Όσο και αν ο πρωθυπουργός διαχειρίζεται άψογα τον μακιαβελο-λενινισμό που διδάχθηκε, αγνοεί ότι τα έξυπνα πουλιά ενίοτε από την μύτη πιάνονται
Tου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Εντάχθηκε στην ΚΝΕ το 1988, σε ηλικία 14 ετών, και αποχώρησε το 1991, όταν ήταν 17 ετών. «Έφυγα στην Γ’ Λυκείου, αν και είχα λόγους να φύγω νωρίτερα. Έβλεπα έναν συντηρητικό τρόπο σκέψης και μία καθοδήγηση που δεν ήταν κοντά στην ιδιοσυγκρασία μου.
Επειδή όμως γενικά είμαι ανεκτικός και υπομονετικός, έφυγα το 1991, όταν διασπάστηκε ο σημερινός Συνασπισμός από το ΚΚΕ», έχει δηλώσει. Λίγο καιρό αργότερα, ο Αλέξης Τσίπρας, γιατί περί αυτού πρόκειται, θα βρεθεί στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, όπου εμφανίζεται στο αμφιθέατρο κυρίως για τις συνελεύσεις, ως ενεργός συνδικαλιστής.
Καταφέρνει όμως να μην χρωστά πολλά μαθήματα, έγραφε η Έρη Βαρδάκη στο Βήμα στις 14 Μαΐου 2012. Προσέθετε δε ότι ο Αλ. Τσίπρας δεν είχε πρόβλημα να δηλώσει ότι «δεν άντεχε τον στρατό» και σε μία ανατρεπτική συνέντευξη στο περιοδικό Schooligans θα παραδεχθεί ότι έβαλε «πασοκικό» βύσμα και ότι, επειδή ασφυκτιούσε, αποφάσισε μέχρι και να πολιτευτεί: «Είχα βρει έναν νόμο που είχε βγάλει τότε ο Τσοχατζόπουλος, ο οποίος έλεγε ότι αν είσαι στον στρατό και κατεβείς υποψήφιος βουλευτής, παίρνεις προσωρινή απόλυση και επανέρχεσαι μετά.
Κατέβηκα λοιπόν στις εκλογές. Ήμουν ο πρώτος οπλίτης στην ιστορία του ελληνικού στρατού που είχε γίνει υποψήφιος βουλευτής. Όταν επανήλθα στον στρατό, είχε μειωθεί η θητεία από 15μηνο σε 12μηνο. Και έτσι, εκεί που χρωστούσα έξι μήνες για να απολυθώ, χρωστούσα ξαφνικά τρεις. Άσε που είχε πέσει τρελλό σύρμα στην μονάδα ότι ήμουν υποψήφιος βουλευτής και από εκεί που με στέλνανε για αγγαρείες, μόνο προσοχές που δεν μού βαράγανε!».
Παράλληλα, ανεβαίνει στην κομματική ιεραρχία του Συνασπισμού και το 1999 αναλαμβάνει γραμματέας της Νεολαίας του κόμματος. Είναι 25 χρονών και έχει αφιερώσει αρκετό χρόνο στην ανάγνωση των Απάντων του Λένιν, ιδιαίτερα δε στις συμβουλές του τελευταίου για τους τρόπους κατάληψης της εξουσίας. Μία εξουσία που ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει ότι δεν μπορεί πλέον να καταληφθεί δια της βίας, αλλά μόνον δια της συστημικής υπονόμευσής της, σε ιδεολογικό κυρίως επίπεδο.
Στο θέμα αυτό, ο μετέπειτα αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζει ότι το έδαφος είναι ευνοϊκό στην Ελλάδα, καθ’ όσον η αριστερή ιδεολογική βουλγκάτα κυριαρχεί σε όλα τα επίπεδα και συμπληρώνεται από τον εθνικιστικό θρησκευτικό λαϊκισμό, στον οποίο ο ίδιος δίνει μεγάλη σημασία.
Έτσι, ως επικεφαλής της Νεολαίας του Συνασπισμού, ο Αλ. Τσίπρας δημιουργεί αρθρώσεις στα Εξάρχεια και στον ευρύτερο χώρο της αναρχοαυτόνομης αριστεράς, ωστόσο, για λόγους τακτικής, παράλληλα προσφέρει γην και ύδωρ στα σταλινικά απολιθώματα του Συνασπισμού, που επενδύουν σε αυτόν πιστεύοντας ότι μπορεί να τούς ανοίξει τον δρόμο προς την εξουσία.
Σε κάποια φάση, όμως, επέρχεται ρήξη του Αλέξη Τσίπρα με τον Αλέκο Αλαβάνο και, από το 2009 και μετά, στόχος του σημερινού πρωθυπουργού είναι να προσελκύσει το τριτοκοσμικό ΠΑΣΟΚ που, κατά την εκτίμησή του, από το 2004 και μετά βρισκόταν χωρίς ηγέτη.
Σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις του, ο Αλέξης Τσίπρας είχε εκμυστηρευθεί ότι η λαϊκή κόπωση από τον δικομματισμό ήταν προφανής και θα έπαιρνε μεγάλες διαστάσεις σε περίπτωση οξείας κοινωνικο-οικονομικής κρίσης. Στόχος του λοιπόν ήταν, κατά το πρότυπο του Ανδρέα Γ. Παπανδρέου, να προσελκύσει το τριτοκοσμικό και αντιευρωπαϊκό ΠΑΣΟΚ καθώς και κομμάτια της εθνικολαϊκιστικής δεξιάς, τα οποία ποτέ δεν είδαν με καλό μάτι τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας.
Ελέω της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008 σε παγκόσμιο επίπεδο και της χρεοκοπίας της χώρας από τις δραματικές αστοχίες του πελατειακού δικομματικού συστήματος μετά την πλήρη ένταξή μας στην ευρωζώνη το 2002, μπορούμε να πούμε ότι οι απώτεροι στόχοι του Αλέξη Τσίπρα έχουν υλοποιηθεί πλήρως έως σήμερα, με τραγικά υψηλό κόστος για την Ελλάδα.
Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ, με την βοήθεια και την συμβολή των ΑΝΕΛ, βρίσκεται στην εξουσία την οποία και αλώνει κανονικά, τοποθετώντας ανθρώπους του σε όλες τις αρθρώσεις της. Έτσι, ο Αλ. Τσίπρας είναι κυρίαρχος στην πολιτική σκηνή της χώρας και έπεται συνέχεια.
Δεύτερον, στην πορεία του προς την άνοδό του στην εξουσία και την παραμονή του σε αυτήν, ο σημερινός πρωθυπουργός όχι μόνον συσπείρωσε το τριτοκοσμικό ΠΑΣΟΚ, αλλά προσεταιρίστηκε επίσης την εθνικιστική και την καραμανλική δεξιά, ελέγχει την ΕΥΠ και τα Εξάρχεια, ενώ κρατά ομήρους όλους τους χρυσοδάκτυλους της διαπλοκής.
Τρίτον, μέσω της κρατικής διαφήμισης και των διαπλεκόμενων επιχειρηματιών που ελέγχει, θα βάλει χέρι και σε όσα μέσα μαζικής επικοινωνίας (ΜΜΕ) απομείνουν στην Ελλάδα, ενώ σύντομα θα ιδρύσει και δικό του παρατραπεζικό σύστημα.
Τέταρτον, με την αλλαγή του εκλογικού νόμου και την εφαρμογή της απλής αναλογικής, ο Αλ. Τσίπρας θέλει να ενισχύσει τις αντιμητσοτακικές δυνάμεις μέσα στην ΝΔ και θα κάνει ό,τι μπορεί για να αμαυρώσει την φήμη και το κύρος του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Κυρίως δε μέσω του Διαδικτύου και με την μέθοδο των fake news, που στην ουσία είναι η παλαιά τακτική των «ψιθύρων». Απώτερος στόχος του αυτοθεωρούμενου ως νέου «μαιτρ» του μακιαβελο-λενινισμού είναι η διάσπαση της κεντροδεξιάς.
Πέμπτον, βλέποντας την πανευρωπαϊκή καθίζηση της σοσιαλδημοκρατίας, ο πρωθυπουργός μας βλέπει ήδη τον εαυτό του ως «νέα ελπίδα» για την ευρωπαϊκή αριστερά και στο επίπεδο αυτό έχει καταφέρει να πείσει αρκετούς συνομιλητές του. Έτσι, ενόψει των ευρωεκλογών του 2019, θα πρέπει να αναμένουμε κάποιες πρωτοβουλίες του πρωθυπουργού, ο οποίος –με δεδομένη την τρίτη αξιολόγηση– ήδη μελετά πώς θα εξαντλήσει την τετραετία.
Έκτον, στο πλαίσιο αυτό ο Αλέξης Τσίπρας προσπαθεί να εκπαραθυρώσει τον Γιάννη Στουρνάρα από την ΤτΕ, για να μπορέσει, με την βοήθεια του Γιάννη Δραγασάκη και εφαλτήριο την Attica Bank, να «κτίσει» το παρατραπεζικό σύστημα που τόσο τον ενδιαφέρει.
Με βάση λοιπόν τα όσα προηγούνται, το πρόβλημα του πρωθυπουργού είναι υπό ποιους όρους θα προχωρήσει τα σχέδιά του και κάτω από ποιες συνθήκες. Θα προκρίνει την λασπολογία, την βωμολοχία κάποιων υπουργών του και την χυδαιότητα ενός Καρανίκα, ή αντιθέτως θα επιλέξει να «κτίσει» ένα προφίλ σοβαρού και υπεύθυνου πολιτικού ανδρός;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι εύκολη. Διότι κάποιος που έχει ανακατευτεί πολύ με τα πίτουρα, διατρέχει μόνιμο κίνδυνο να τον φάνε οι κότες.