Αυτοκτόνησε 3 Οκτωβρίου του 1993. 21 χρόνια έχουν περάσει από όταν ο «Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων», η Κατερίνα Γώγου παραδόθηκε στο αλκοόλ και τα χάπια, αποχαιρετώντας για πάντα τον κόσμο που της προκαλούσε οργή και θλίψη.
Την Κατερίνα Γώγου την γνώριζαν καλά όλα τα ανήσυχα πνεύματα που αντιδρούσαν στα κακώς κείμενα του κόσμου, ενώ ιδιαίτερη αγάπη για το έργο της συνεχίζουν να επιδεικνύουν μέχρι και σήμερα τα νέα παιδιά που βρίσκουν στις γραμμές και τις λέξεις των ποιημάτων της, στοιχεία με τα οποία μπορούν να ταυτιστούν. Τα ποιήματά της γραμμένα χρόνια πριν, παραμένουν διαχρονικά και πιο επίκαιρα από ποτέ ενώ οι στίχοι τους συνεχίζουν να είναι γραμμένοι σε τετράδια μαθητών και τοίχους της πόλης.
Από την ηλικία των 5 χρόνων, η Κατερίνα Γώγου, παίρνει μέρος σε παραστάσεις κάνοντας τον κόσμο να πιστεύει ότι είναι παιδί-θαύμα, παρόλο που η ίδια αργότερα θα εξομολογηθεί για την παιδική της ηλικία: «ούτε μία παιδική φωτογραφία δεν έχω που να γελάω». Οι σπουδές υποκριτικής δεν είναι παρά η φυσική ακολουθία ενός κοριτσιού που βρισκόταν σε θιάσους και κινηματογραφικά συνεργεία ενώ ακόμα και τα δύο βραβεία ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια, απλά επιβεβαιώνουν ότι το πλάσμα αυτό είχε έναν μοναδικό τρόπο που έπαιζε, και στο γυαλί αλλά και στη ζωή.
H ηθοποιός και ποιήτρια Κατερίνα Γώγου φωτογραφίζεται από τον Διονύση Πετρουτσόπουλο στην οδό Πατησίων το 1978H ηθοποιός και ποιήτρια Κατερίνα Γώγου φωτογραφίζεται από τον Διονύση Πετρουτσόπουλο στην οδό Πατησίων το 1978
«Ένα αγρίμι παγιδευμένο» θα αποκαλέσει ο Ν. Κούνδουρος την Κατερίνα Γώγου σε παλαιότερη εκπομπή της Σεμίνας Διγενή, «ένα αγρίμι με μία μοναδική αισθαντικότητα» που θα μπορούσε να την καταστρέψει. Ασυμβίβαστη, σε διαρκή επαγρύπνηση και σε μία σπάνια πνευματική σπίντα, η Κατερίνα θα εγκαταλείψει την πορεία της ως ηθοποιός για να αφοσιωθεί στην ποίηση, να πάρει μέρος σε πορείες και διαδηλώσεις, συλλαλητήρια αλλά και για να βοηθήσει κάθε έναν που βρίσκεται σε ανάγκη.
Επαναστατική ως το μεδούλι, αθυρόστομη και με λόγια που σπάνε κόκκαλα, δεν έχει καθόλου καλές σχέσεις με την αστυνομία ενώ θα τολμήσει να τα βάλει με τον Υπουργό Δημοσίας Τάξης υποβάλλοντας μήνυση επειδή κατά τη διάρκεια μίας διαμαρτυρίας χτυπήθηκε από αστυνομικούς. Σε αυτήν οφείλεται άλλωστε το θρυλικό πόστερ με μόττο «Οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη». Συνελήφθηκε πολλές φορές, ανακρίθηκε και εξευτελίστηκε ποικιλοτρόπως ενώ στέκι της αποτελεί η θρυλική γειτονιά των Εξαρχείων. Ο Τηλέμαχος Χυτήρης την είχε αποκαλέσει «Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων».
Το θρυλικό πόστερΤο θρυλικό πόστερ
Μέσα από τα ποιήματά της αλλά και μέσα από τη ζωή της προσπαθεί να εναντιωθεί σε κάθε πολιτικό και κοινωνικό καρκίνωμα της χώρας καθώς τα θεωρεί υπαίτια για την κατάντια της Ελλάδας ενώ η γραφομηχανή της παίρνει φωτιά κάθε φορά που πληκτρολογεί λέξεις σκληρές, βίαιες, γεμάτες απαισιοδοξία αλλά και μία υποβόσκουσα αισιοδοξία. Η ποιητική συλλογή «Τρία κλικ αριστερά» είναι η πρώτη που εκδίδεται και μάλιστα μεταφράζεται στα αγγλικά για να διατεθεί στην Αμερική και θα ακολουθήσουν το «Ιδιώνυμο», το «Ξύλινο Παλτό», «Οι απόντες» και «Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών».
Ποιήματά της θα γίνουν τραγούδια, οι στίχοι θα σιγοτραδουθούν από νέους των Εξαρχείων ενώ με τον Άσιμο και τον Σιδηρόπουλο, θα αποτελέσουν την «Αγία Τριάδα των Εξαρχείων». Η αγριότητα, η προσπάθεια αποκήρυξης της αθλιότητας που ερχόταν καθημερινά σε επαφή, η οργή και ο θυμός αλλά και μία αθωότητα και ευαισθησία, αποκαλύπτονται στα ποιήματά της που τα τελευταία χρόνια έχουν επανέλθει στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος.
Οι κοινωνικές συνθήκες άλλωστε κάνουν τα λόγια της να μοιάζουν αν όχι προφητικά τουλάχιστον επίκαιρα, σαν να είναι γραμμένα επηρεασμένα από το σήμερα.
Θα ΄ρθει καιρός
Θα ‘ρθεί καιρός που θ’ αλλάξουν τα πράματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
– μη βλέπεις εμένα – μην κλαις. Εσύ είσ’ η ελπίδα
άκου θα ‘ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απέξω
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θά `μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι – σκέψου! – θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
Να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές
απροσάρμοστοι, καταπίεση, μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία – δε θέλω να λέω ψέματα –
δύσκολοι καιροί.
Και θάρθουνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω – μην περιμένεις κι από μένα πολλά –
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
παρ’ όλα αυτά Μαρία.