Έφτασε η στιγμή που και η πιο απλή σύλληψη είναι έτοιμη να αλλάξει δραματικά, καθώς οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου σε όλη την Αμερική υιοθετούν νέα τεχνολογία – από λογισμικό αστυνόμευσης μέσω πρόβλεψης (predictive-policing), μέχρι κάμερες παρακολούθησης προγραμματισμένες για τον εντοπισμό εγκληματικής δραστηριότητας για τη σύλληψη υπόπτων.
Δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ευρέως, φυσικά όλες οι καινοτομίες που είναι στα σκαριά, υποχρεωτικά. Οι ειδικοί λένε ότι πολλές από αυτές τελικά θα απαιτήσουν συμβιβασμούς που το κοινό δεν θα είναι πρόθυμο να κάνει.
«Πλησιάζουμε σε έναν κόσμο όπου θα είναι δυνατό να γίνει τεχνολογικά ασφαλής έως 100 τοις εκατό η συμμόρφωση με πολλούς νόμους», λέει ο Jay Stanley, ανώτερος αναλυτής πολιτικής της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών. «Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε εύκολα τώρα, αν θέλαμε, να επιβάλαμε 100 τοις εκατό την συμμόρφωση με τα όρια ταχύτητας». Αυτό δεν σημαίνει ότι θα το κάνουμε.
Οι παρακάτω συνεντεύξεις στοχαστών και επαγγελματιών, είναι μια γεύση του πώς αύριο οι αστυνομικοί θα εντοπίζουν, θα διώκουν και θα συλλαμβάνουν εκείνους που θα βάζουν στόχο.
Πώς θα ξέρουν ότι ένα έγκλημα λαμβάνει χώρα
Οι συσκευές που έχουν σχεδιαστεί για την ανίχνευση αμφισβητήσιμης δραστηριότητας πολλαπλασιάζονται. Πρόσφατα αρκετές πόλεις έβαλαν δίκτυα παρακολούθησης με αισθητήρες με μικρόφωνα και άλλες είναι πιθανό να υιοθετήσουν παρόμοια συστήματα.
Όταν ένας αισθητήρας λαμβάνει έναν ύποπτο θόρυβο, ένα πρόγραμμα υπολογιστή αναλύει τον ήχο και, αν μοιάζει με πυροβολισμό, το σημείο προέλευσής του προσδιορίζεται με ακρίβεια λίγων μέτρων. Ένας άνθρωπος εξετάζει την αναφορά και, εφόσον αυτό δικαιολογείται, αποστέλλονται αστυνομικοί στο τόπο μέσα σε περίπου 40 δευτερόλεπτα από τον πυροβολισμό.
Εν τω μεταξύ, μια εταιρεία στο Βανκούβερ δοκιμάζει αναλυτές μαριχουάνας που μπορούν να προσεγγίσουν την ποσότητα THC (τετραϋδροκανναβινόλης) στο σύστημα ενός ατόμου. Ο Guohua Li, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, πιστεύει ότι κατά πάσα πιθανότητα οι αναλυτές θα είναι σε χρήση ρουτίνας εντός πέντε ετών.
Η αστυνομία ίσως αρχίσει να κάνει χρήση ευφυών καμερών παρακολούθησης εξοπλισμένες με αισθητήρες που μπορούν να προσδιορίσουν ανώμαλη ή ύποπτη συμπεριφορά. Σύμφωνα με την Jennifer Lynch του Electronic Frontier Foundation, η τεχνολογία αυτή έχει δοκιμαστεί σε διάφορες πόλεις της Αμερικής και είναι ήδη αρκετά εξελιγμένη για να «προειδοποιεί», όταν κάποιος αφήνει μια τσάντα αφύλακτα ή όταν ένα αυτοκίνητο κάνει κύκλους επανειλημμένα σε ένα τετράγωνο.
Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, μια πρωτοβουλία που ονομάζεται ‘Next Generation 911’ θα επιτρέπει σε θύματα και μάρτυρες να στέλνουν κείμενα και τελικά φωτογραφίες και βίντεο, σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, κάτι που δεν είναι δυνατόν αυτή τη στιγμή επειδή το δίκτυο 911 (το ‘100’ που λέμε εμείς) λειτουργεί με αναλογική τεχνολογία από τη δεκαετία του 1970.
Άνθρωποι που μπλέκονται σε καταστάσεις όπως εισβολές σε σπίτια ή περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και δεν μπορούν να μιλήσουν ακίνδυνα σε ένα τηλέφωνο, θα μπορούν να ζητούν βοήθεια, και η αστυνομία θα λαμβάνει πολύτιμες εικόνες από το έγκλημα, σε πραγματικό χρόνο.
