Tου Κωνσταντίνου Γρίβα
Η λέξη κλειδί για την ερμηνεία του σημερινού κόσμου είναι η λέξη «πολυπολικότητα» (multipolarity). Το διεθνές σύστημα είναι εδώ και καιρό πολυπολικό και η πραγματικότητα αυτή γίνεται με ταχύτατους ρυθμούς αποδεκτή ακόμη και από τους τελευταίους λατρευτές της α-πολιτικότητας (non polarity), που υποτίθεται ότι είχε επιβάλλει η περιβόητη (και απροσδιόριστη) παγκοσμιοποίηση. Η παγκοσμιοποίηση αποτελούσε ένα ενιαίο διαλεκτικό μέγεθος με μια ανορθολογική ανάγνωση της ισχύος των ΗΠΑ και τη φαντασιακή μονοπολικότητα (unipolarity) του διεθνούς συστήματος που προέκυπτε από αυτήν.
Έτσι λοιπόν, σε έναν πολυπολικό κόσμο οι ΗΠΑ δεν χρειάζονται κατ’ ανάγκην συμπαγείς γεωπολιτικές δομές, οι οποίες θα στρέφονται εναντίον ενός κύριου αντιπάλου, όπως φιλοδοξούσε να λειτουργήσει το ΝΑΤΟ στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Τώρα, ο πρωταρχικός ρόλος του ΝΑΤΟ είναι να αποτελέσει τον ζωτικό χώρο των ΗΠΑ στην Ευρασία.
Άλλωστε, η ανάπτυξη ιδιόρρυθμων πολεμικών μεθοδολογιών, όπως είναι ο υβριδικός πόλεμος (hybrid warfare), που κινούνται στη γκρίζα ζώνη μεταξύ ειρήνης και πολέμου, καθιστούν, εν μέρει, αναχρονιστικές τις διαδικασίες συλλογικής Άμυνας της Συμμαχίας. Έτσι, οι ΗΠΑ φαίνεται πως αναπτύσσουν μια αυτονομημένη από το ΝΑΤΟ δομή αποτροπής και προβολής ισχύος έναντι της Ρωσίας, με τη συνεργασία επιλεγμένων χωρών, όπως είναι η Πολωνία, χωρίς να πολυβασίζονται πλέον στη συλλογική λειτουργία της Συμμαχίας.
Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτού του νέου ρόλου του ΝΑΤΟ για την αμερικανική στρατηγική, οι αντιπαλότητες μεταξύ των μελών του, οι φόβοι του ενός για τον άλλον, τα διαφιλονικούμενα σύνορα και οι ανταγωνισμοί των εθνικών ταυτοτήτων είναι κάτι το θετικό και όχι αρνητικό. Και αυτό γιατί επιτρέπουν στις ΗΠΑ να λειτουργήσουν ρυθμιστικά με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούσε η Μεγάλη Βρετανία στο λεγόμενο βεστφαλιανό ευρωπαϊκό σύστημα, που προέκυψε μετά τη Συνθήκη της Βεστφαλίας το 1648 μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πυρήνας της αγγλικής στρατηγικής ήταν η εκμετάλλευση προς όφελός της των ανταγωνισμών μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών που συμπυκνώνεται στη φράση «διαίρει και βασίλευε» (divide and rule).
Η διαχρονική αξία του “διαίρει και βασίλευε”
Έτσι λοιπόν και το νέο ΝΑΤΟ, περιχαρακώνει τα μέλη του σε ένα πλαίσιο, το οποίο αφενός μεν τα «προστατεύει» από την επίδραση εξωτερικών δυνάμεων, με προεξάρχουσα τη Ρωσία, αφετέρου δε μεγιστοποιεί τον ρυθμιστικό ρόλο των ΗΠΑ εντός αυτού. Ο αμερικανικός ρόλος βασίζεται στο ότι τα μέλη της Συμμαχίας έχουν ανταγωνισμούς, φοβίες, ανασφάλειες και εχθρότητες. Έτσι αποκτά νόημα.
Επιπροσθέτως, σε ένα πολυπολικό σύστημα, η «παλαιά φρουρά», δηλαδή οι υπάρχουσες μεγάλες και μεσαίες δυνάμεις, έχουν κάθε συμφέρον να διατηρούν διαιρεμένες τις μικρότερες χώρες. Έτσι ελαχιστοποιούν τις πιθανότητες να προκύψουν μεταξύ των μεταξύ των μικρότερων χωρών γεωπολιτικές συσσωματώσεις μέσω στιβαρών και μακρόπνοων συμμαχιών και συνεργασιών, που θα περιόριζαν αναπόφευκτα το ρόλο των μεγαλύτερων δυνάμεων.
