Πολύς λόγος έγινε κατά τις συζητήσεις για τα μέτρα ανθρωπιστικής βοήθειας σχετικά με το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, μια νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία που πηγάζει από τον Φρίντμαν, ένα προνοιακό επίδομα που απλά εγγυάται τη φτώχεια των πολιτών και τους φυλακίζει για πάντα στο περιθώριο.
Στην ουσία η λογική του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος έρχεται να αντικαταστήσει -σταδιακά- μια σειρά άλλων προνοιακών πολιτικών (ΟΑΕΔ ως γραφείο εύρεσης εργασίας την ώρα που ως δράση ιδιωτικοποιείται κατά τα αγγλοσαξονικά πρότυπα, επίδομα ανεργίας και ενεργητικές ή παιδευτικές πολιτικές αντιμετώπισης της ανεργίας κλπ).
Παρά το λάθος πολλών το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα δεν πρέπει να συγχέεται με τα προνοιακά επιδόματα (που βλέπουμε σε χώρες εκτελούν την ίδια φιλάνθρωπη -μα όχι αλληλέγγυα- λογική) πχ αναπηρίας, υποτροφιών κλπ.
Πέραν τούτου το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα που τόσο πολύ επαινούν και για το οποίο κραυγάζουν ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και Ποτάμι ορίζεται πολύ πιο κάτω από το όριο φτώχειας (και αυτό ισχύει σε όλες τις χώρες που το έχουν εισαγάγει).
Μάλιστα η κα Λυμπεράκη το θεωρεί ενίσχυση «αξιοπρεπούς βοήθειας σε αυτούς που έχουν αποδεδειγμένη μεγάλη ανάγκη- τροφή, στέγη, περίθαλψη, παιδεία» (σ.σ. η ίδια συμπεριλαμβάνει στο χαμηλότατο αυτό επίδομα, που ονομάζεται «εισόδημα» και δαπάνες υγείας και παιδείας). Βεβαίως αυτό καθιερώθηκε και πιέζουν να εφαρμοστεί ως μέτρο εκείνοι οι οποίοι επί δεκαετίες κατασπαταλούσαν τις φορολογικές αποδόσεις και τις εισφορές των εργαζομένων στο χρηματιστήριο, την αγορά ομολόγων για να γίνει η χρεοκοπία του 2012 (όρα PSI) και φυσικά μια σειρά οικονομικών σκανδάλων και προς όφελος των διαπλεκόμενων συμφερόντων.
Στην πραγματικότητα όμως το μέτρο εκ φύσεως δεν καλύπτει αυτό το οποίο επικαλείται να «έχουν ένα εισόδημα επαρκές για να ζήσουν». Αντίθετα, επιβεβαιώνει το οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο των ατόμων και τους προσδιορίζει στην ελάχιστη εγγυημένη φτώχεια.
Στην ουσία είναι μία ακόμα πολιτική που ιδεολογικά αναφέρεται στον ιδιώτη κι όχι στον πολίτη. Ανακυκλώνει την ανέχεια και απομακρύνει το κράτος ως -οικονομικό πυλώνα και συντελεστή μείωσης των κοινωνικών αντιθέσεων- από τη δημιουργία συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλο τον πληθυσμό, περιορίζει τις κοινωνικές του δράσεις αφήνοντας τις σε ιδιώτες και φιλανθρωπικές οργανώσεις (σαν εκείνες τις δωρεές ΜΚΟ που εμπορεύονται όπλα).
Το ελάχιστο εισόδημα εγγυάται με σαφήνεια τον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας. Την ώρα που τον καιρό της μονόπλευρης λιτότητας και των πολιτικών αποπληθωρισμού ο μισός και πλέον πληθυσμός οδηγούνταν στην ανέχεια, κάποιοι άλλοι αύξησαν τα κέρδη τους.
Αντί όμως να προάγεται η μεσοαστική ανάπτυξη ώστε να οδηγηθούμε στην πρότερη αγοραστική κι επενδυτική δύναμη των νοικοκυριών, κάποιοι επιμένουν στα εισοδήματα κάτω του ορίου της φτώχειας, απλά για να εξυπηρετήσουν τη ρητορική μιας -φενάκη- κρατικής πρόνοιας.
Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα αποτελεί μία πρόταση που εισέρχεται στη λογική αντικατάστασης των δομών κοινωνικής πρόνοιας του κράτους για να θεωρεί ότι όλοι έχουν αξιοπρεπή αντιμετώπιση. Ωστόσο, αποκρύπτεται ότι το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα έρχεται να υποκαταστήσει άλλα μέτρα και κυρίως τη δημιουργία ευκαιριών για όλους τους πολίτες. Θυμίζει τη φιλανθρωπία των noblesse προς τους άπορους που συνέρρεαν σε εκκλησίες και παλάτια.
Αν και στα μάτια ορισμένων (δεξιών και κεντρώων) φαντάζει ως ένα θετικό μέτρο, ας σημειώσουμε ότι τούτο χαρακτηριζόμενο ως «εισόδημα» στην ουσία υπογραμμίζει και την απομάκρυνση των δικαιούχων από άλλες προνοιακές δομές. Άλλο το «επίδομα» που πολιτικά δεν αποκλείει άλλα επιδόματα κι άλλο το «εισόδημα», φορολογητέο και πλήρες ως οικονομικός όρος. Δεν αποτελεί κάποιο μέτρο αναδιανεμητικού χαρακτήρα.
Αντίθετα, σήμερα η ελληνική κοινωνία χρειάζεται πολιτικές που απομακρύνουν τους ενδεείς και τους άνεργους από το περιθώριο της εργασίας και της κοινωνίας. Τα επιδόματα και η πολιτική αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης (που κάποιοι επιμένουν να μη βλέπουν ούτε στο εύρος ούτε και στη λεκτική διατύπωσή της) καλύπτουν τμήμα των αναγκών. Η κοινωνία δεν έχει ανάγκη από εισοδήματα εγγυημένης φτώχειας, αλλά από αξιοποίηση των φορολογικών εισφορών για την κάλυψη κοινωνικών αναγκών. Οι πολίτες απαιτούν τη μείωση των οικογενειακών δαπανών προς όφελος ιδιωτών για υπηρεσίες που προσφέρει και το κράτος (υγεία και φροντιστηριακή παιδεία) με την έμμεση επιστροφή των φόρων σε αυτούς.
Και το εγγυημένο εισόδημα τείνουν κάποιοι να το αποδεχτούν στο πλαίσιο των συνθηκών εκτάκτου ανάγκης που βιώνουμε. Ωστόσο τελικά, μία επιβολή του εκτός από ιδεολογική ήττα της αριστεράς, που ευαγγελίζεται μία ενεργητική και προοδευτική κοινωνική πολιτική, θα αποτελεί και αποδοχή της λογική της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης…