Σε μια Αφρικανική Χώρα, που παρήγαγε μόνο μπανάνες, και ο λαός της κατανάλωνε μόνο μπανάνες μέσα σε δυο εβδομάδες που οι μπανάνες ήσαν ώριμες, η Κυβέρνηση αποφάσισε, αφού συμβουλεύτηκε ένα φημισμένο γραφείο Συμβούλων που είχε έδρα στην Νέα Υόρκη και στο Βερολίνο, τους Τραπεζίτες της και κάτι κοντόφθαλμους Επιχειρηματίες της, να κηρύξει εκστρατεία υπέρ της αποταμίευσης με σύνθημα «η Αποταμίευση είναι η Αρετή του Κράτους».
Σκοπός ήταν να αυξηθούν οι επενδύσεις διότι μέσω των αυξημένων αποταμιεύσεων των νοικοκυριών, οι Τράπεζες θα είχαν πιο πολλά διαθέσιμα προς δανεισμό, η τιμή της μπανάνας θα έπεφτε λόγω της μικρότερης ζήτησης και έτσι το κόστος διαβίωσης θα μειωνόταν, και τελικά θα αυξάνονταν οι επενδύσεις.
Και πράγματι ενώ παρήγαγαν μια ικανοποιητική ποσότητα μπανανών και ζούσαν όλοι αξιοπρεπώς, η εκστρατεία της Κυβέρνησης έπεισε τον Λαό να καταναλώνει λιγότερο και να αποταμιεύει περισσότερο.
Όλοι ένοιωθαν ευτυχείς, αλλά δυστυχώς το σενάριο δεν πήγε όπως επιθυμούσαν, διότι ενώ οι επιχειρήσεις παρήγαγαν τις ίδιες ποσότητες μπανάνας όπως και πριν, αυτομάτως είχαν ζημιά ίση με την επιπρόσθετη αποταμίευση που έκαναν τα νοικοκυριά βάζοντας τα λεφτά τους στην άκρη. Το κόστος παραγωγής της μπανάνας παρέμενε το ίδιο.
Έτσι λοιπόν μέσα σε λίγο καιρό οι επιχειρήσεις άρχισαν να απολύουν το εργατικό τους προσωπικό, να μειώνουν τους μισθούς ενώ η παραγωγή μπανάνας μειώθηκε ως εκείνο το σημείο που απαιτούσε η νέα ζήτηση.
Μέσα σε λίγο χρόνο, η ανεργία κάλπασε, το εθνικό του εισόδημα και τα εισοδήματα των νοικοκυριών μειώθηκαν, με αποτέλεσμα να μπουν σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης αφού η παραγωγή μειωνόταν και τα εισοδήματα επίσης. Η ανεργία φούντωσε.
Παράλληλα κανείς δεν χτυπούσε την πόρτα των τραπεζών να πάρει λεφτά για επενδύσεις αφού κάνεις δεν είχε χρήματα να αγοράσει κάτι. Η ενεργώς ζήτηση είχε τσακιστεί. Οι τράπεζες βέβαια με την σειρά τους,την οποία ρευστότητα είχαν πια, την κρατούσαν για τον εαυτό τους.
Για αλλού είχαν βάλει ρότα και αλλού βρέθηκαν. Οι μπανάνες στο μεταξύ σάπιζαν στα δέντρα. Μια ενάρετη πολιτική τους οδήγησε σε καταστροφή.
Τελικά ρωτώντας βρήκαν λύση. Πήγαν λοιπόν σε ένα σοφό μάγο στο Λονδίνο ο οποίος τους είπε ότι όσα έκαναν ήσαν παράλογα και οι συμβουλές ήσαν λάθος και ανόητες.
Τους εξήγησε κατ’ αρχήν, ότι το χρήμα στην οικονομία δεν είναι ουδέτερο, δεν το έχουμε μόνο για να ανταλλάσουμε αγαθά, αλλά η απουσία του από την οικονομία είναι δυνατόν να προκαλέσει μεγάλη ζημιά στην πραγματική οικονομία, στην παράγωγη και στην απασχόληση. Αυτό το κατάλαβαν αμέσως γιατί το ζούσαν.
