Υπάρχει 400% περισσότερο φως στο διαγαλαξιακό διάστημα από όσο θα μπορούσαν να παραγάγουν οι γνωστές πηγές του, υποστηρίζει νέα μελέτη. Οι ειδικοί υποθέτουν ότι η αιτία είναι μία άγνωστη μέχρι σήμερα πηγή, χωρίς να αποκλείουν τη σκοτεινή ενέργεια.
Υπάρχει, γενικά, η πεποίθηση ότι το σύμπαν μας είναι ένα σκοτεινό μέρος. Αυτή πηγάζει, κυρίως, από το γεγονός ότι οι σκέψεις για το διάστημα γεννιούνται, συνήθως, κάποιο βράδυ, όταν γυρνάμε το κεφάλι προς τα αστέρια, και τα βλέπουμε “καρφιτσωμένα” σε ένα κατάμαυρο φόντο.
Στην πραγματικότητα, πάντως, το διάστημα δεν είναι δα και λίγο φωτισμένο. Το φως από δισεκατομμύρια άστρα φωτίζει τους αμέτρητους γαλαξίες του, και ακόμα και το διαγαλαξιακό διάστημα, αν και τείνει – ελλείψει αστέρων – να είναι αρκετά σκοτεινότερο, έχει ένα ανάλαφρο φως.
Αυτός ο φυσικός φωτισμός, στο διάστημα μεταξύ των γαλαξιών, οφείλεται στη μοριακή διέγερση του αέριου υδρογόνου από υπεριώδη φωτόνια, των οποίων οι κύριες πηγές είναι δύο: οι θερμοί νεαροί αστέρες και τα κβάζαρ (απλοϊκά, υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες, σε ενεργούς γαλαξιακούς πυρήνες).
“Βλέπουμε 400% περισσότερο φως από όσο θα έπρεπε”
Τώρα, όμως, νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο The Astrophysical Journal Letters, υποστηρίζει ότι το φως στον διαγαλαξιακό χώρο είναι πολύ περισσότερο από όσο μπορεί να οφείλεται στα φωτόνια που προέρχονται από όλες τις γνωστές σε εμάς πηγές τους. Για την ακρίβεια, 400% περισσότερο.
Πρόκειται για τη δουλειά ερευνητών από το Ίδρυμα για την Επιστήμη Carnegie, οι οποίοι κατέληξαν στο παραπάνω συμπέρασμα, χρησιμοποιώντας προσομοιώσεις σε υπέρ-υπολογιστές και τα δεδομένα από τον Φασματογράφο της Κοσμικής Προέλευσης του Διαστημικού Τηλεσκοπίου Hubble.
Αριστερά, το υδρογόνο στο διαγαλαξιακό διάστημα όπως θα έπρεπε να είναι με βάση τα μοντέλα. Δεξιά, αυτό που βλέπουν τα όργανα.*
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν στη μελέτη τους, ακόμα και υπολογίζοντας τα φωτόνια από όλα τα κβάζαρ και όλους τους θερμούς νέους αστέρες, δεν μπορούμε να φτάσουμε στο συνολικό παρατηρούμενο από τον Φασματογράφο φως, με βάση τις τελευταίες παρατηρήσεις του.
Με λίγα λόγια, για το φως που βλέπουν τα όργανά μας, στο διαγαλαξιακό διάστημα, δεν αρκούν τα φωτόνια που υπολογίζουμε ότι φτάνουν εκεί. Επομένως, είτε “οι πηγές φωτονίων παράγουν πολύ περισσότερα από όσα νομίζαμε” είτε υπάρχει και κάποια άλλη πηγή, άγνωστη έως σήμερα.
“Είναι σαν να είμαστε σε ένα ολόφωτο δωμάτιο, αλλά κοιτάμε γύρω μας και βλέπουμε μόνο μερικές λάμπες των 40 watt”, δήλωσε, σχετικά, η Juna Kollmeier, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, σε δελτίο τύπου, κάνοντας έναν επιτυχημένο παραλληλισμό.
“Τουλάχιστον ένα πράγμα που νομίζαμε ότι ξέραμε για το σύμπαν, είναι λάθος”
Το πιο περίεργο είναι ότι η ασυμφωνία μεταξύ υπολογισμών και παρατηρούμενου φωτός, υπάρχει μόνο στο διάστημα ανάμεσα στους πιο κοντινούς γαλαξίες. Στο διαγαλαξιακό διάστημα που βρίσκεται δισεκατομμύρια έτη φωτός μακριά, οι παρατηρήσεις συμφωνούν με τους υπολογισμούς.
Από που προέρχεται, λοιπόν, όλο αυτό το επιπλέον φως, και γιατί υπάρχει απόκλιση μεταξύ του μακρινού και του κοντινότερου σύμπαντος; Προς το παρόν, οι αστρονόμοι, πραγματικά, δεν ξέρουν. Μία υπόθεση, πάντως, είναι ότι η άγνωστη πηγή φωτονίων είναι η σκοτεινή ύλη σε αποσύνθεση.
Είτε οφείλεται στη σκοτεινή ύλη είτε στις γνωστές πηγές, το σίγουρο είναι ότι υπάρχει εξτρά φως. “Το σπουδαίο με την απόκλιση της τάξης του 400% είναι ότι είναι τόσο μεγάλη που ξέρεις ότι κάτι πραγματικά είναι λάθος”, είπε ο David Weinber, εκ των συγγραφέων της μελέτης.
Και κατέληξε, στο ίδιο δελτίο τύπου, σε μία εντυπωσιακή και γενναία παραδοχή: “Ακόμα δεν ξέρουμε τι ακριβώς [σ.σ. είναι το λάθος], αλλά, τουλάχιστον, ένα πράγμα που νομίζαμε ότι ξέραμε για το σύγχρονο σύμπαν, δεν είναι αλήθεια”. Μένει να δούμε αν έχει δίκαιο.