Η ενδοοικογενειακή βία, κυρίως σε βάρος γυναικών και παιδιών, σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους οι πόλεμοι και συχνά αποτελεί μια μάστιγα που παραβλέπεται, όμως κοστίζει στην παγκόσμια οικονομία περισσότερα από 8 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
«Για κάθε νεκρό στο πεδίο των εμφυλίων πολέμων, αντιστοιχούν σχεδόν εννέα άνθρωποι που σκοτώνονται σε διαπροσωπικές διαμάχες» σημειώνουν στην έκθεσή τους η Άνκε Χέφερ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και ο Τζέιμς Φίρον τους Πανεπιστημίου Στάνφορντ.
Οι συγγραφείς της μελέτης, που δηλώνουν ότι πρόκειται για μια πρώτη προσπάθεια να υπολογιστεί το κόστος της βίας, κάλεσαν τα Ηνωμένα Έθνη να στρέψουν την προσοχή τους στην ενδοοικογενειακή βία που συνήθως δεν προκαλεί το ενδιαφέρον όπως οι ένοπλες συγκρούσεις όπου κι αν γίνονται, από τη Συρία μέχρι την Ουκρανία.
Από τις οικογενειακές διενέξεις μέχρι τους πολέμους, οι δύο ερευνητές εκτιμούν ότι όλη η βία σε παγκόσμιο επίπεδο στοιχίζει 9,5 τρισεκατομμύρια δολάρια σε ετήσια βάση, κυρίως σε απώλεια οικονομικής παραγωγής. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 11,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Τα τελευταία χρόνια, σε περίπου 20-25 χώρες ξέσπασαν εμφύλιοι πόλεμοι που κατέστρεψαν τις τοπικές οικονομίες και στοίχισαν σχεδόν 170 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Οι ανθρωποκτονίες, κυρίως με δράστες άνδρες, που δεν σχετίζονται με τη βία στο σπίτι, στοίχισαν 650 δισ. δολάρια.
Τα ποσά αυτά ωστόσο είναι ασήμαντα μπροστά στα 8 τρισεκατομμύρια που στοιχίζει η ενδοοικογενειακή βία σε βάρος γυναικών και παιδιών.
Σύμφωνα με την μελέτη, που βασίζεται σε στοιχεία της Γιούνισεφ, σχεδόν 290 εκατομμύρια παιδιά πέφτουν θύματα βίας στην προσπάθεια των γονιών να τα «πειθαρχήσουν». Βασιζόμενοι στο εκτιμώμενο κόστος των τραυματισμών και των υπηρεσιών πρόνοιας οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η μη θανατηφόρα κακοποίηση παιδιών στερεί το 1,9% του ΑΕΠ σε χώρες με υψηλά εισοδήματα και έως και το 19% του ΑΕΠ στην υποσαχάρια Αφρική όπου η σκληρή πειθαρχία αποτελεί συνηθισμένο φαινόμενο.
Ο Μπγιορν Λόμποργκ, ο επικεφαλής του Consensus Center της Κοπεγχάγης για λογαριασμό του οποίου έγινε η μελέτη, τόνισε ότι η ενδοοικογενειακή βία πολύ συχνά παραβλέπεται, όπως για παράδειγμα τα τροχαία δυστυχήματα προσελκύουν πολύ λιγότερο το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης απ’ ότι τα αεροπορικά δυστυχήματα αν και στα πρώτα σκοτώνονται πολύ περισσότεροι άνθρωποι ετησίως, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ.
«Το θέμα δεν είναι να διαπιστώσουμε ότι πρόκειται για μεγάλο πρόβλημα, αλλά να αρχίσουμε να βρίσκουμε έξυπνες λύσεις» είπε ο Λόμποργκ στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς.
Το Consensus Center βασίζεται στο έργο περισσότερων από 50 οικονομολόγων -μεταξύ των οποίων και τρεις Νομπελίστες- και αναζητά οικονομικά αποδοτικούς τρόπους για την αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων, από την κλιματική αλλαγή μέχρι την ελονοσία.
Η μελέτη αυτή έχει ως στόχο της να βοηθήσει τα Ηνωμένα Έθνη να καθορίσουν τους στόχους τους έως το 2030, αφού ολοκληρωθεί το πρόγραμμα των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας (2000-1015) στους οποίους περιλαμβανόταν ο περιορισμός της φτώχειας. Στους νέους στόχους θα μπορούσε να συμπεριληφθεί, για παράδειγμα, η κατάργηση του ξυλοδαρμού ως αποδεκτής μορφής πειθαρχικού μέτρου για τα παιδιά και ο περιορισμός της βίας σε βάρος γυναικών στο σπίτι.
Ο Ροντρίγκο Σοάρες, καθηγητής στην Οικονομική Σχολή του Σάο Πάουλο, τόνισε ότι είναι θετικό να επισημαίνεται ο μεγάλος αριθμός θανάτων από την ενδοοικογενειακή βία, όμως σημείωσε ότι λόγω της έλλειψης στοιχείων είναι «κάπως υπερβολικά φιλόδοξο» να εκτιμηθεί το παγκόσμιο κόστος.
Οι εκτιμήσεις βασίστηκαν σε προηγούμενες αμερικανικές έρευνες σύμφωνα με τις οποίες το κόστος μιας ανθρωποκτονίας φτάνει τα 9,1 εκατομμύρια δολάρια, αν συμπεριληφθούν οι απώλειες εσόδων και οι δαπάνες του δικαστικού συστήματος. Οι έρευνες αυτές αντιστοιχούσαν το κόστος των ανθρωποκτονιών σε άλλες χώρες βασιζόμενες στο ΑΕΠ τους: σε μια χώρα όπου το κατά κεφαλή εισόδημα είναι το ένα δέκατο του αμερικανικού, μια ζωή στοιχίζει 910.000 δολάρια.
Για τη μη θανατηφόρα βία σε βάρος γυναικών και παιδιών, οι συγγραφείς της μελέτης εκτιμούν ότι κοστίζει περίπου 95.000 δολάρια για κάθε περίπτωση, από τα ιατρικά έξοδα μέχρι την απώλεια εισοδήματος.
Πηγή