Λίγες ώρες πριν την τηλεμαχία των πολιτικών αρχηγών ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης της 20ής Σεπτεμβρίου, θυμηθείτε μερικά από τα debate που έμειναν στην ιστορία, για διαφορετικό το καθένα λόγο.
Ο ιδρώτας του Νίξον
Η δύναμη της τηλεόρασης σε πολιτικό επίπεδο φάνηκε σε όλο της το μεγαλείο στο πρώτο debate της τηλεόρασης, που διεξάχθηκε μεταξύ των δύο υποψήφιων για την θέση του προέδρου των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Νίξον και Τζον Κένεντι, το 1960. Λέγεται πως όσοι άκουσαν την αναμέτρηση στο ραδιόφωνο ήταν σίγουροι πως ο Νίξον είχε κερδίσει τις εντυπώσεις. Κι όμως, η κοινή γνώμη πλέον είχε στραφεί στο μέσο της τηλεόρασης πλέον, και εκεί ο Νίξον είχε εμφανιστεί κουρασμένος, ιδρωμένος από το άγχος και με κοστούμι που τον έκανε… ένα με το φόντο. Έτσι, ο ιδιαίτερα φωτογενής και άνετος Κένεντι επικράτησε και το debate αυτό θεωρείται πως ανέστρεψε τις δημοσκοπήσεις, χρίζοντας ως φαβορί τον τελευταίο.
Το «πείσμα» του Φορντ
Το 1976, κατά τη διάρκεια του προεκλογικού debate του με τον τότε βλοσυρό κυβερνήτη της Τζόρτζια Τζίμι Κάρτερ, ο Τζέραλντ Φορντ είπε: «Δεν υπάρχει σοβιετική κυριαρχία στην Ανατολική Ευρώπη». Ο συντονιστής και δημοσιογράφος των New York Times, αποκρίθηκε δύσπιστα. «Με συγχωρείτε, τι; Αν κατάλαβα καλά λέτε ότι οι Ρώσοι δεν χρησιμοποιούν την Ανατολική Ευρώπη ως σφαίρα επιρροής καταλαμβάνοντας τις περισσότερες χώρες και διασφαλίζοντας με τα στρατεύματά τους ότι αποτελούν κομμουνιστική ζώνη;».
Ο Φορντ αρνήθηκε να υπαναχωρήσει από την αρχική του θέση, επιμένοντας ότι η Πολωνία, η Ρουμανία και η Γιουγκοσλαβία είναι ελεύθερες από τη σοβιετική επιρροή. Η απάντηση αυτή τον στοίχειωσε καθ’ όλη την προεκλογική περίοδο και, κατά πολλούς, του στοίχισε τις εκλογές. Ειρωνεία; Ο Φορντ ήταν ο πρώτος υποψήφιος που συμφώνησε να συμμετάσχει σε τηλεοπτικό debate μετά την εμφάνιση – πανωλεθρία του Νίξον.
Η οργή του Ρίγκαν
Ένα διαφορετικό πρόσωπο του Ρόναλντ Ρίγκαν είχαν την ευκαιρία να δουν οι Αμερικανοί που παρακολούθησαν ένα debate ανάμεσα σε Ρεπουμπλικανούς υποψήφιους το 1980. «Εγώ πληρώνω για αυτό το μικρόφωνο», δήλωσε εκτός εαυτού στον συντονιστή όταν δοκίμασε να τον διακόψει. Και παρότι η ατάκα ήταν ολίγον… κλεμμένη από την ταινία «State of the Union» (1948) του Φρανκ Κάπρα (ελληνικός τίτλος: «Μετανοώ»), πράγματι ο Ρίγκαν είχε χρηματοδοτήσει μόνος του το debate. Ίσως γι’ αυτό ο αμερικανικός λαός τον εξέλεξε πρόεδρο και μάλιστα δις.
Η «θανάσιμη» ψυχραιμία του Δουκάκη
Η καλύτερη ελληνική ελπίδα για την ανάδειξη ενός Προέδρου στις ΗΠΑ από την ελληνοαμερικανική κοινότητα, «σκόνταψε» στην νηφαλιότητα του δημοκρατικού Μάικλ Δουκάκη, που αντιμετώπιζε τον ρεπουμπλικανό Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο, το 1988. Ο Δουκάκης στοχοποιήθηκε ως «παγωμένος» από τους επικοινωνιολόγους και σε μία τηλεμαχία οι δημοσιογράφοι αποφάσισαν να τον οδηγήσουν στα άκρα. Η πρώτη ερώτηση, που θα έπρεπε να κάνει τον Δουκάκη να αντιδράσει ήταν: «Εάν η (σύζυγος σας) Κίτι Δουκάκη έπεφτε θύμα βιασμού και δολοφονίας, θα προτιμούσατε την αμετάκλητη ποινή του θανάτου για τον δράστη;». Ο Δουκάκης έμεινε ανέκφραστος και απάντησε ήρεμα ότι εναντιώνεται στη θανατική ποινή σε όλη του την πολιτική καριέρα. Η αδυναμία του να δείξει «ανθρώπινος» κατά πολλούς του κόστισε και την προεδρία.
