτική διάθεση, όπως πολλοί πιστεύουν. Κρούω τον κώδωνα του κινδύνου ότι στο ζήτημα της υπεράσπισης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων βαδίζουμε προς τη λάθος κατεύθυνση. Πολλές από τις αναλύσεις που συχνά ακούμε ή διαβάζουμε από τα ΜΜΕ είναι εντελώς άτοπες και ανιστόρητες, εξυπηρετούν καθαρά πολιτικές σκοπιμότητες και όχι το εθνικό συμφέρον, και δεν πρέπει να θολώνουν την κρίση μας.