Γράφει Alexandros Raskolnick
Παραδέχομαι ότι δεν ακούω πια καθόλου τον πρωθυπουργό, την κυβερνητική εκπρόσωπο, τους υπουργούς ή τους βουλευτές της κυβερνώσας ή των άλλων παρατάξεων, γιατί εκνευρίζομαι με όλους τους.
Πιάσε τον ένα και χτύπα τον άλλο. Ότι μόνο πιάσει το μάτι μου από τους τίτλους των ειδήσεων, μπροστά στην οθόνη μου, για να επιβεβαιώνω κάθε μέρα τη φαιδρότητα του πολιτικού μας καρνάβαλου.
Θα μου πεις ότι δεν μπορεί, ανάμεσα στους 300 της Βουλής, θα υπάρχουν και σοβαροί άνθρωποι. Απλώς τα φώτα της δημοσιότητας πέφτουν στους πρωταγωνιστές της πολιτικής σκηνής, που ο ένας είναι φαιδρότερος από τον άλλο. Έτσι ακούγονται περισσότερο τα ψεύδη του πρωθυπουργού, οι δηλώσεις των διάφορων υπουργών που, τι κι αν μ’ αυτές παραβιάζουν τη λογική μας και τη ζώσα μας πραγματικότητα; Τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα!
Σε παράλληλο μονόλογο, οι κενολογίες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και οι τσιρίδες του υπαρχηγού του, αλλά και οι ανοησίες των υπόλοιπων γνωστών και μη εξαιρετέων μπουμπουκιών της ξεραμένης ανθοδέσμης που λέγεται Νέα Δημοκρατία, οδηγούν κατευθείαν στην εθνική κατάθλιψη και μόνο στη σκέψη ότι κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, αυτοί οι ανεκδιήγητοι, θα κυβερνήσουν ξανά.
Οι υπόλοιποι, ο ένας χειρότερος από τον άλλο!
Ο πολλά κάποτε υποσχόμενος, βοηθός μηχανοδηγός στο τραίνο για το πουθενά, στα τέσσερα κι αυτός. Ο Λεβεντόγερος έχει σταματήσει εδώ και καιρό να είναι αστείος, και δεν αντέχεις να ακούς τις ανοησίες του, περισσότερα από τριάντα συνεχόμενα δευτερόλεπτα. Τις στομφώδεις ανακοινώσεις του ξεραμένου ποταμιού, τις διαβάζεις, μόνο αν θέλεις να γελάσεις. Το θλιβερό συνονθύλευμα των αμετανόητων πρασινοφρουρών -όσων δεν μπούκαραν στην Κουμουνδούρου για να συνεχίσουν τη μάσα- είναι περισσότερο αποκρουστικό από ποτέ. Οι πούροι κομμουνιστές, ζουν στον κόσμο του Περισσού, ροκανίζοντας λίγη-λίγη, την κρατική επιχορήγηση. Για τα ρεμάλια του Μιχαλοτέτοιου με τα μαύρα, θα πεις ότι ούτε λέξη δεν αξίζει να γράψει κανείς -και θα ‘χεις δίκιο.
Αυτός ο εσμός των πρωταγωνιστών είναι παγίως πρώτο τραπέζι πίστα, μπροστά στο πάλκο της τηλεδημοκρατίας μας και στον μολυσμένο ραδιοφωνικό αέρα. Άνθρωποι εξαιρετικά κατώτεροι των τραγικών περιστάσεων που βιώνει αυτός ο τόπος, αερολογούν αναίσχυντα, όταν δεν κομπορρημονούν στα κοινωνικά δίκτυα για να μαζεύουν την ευαρέσκεια και τα σάλια των έμμισθων ακολούθων τους.
Κι αν επιμένεις να λες ότι αποκλείεται, ανάμεσα στους 300, να μην υπάρχουν και κάποιοι σοβαροί άνθρωποι, που ακριβώς επειδή είναι σοβαροί, τους αγνοούν τα αδηφάγα δίκτυα και δεν τους ξέρουν, παρά οι ψηφοφόροι της ιδιαίτερης εκλογικής τους περιφέρειας, θα αναρωτηθώ: αν ήταν έτσι, τότε τι κάθονται και κάνουν, σοβαροί άνθρωποι, μέσα σε μια Βουλή, ταπεινωμένη και καταφρονεμένη, υπόδουλη στον οικονομικό έλεγχο των διεθνών συνδίκων αυτής της ελεεινής και παράνομης πτωχευτικής διαδικασίας; Πώς ανέχονται, σοβαροί άνθρωποι, να κάθονται στα βουλευτικά έδρανα και να νομιμοποιούν με την παρουσία τους και την ψήφο τους, το ξεπούλημα των ασημικών της πατρίδας, αντί πινακίου φακής; Πως αντέχουν να βλέπουν το Σύνταγμα της Ελλάδας, το οποίο έχουν ορκιστεί ότι θα διαφυλάττουν, να κουρελιάζεται με τόσο επονείδιστο τρόπο, σελίδα-σελίδα;
Όχι, δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν σοβαροί άνθρωποι, μέσα σε αυτήν την παράγκα που λέγεται Βουλή των Ελλήνων, ό,τι και να μου λες!Το λένε κι οι δημο(σ)κόποι με όλους τους τρόπους, είτε κάποιοι τους δίνουν δεκαχίλιαρα για να μαγειρέψουν τη σειρά των επιλαχόντων στο ρόλο του ακαταλληλότερου είτε δεν τους δίνουν δεκάρα: Χρειάζεται ένα νέο αφήγημα, σου λέω!