Αστυνομικά τμήματα αρχίζουν την παρακολούθηση των κοινωνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, τα οποία πολλές συμμορίες, χρησιμοποιούν ως όχημα για να δειχτούν και να διαφημιστούν.
Με την αναζήτηση λέξεων κλειδιών και την χαρτογράφηση αλληλεπιδράσεων μεταξύ των μεμονωμένων χρηστών, οι αρχές μπορούν να παρακολουθούν ύποπτα μέλη συμμοριών και προγραμματισμένες συγκρούσεις συμμοριών. Μπορούν να διεισδύουν στα δίκτυα με την ανάρτηση ψευδώνυμων και να κάνουν «φίλους» ύποπτους.
Ο εγκληματολόγος του Yale, Andrew Papachristos, ο οποίος εργάζεται με αστυνομικά τμήματα και συμμορίες, λέει ότι ελπίζει ότι τα επόμενα χρόνια θα δούμε μια δημόσια συζήτηση για το πόσο επιθετικά οι αρχές χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο για τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με ανθρώπους που δεν είναι ύποπτοι για ποινικά αδικήματα.
Πολλές πολιτείες έχουν ορίσει τα κατώτατα νόμιμα όρια για την ταξινόμηση κάποιου ως μέλος μιας συμμορίας, λέει ο Παπαχρήστος. «Αλλά αν όλα τα στοιχεία που χρειάζεστε είναι ένα ποστ στο Twitter που λέει, “μισώ τους μαθητές”, το πράγμα αλλάζει».
Πώς θα βρίσκουν τους υπόπτους
Συνήθως η αστυνόμευση πρόβλεψης αναφέρεται στον να ρίχνεις έναν τεράστιο όγκο δεδομένων μιας πόλης σε έναν υπολογιστή και να αποστέλλεις επιπλέον αστυνομικούς σε περιοχές που θεωρούνται ότι βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο μελλοντικών εγκλημάτων. Υπάρχει δυναμική, όμως, η αστυνόμευση πρόβλεψης να είναι λιγότερο παθητική.
Δείτε, για παράδειγμα, η προσέγγιση που υιοθετείται στην Albuquerque, όπου οι αστυνομικοί ακολούθησαν την (αμφιλεγόμενη) πρακτική του να αφήνουν «δόλωμα» για τους επίδοξους κλέφτες στο επόμενο επίπεδο: «Φύτεψαν» iPads, αυτοκίνητα, και πηνία σύρματος χαλκού σε περιοχές που είχαν επισημανθεί από το λογισμικό τους και, στη συνέχεια συνέλαβαν ανθρώπους που προσπάθησαν να τα κλέψουν.
Άλλα τμήματα ίσως προτιμήσουν να στείλουν ένα αεροπλάνο με κάμερες στον ουρανό που θα καταγράψει κάθε τι που θα συμβαίνει κάτω.
Ο Kannappan Palaniappan, καθηγητής πληροφορικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Μισούρι, λέει ότι μια μέρα αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο μέθοδο για την παρακολούθηση της υψηλής εγκληματικότητας σε αστικές γειτονιές. Με τη χρήση της επιτήρησης ευρείας περιοχής, η αστυνομία αξιόπιστα θα «έχει εικόνα» όταν, ας πούμε, ένας πυροβολισμός σημειωθεί και έχει παρακολουθήσει τις κινήσεις των δραστών της επίθεσης.
Η παρακολούθηση ευρείας ζώνης δεν έρχεται όμως αύριο στην πόλη σας. Για αρχή, πρέπει να γίνουν τεράστια άλματα στην τεχνολογία αποθήκευσης δεδομένων, πριν η αστυνομία μπορεί να καταγράφει με βίντεο 24 ώρες το 24ωρο μια ολόκληρη πόλη, λέει ο Palaniappan.
Αυτό που ο Jay Stanley αποκαλεί «κοινωνική αυτοσυγκράτηση» θα διαδραματίσει πιθανόν ένα ρόλο επίσης. Πέρυσι, τόνισε, το δημοτικό συμβούλιο στο Ντέιτον του Οχάιο, καταψήφισε την πρότασή του τοπικού αστυνομικού τμήματος για χρήση επιτήρησης ευρείας περιοχής, λόγω των ανησυχιών για την ιδιωτικότητα.
«Υπάρχει μια καθυστέρηση όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να χάνουν την προστασία της ιδιωτικής ζωής τους και όταν πραγματικά αρχίζουν να το αισθάνονται», δήλωσε ο Stanley. «Σε κάποιο σημείο, ο βάτραχος θα μπορούσε να πει, «Είναι να πάρει πολύ ζεστά εδώ μέσα» και να πηδήξει έξω.»
Πώς θα συλλαμβάνουν στην πραγματικότητα κάποιον
Η σύλληψη και η οδήγηση στο κρατητήριο των υπόπτων θα μπορούσε να γίνει ασφαλέστερη για τους αστυνομικούς, χάρη στα λεγόμενα κέντρα εγκλήματος πραγματικού χρόνου, στελεχωμένα από αναλυτές, οι οποίοι θα μπορούν να μεταδίδουν πληροφορίες στους αστυνομικούς στο δρόμο για κάποιο έγκλημα που γίνεται – τα ποινικά μητρώα των ανθρώπων που ζουν σε εκείνη την διεύθυνση, ας πούμε ή λεπτομέρειες της περιοχής ή πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από κάμερες παρακολούθησης.
Ακόμη πιο ριζικές αλλαγές αφορούν τις πληροφορίες που θα λαμβάνονται αμέσως μετά από μία σύλληψη. Τablets εξοπλισμένα με λογισμικό αναγνώρισης προσώπου –ήδη υπάρχουν στο Σαν Ντιέγκο.
Εν τω μεταξύ, το FBI έχει μια γιγαντιαία βάση δεδομένων βιομετρικών πληροφοριών που περιλαμβάνει φωτογραφίες ανθρώπων πρόσωπα, ίριδες, δακτυλικά αποτυπώματα και παλάμες, καθώς και λεπτομέρειες σχετικά με τατουάζ, ουλές και σημάδια.
Ομάδες υπεράσπισης πολιτικών ελευθεριών ανησυχούν ότι η αστυνομία κάνει χρήση των νέων μέσων ταυτοποίησης σε περιπολίες ρουτίνας και στη διαδικασία συλλογής νέων ειδών βιομετρικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένου του DNA και δείγματος της φωνής, η βάση δεδομένων του FBI θα διογκωθεί με εσωτερικές πληροφορίες για ανθρώπους που δεν έχουν καταδικαστεί για κανέναν έγκλημα.
Φυσικά, η τεχνολογία το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να αλλάξει τον τρόπο που οι αστυνομικοί κάνουν τη δουλειά τους. Τα υπόλοιπα είναι στο χέρι τους και στο χέρι των προϊστάμενών τους. Σε αυτή τη βάση, ευτυχώς, κάποιοι ειδικοί προβλέπουν σημαντική βελτίωση στον τρόπο που οι αστυνομικοί θα αντιμετωπίζουν τον ύποπτο όταν αυτός θα έχει συλληφθεί.
Γιατί η διαδικασία θα γίνει πιο διαφανής, χάρη στις ευρέως διαδομένες κάμερες σώματος που θα δείχνουν τις αλληλεπιδράσεις των αστυνομικών με το κοινό.
Σύμφωνα με τον καθηγητή ψυχολογίας του Boise State University, Charles Honts, θα μπορούσε να εγκαταλειφθεί η παραδοσιακή μέθοδος ανάκρισης, καθώς νεότερες προσεγγίσεις αποθαρρύνουν τους αστυνομικούς που διεξάγουν ανάκριση, από το να λένε ψέματα για αποδείξεις σε υπόπτους ή να προσπαθούν να τους χειραγωγήσουν μέσω έμμεσων απειλών ή υποσχέσεων.
Αντί, ας πούμε, να ψάχνουν για σημάδια εξαπάτησης σε μη λεκτική συμπεριφορά των υπόπτων, οι ερευνητές θα δημιουργούν καταστάσεις που θα δίνουν στους ύποπτους την ευκαιρία να έρθουν σε αντίθεση με αποδεικτικά στοιχεία που οι ερευνητές θα έχουν ήδη επιβεβαιώσει.
Η πειραματική έρευνα του Saul Kassin, ψυχολόγου στο John Jay College of Criminal Justice, έχει δείξει ότι, σε σύγκριση με αυτές τις νεότερες μεθόδους, οι παλαιότερες μέθοδοι που βασίζονται στην εξαπάτηση του υπόπτου, αυξάνουν τον κίνδυνο να ομολογήσει ένας αθώος άνθρωπος.
«Δεν υπάρχει ένας ενιαίος κώδικας σχετικά με το πώς τα πράγματα θα πρέπει να γίνουν από την αστυνομία, έτσι θα πάρει λίγο χρόνο», λέει ο Honts. «Αλλά η δύναμη των δεδομένων θα το κάνει να συμβεί».