Ας σκεφτούμε για παράδειγμα, το ζήτημα της διαχείρισης από πλευράς της Δύσης μιας από τις μεγαλύτερες γεωπολιτικές προκλήσεις των επόμενων ετών, αυτό της One Belt One Road, δηλαδή του «Νέου Δρόμου του Μεταξιού» που προωθεί η Κίνα. Ένα αποδομημένο βαλκανικό σύστημα, με αδύναμες, ανασφαλείς και εχθρικές μεταξύ τους χώρες δύσκολα θα μπορέσει να επιτύχει τον απαιτούμενο βαθμό συνεργιών, ώστε να επιτρέψει τη δημιουργία των υποδομών που απαιτεί ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού, αν η Δύση κρίνει σκόπιμο να φρενάρει τη διείσδυση της Κίνας στην Ευρώπη. Από την άλλη, αν η Δύση θεωρήσει ότι πρέπει να προχωρήσει αυτός ο Δρόμος, αυτό θα γίνει με τους όρους των ισχυρών δυτικών χωρών που θα επιβάλλουν την πολιτική τους στα αποδυναμωμένα βαλκανικά κράτη.
Άρα, είναι καλύτερο για τις ηγεμονικές-ρυθμιστικές δυνάμεις, μεγάλες και μεσαίες, η γεωπολιτική τους βάση, δηλαδή οι μικρότερες χώρες να διατηρούν εχθρικές σχέσεις μεταξύ τους. Είναι καλύτερο για τις ηγεμονικές δυνάμεις οι μικρότερες χώρες να έχουν όσο το δυνατόν λιγότερη συνοχή και συνακόλουθη αίσθηση εθνικής ασφάλειας και αυτοπεποίθησης, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάπτυξη πολιτικών που πιθανώς θα έθιγαν τα συμφέροντα και τις στοχεύσεις των μεγαλύτερων δυνάμεων.
Βάση έδρασης της εθνικής ασφάλειας και αυτοπεποίθησης είναι η εθνική ταυτότητα. Στο πλαίσιο αυτό, όπως πληρέστατα τεκμηριώνει στα άρθρο του στο SLpress «Γερμανική υπονόμευση με ‘ανακάλυψη’ εθνοτήτων στα Βαλκάνια» ο καθηγητής Ιωάννης Μάζης, διαχρονική στρατηγική της Γερμανίας είναι να «ανακαλύπτει» κατά καιρούς και να προβάλει μια αυθαίρετη πολυεθνοτική ανθρωπογεωγραφία στα Βαλκάνια, η οποία αμφισβητεί τόσο τα σύνορα όσο και την εθνική ταυτότητα της Ελλάδας.
Κλειστές αυλές
Εν κατακλείδι, φαίνεται πως βρισκόμαστε σε μια νέα φάση του διεθνούς συστήματος, όπου κυριαρχεί η πολυπολικότητα. Μέσα σε αυτό το νέο σύστημα οι ΗΠΑ, αλλά και χώρες όπως η Γερμανία, επιδιώκουν να δημιουργήσουν «κλειστές αυλές», όπου θα κυριαρχούν εκμεταλλευόμενοι τους ανταγωνισμούς μεταξύ των μικρότερων χωρών και τις ανασφάλειές τους. Άρα, πρέπει να ενισχύσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τόσο τους ανταγωνισμούς όσο και τις ανασφάλειες.
Εν προκειμένω, δια της υπονόμευσης της εθνικής ταυτότητας της Ελλάδας ενισχύουν της ανασφάλειά της και ενισχύουν τον ενδοβαλκανικό ανταγωνισμό, σιγοντάροντας μια παρανοϊκή ανάγνωση της ελληνικής ιστορίας από πλευράς των Σκοπίων, που αναπόφευκτα θα τα φέρει σε σύγκρουση με την Ελλάδα. Και οι ελλαδικές ελίτ χαρούμενες συμμετέχουν σε αυτό το παιχνίδι, γιατί έτσι εκπαιδεύτηκαν. Η υπακοή στις διαταγές του Δυτικού Παράγοντα είναι ο διαχρονικός και μη αμφισβητήσιμος ρόλος τους.
Ωστόσο, μέσα σε έναν πολυπολικό κόσμο αυτές οι επιλογές άρνησης, απόρριψης και μίσους για την εθνική ταυτότητα και την ιστορική της τεκμηρίωση δεν είναι βιώσιμη στρατηγική επιβίωσης για τη χώρα. Οι αντιφάσεις της αργά ή γρήγορα θα φθάσουν σε επικίνδυνα αδιέξοδα. Και τότε θα απαιτηθεί η ιστορική υπέρβαση. Η ανάπτυξη μιας εθνοκεντρικής στρατηγικής και η τοποθέτηση από τον λαό στο πολιτικό περιθώριο των αρνητών της ελληνικότητας. Εάν κάτι τέτοιο δεν συμβεί τότε η Ελλάδα πιθανώς θα έχει φθάσει στα όριά της ως γεωπολιτική οντότητα και το μέλλον της θα είναι άκρως επισφαλές.