Το ελληνικό «βάπτισμα του πυρός»
Μπορεί η ιστορία των debate στην Ελλάδα να μην είναι πυκνογραμμένη και γεμάτη με ένδοξες σελίδες -μάλλον το αντίθετο, καθώς πραγματοποιούνταν πάντα υπό ασφυκτικούς κανόνες και με ελάχιστες αναπνοές πρωτοτυπίας και αυθορμητισμού, ωστόσο αριθμεί ήδη 25 χρόνια.
Το πρώτο debate έγινε το 1990, λίγο καιρό μετά την έναρξη λειτουργίας της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Ελλάδα. Συμμετείχαν ο τότε πρωθυπουργός, Ανδρέας Παπανδρέου, ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ, Χαρίλαος Φλωράκης.
Η «μονομαχία» δεν έλαβε χώρα σε κάποιο τηλεοπτικό στούντιο αλλά στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ τη συζήτηση συντόνιζε ο δημοσιογράφος και πρώην υπουργός, Γιάννης Καψής.
Η μετάδοσή της έγινε από την κρατική τηλεόραση και από τα δύο – εκείνη την εποχή – ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια, MEGA και ANT1, ενώ τη συζήτηση μονοπώλησαν θέματα που αφορούσαν στην εξωτερική πολιτική. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές που ακολούθησαν.
Η «βαρεμάρα» του Μπους
Το 1992 έλαμψε το άστρο του δημοκρατικού Μπιλ Κλίντον, ο οποίος αντιμετώπιζε τον πρόεδρο Μπους και παράλληλα τον ανεξάρτητο υποψήφιο, δισεκατομμυριούχο επιχειρηματία Ρος Περό. Ο χαρισματικός Κλίντον εκμεταλλεύτηκε την σημαντική διαφορά ηλικίας με τους δύο αντιπάλους του, αν και η πιο χαρακτηριστική στιγμή των τηλεμαχιών φαίνεται να προήλθε από το «αυτογκολ» του Μπους, ο οποίος κατά τη διάρκεια της μαραθώνιας αναμέτρησης συνελήφθη να κοιτάει το ρολόι του, την ώρα που μιλούσε ο Περό.
Το μάθημα του Σαρκοζί
Κατά τις γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2007, ο Νικολά Σαρκοζί και η Σεγκολέν Ρουαγιάλ είχαν την ευκαιρία «να τα πουν» επί δύο ώρες και σαράντα πέντε λεπτά σε ζωντανή αναμετάδοση σε μια εκπομπή που έκανε ρεκόρ τηλεθέασης αφού συγκέντρωσε πάνω από 20 εκατομμύρια τηλεθεατές. Με τον πρώτο γύρο των εκλογών να έχει δώσει προβάδισμα στον Σαρκοζί, η Ρουαγιάλ κατάφερε να κλέψει τις τηλεοπτικές εντυπώσεις: Με ένα αρκετό δεξιότροπο λόγο, έκανε άνοιγμα στους κεντρώους ψηφοφόρους μιλώντας αρκετά για θέματα δικαιοσύνης και ασφάλειας, τραβώντας με αυτό τον τρόπο το χαλί κάτω από τα πόδια του Σαρκοζύ ο οποίος φάνηκε αποσταθεροποιημένος. Αυτό τονίστηκε επίσης από την εμφανή προσπάθεια του να ελέγξει τα νεύρα του όταν η Ρουαγιάλ, με αρκετό θράσος του έκοβε το λόγο ή του έκανε έντονες παρατηρήσεις.
Το πιο χαρακτηριστικό σημείο της συζήτησης ήταν όταν μετά από κάποιες ανακρίβειες του Σαρκοζί πάνω στο θέμα της πυρηνικής ενέργειας, η Ρουγιάλ, σαν δασκάλα απευθυνόμενη σε κακό μαθητή, του συνέστησε να ξαναδιαβάσει το μάθημα του. Παρά την τηλεοπτική νίκη της Ρουαγιάλ, ωστόσο, νικητής των εκλογών αναδείχθηκε ο Σαρκοζί.
Πηγή: Εθνος