Δεν έπεται τους είπε, ότι άμα υπάρχουν αποταμιεύσεις σε μια χώρα αυτές ντε και καλά θα πάνε στην πραγματική οικονομία.Κ
άλλιστα μπορεί να μην πάνε στην αγορά των αγαθών αλλά σε άυλες αξίες, ή να μείνουν μέσα στις Τράπεζες ή και σε ατομικά χρηματοκιβώτια οποιασδήποτε μορφής. Και αυτό το κατάλαβαν αφού δεν είδαν καμία νέα επένδυση να γίνεται.
Τους είπε ακόμα κάτι σημαντικό. Δεν είναι ανάγκη να έχετε αποταμιεύσεις για να κάνετε επενδύσεις όπως σας είπαν στο Βερολίνο. Αυτό είναι μέγας μύθος. Αρκεί το τραπεζικό σας σύστημα να έχει την ικανότητα να παράγει πιστώσεις αρχικά για να χρηματοδοτεί τις επενδύσεις και στο τέλος, με την ολοκλήρωση της επένδυσης, θα έχουν δημιουργηθεί επαρκείς αποταμιεύσεις.
Δεν εξαρτώνται οι επενδύσεις από τις αποταμιεύσεις αλλά οι αποταμιεύσεις από τις επενδύσεις. Αν δεν γίνουν επενδύσεις δεν θα υπάρξουν αποταμιεύσεις.
Με άλλα λόγια τους είπε ότι τελικά οι επενδύσεις είναι αυτοχρηματοδοτούμενες. Και αυτό το κατάλαβαν, διότι είχαν κάνει αποταμιεύσεις και κατέληξαν να μην έχουν επενδύσεις και το τραπεζικό τους σύστημα δεν μπορούσε να παράξει πιστώσεις. Αυτή ήταν η τελική τους Τραγωδία.
Τους εξήγησε ακόμα ότι η ανεργία οφείλεται στη σχέση αποταμίευσης και επένδυσης και όχι στην μη ύπαρξη εύκαμπτων μισθών. Οι εύκαμπτοι και χαμηλοί μισθοί δεν οδηγούν στην πλήρη απασχόληση αλλά στην ανεργία.
Τους είπε ότι με το χρήμα δεν παίζουμε, δεν το αφήνουμε στους τραπεζίτες να το κυβερνούν -όπως τον πόλεμο δεν τον αφήνουμε στους στρατηγούς, απλά τον κάνουν-, το τραπεζικό σύστημα το θέτουμε υπό αυστηρό κοινωνικό έλεγχο, και το χρήμα το παράγουμε μέσα από τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας, μέσα από τις επενδύσεις.
Τους κατευόδωσε λέγοντας τους να προσέχετε το νόμισμα σας σαν τα μάτια σας, να είστε νοικοκύρηδες στη διαχείριση της οικονομίας και του Κράτους, και βάλτε τώρα την Κεντρική σας Τράπεζα να παράξει χρήμα για τις επενδύσεις και αν δεν σπεύσουν οι επιχειρηματίες αμέσως να επενδύσουν ας αναλάβει τότε το κράτος αυτόν τον ρόλο του επενδυτή και ως ένα σημείο και του καταναλωτή. Βάλτε πίσω την Χώρα σας στη δουλειά.
Πήγαν με μαύρη ψυχή αλλά έφυγαν αισιόδοξοι. Σε λίγο χρόνο είχαν βάλει μπρος την παραγωγική τους μηχανή και δεν έτρωγαν μόνο μπανάνες.
ΥΓ : Την «παραβολή της μπανάνας» την χρησιμοποίησε ο John Maynard Keynes στην Επιτροπή McMillan που είχε συστήσει ο πρωθυπουργός Ramsay MacDonald στην κρίση του 1930 με σκοπό να βγει η Βρετανία από αυτή. Ως τότε η Βρετανία έκανε αυτό που η Αφρικανική Χώρα της είχαν υποδείξει να κάνει ή αυτό που κάνει σήμερα η Ελλάδα, καθ’ υπόδειξη του ΔΝΤ και της ΕΕ. Την παρέφρασα ελαφρώς για τις ανάγκες τις δικές μας. Τελικά πια είναι Μπανανία;